Τη δεκαετία του ’70 τα κόμματα, πέραν της Νέας Δημοκρατίας, είχαν εξαιρετική οργανωτική δομή και μεγάλη διάχυση στην κοινωνία. Αν την εποχή που ο Καραμανλής προετοίμαζε την είσοδό μας στην ΕΟΚ προκαλείτο συλλογή υπογραφών για Δημοψήφισμα από όλα τα κόμματα που αντιδρούσαν στην ιστορική πρωτοβουλία, ουδείς μπορεί να είναι σίγουρος για το αποτέλεσμα. Η περίπτωση να ήμασταν σήμερα μία πτωχευμένη χώρα με δραχμές δεν μπορεί να αποκλειστεί από κανένα, αν σκεφτεί κανείς ότι ούτε οι συντηρητικοί ψηφοφόροι τότε είχαν συνειδητοποιήσει την τεράστια σημασία που θα είχε για το μέλλον της χώρας η εισδοχή στην ΕΟΚ, και ίσως η συμμετοχή τους δεν θα είχε τη μαζικότητα που σίγουρα θα πετύχαιναν οι αριστερές κινητοποιήσεις.
Οι μεγάλες αλλαγές που επέφερε στο Οικογενειακό Δίκαιο το ΠΑΣΟΚ, στην πρώτη του τετραετία, είχαν προκαλέσει σεισμό στη συντηρητική μας κοινωνία. Οι φοβικές αντιδράσεις για τις πρωτόγνωρες για τα ήθη μας προτάσεις, στις οποίες ασφαλώς πρωτοστατούσε πάλι η Εκκλησία, διαπερνούσαν οριζοντίως το πολιτικό φάσμα. Ακόμα και μέλη του ΚΚΕ δεν μπορούσαν να αποδεχτούν την αποποινικοποίηση της μοιχείας και τη διατήρηση του επωνύμου της συζύγου. Το πιθανότερο είναι ότι αν γινόταν ένα δημοψήφισμα την εποχή εκείνη, που θα οργάνωνε η Ιερά Σύνοδος ή η Νέα Δημοκρατία (που είχε βγει στα κάγκελα με το σύνθημα «Το ΠΑΣΟΚ διαλύει την οικογένεια»), θα είχε ως αποτέλεσμα ακόμα να τυλίγουν τις μοιχαλίδες στα σεντόνια.
Αλλά ας έλθουμε στο παρόν. Υπάρχει κανείς που πιστεύει ότι δεν είναι δυνατόν να συγκεντρωθούν οι απαραίτητες υπογραφές για να προκληθεί δημοψήφισμα με το αίτημα «κανείς μετανάστης στη χώρα μας»; Μπορεί κανείς να προδικάσει το αποτέλεσμα της λαϊκής ετυμηγορίας για το θέμα; Πιστεύει κανείς στα σοβαρά ότι αν υπήρχε ήδη η δυνατότητα δεν θα προκαλείτο δημοψήφισμα για το όνομα της ΠΓΔΜ;
Εδώ δεν χρειάζονται υποθέσεις για το αποτέλεσμα – όλοι το γνωρίζουμε. Πόσο μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι τα θέματα της δικαιωματικής ατζέντας που επιτέλους τακτοποιήθηκαν νομοθετικά τα τελευταία χρόνια, όπως το σύμφωνο συμβίωσης, η αναδοχή από ομόφυλα ζευγάρια κ.λπ. δεν θα κινητοποιούσαν συλλογές υπογραφών; – μη λησμονούμε ότι έχουμε μια κοινωνία με ισχυρούς ομοφοβικούς, θρησκόληπτους, ρατσιστικούς θύλακες. Και ακόμα και αν το αποτέλεσμα τέτοιων δημοψηφισμάτων ήταν το ευκταίο, ποιος ο λόγος να προκληθεί κοινωνικός διχασμός, ποιος ο λόγος να βρίσκουν επίσημο προεκλογικό βήμα τα λούμπεν ακροδεξιά φαντάσματα για να εξακοντίζουν χυδαίες επιθέσεις σε κοινωνικές μειονότητες;
Ας μη μιλήσουμε για τα Μνημόνια γιατί θα πικραθούμε. Οχι μισό αλλά τρία εκατομμύρια υπογραφές θα μάζευαν και τώρα θα ήμασταν μια χαρούμενη, αμεσοδημοκρατική, πτωχευμένη χώρα. Και η μόνη περίπτωση να είχαμε διασωθεί θα ήταν αν οι πολιτικές ηγεσίες έγραφαν τη λαϊκή ετυμηγορία στα παλιά τους παπούτσια, όπως έκανε ο Τσίπρας.
Στην αντιπροσωπευτική Δημοκρατία τις μεγάλες αποφάσεις τις παίρνουν οι πολιτικοί. Αυτοί έχουν την εξουσία, τη νομιμοποίηση και την ευθύνη. Αυτοί οφείλουν να έχουν τη νηφαλιότητα, τις ακριβείς πληροφορίες, την επίγνωση των συσχετισμών και των συνεπειών, το ανοιχτό βλέμμα στο σύγχρονο κόσμο. Εμείς οφείλουμε να εκλέγουμε ηγεσίες που πραγματικά θα καθοδηγούν την κοινωνία και δεν θα περιμένουν να κρυφτούν πίσω από αυτήν. Γιατί τότε υπάρχει ορατός ο κίνδυνος να παραχωρηθεί εξουσία σε συντηρητικούς μηχανισμούς με μεγάλη επιρροή, όπως είναι η Εκκλησία, ή, ακόμα χειρότερα, σε οργανωμένες σκοτεινές δυνάμεις όπως είναι η Χρυσή Αυγή.