Η είδηση με σόκαρε. Γιατί, ούτε έναν μήνα πριν, τον είδα να ηγείται διαδήλωσης Βαρωσιωτών (όπως λέγονται στη Κύπρο οι καταγόμενοι από την Αμμόχωστο) έξω από το Προεδρικό Μέγαρο της Λευκωσίας, ντάλα μεσημέρι, τέλη Ιουνίου, για τα μαντάτα που έρχονταν από τα Κατεχόμενα ότι οι Τούρκοι σκέφτονται να προχωρήσουν πια στον εποικισμό της εγκαταλελειμμένης από το 1974, και «στοιχειωμένης» έκτοτε πόλης, που κάποτε ήταν το μαργαριτάρι της Μεσογείου.
Ο Αλέξης Γαλανός, και οι όχι πολλοί, δυστυχώς, που συγκεντρώθηκαν εκεί, ανησυχούσαν έντονα και για το γεγονός ότι, όπως έλεγαν, το Προεδρικό έχει ήδη σπείρει την ιδέα μιας λύσης που θα βασίζεται στην ιδέα ενός διευρυμένου μοντέλου δύο ξεχωριστών κρατών.
Από την ησυχία και τις παραλίες τους, κάποιοι έσπευσαν να ειρωνευτούν την «πτωχή συγκέντρωση των Βαρωσιωτών», αλλά και το πάθος του ρομαντικού αλλά πάντα δυναμικού δημάρχου τους, που όταν έπιανε μικρόφωνο ή τηλεβόα, η φωνή του γινόταν από μόνη της διαδήλωση. Την επόμενη μέρα, κάθισα και έγραψα στη στήλη μου Πρόσωπα & Προσωπεία στην κυπριακή εφημερίδα «Φιλελεύθερος», ένα κομμάτι με τίτλο «Και ένας να μείνει όρθιος, υπάρχει ελπίδα». Και ξεκινούσα έτσι:
«Μόνο θαυμασμό έχω για εκείνους τους λίγους που συγκεντρώθηκαν μέσα στη λάβρα του καλοκαιριού έξω από το Προεδρικό Μέγαρο στη Λευκωσία για να εκδηλώσουν την ανησυχία τους για την Αμμόχωστο. Για τις κινήσεις του εποικισμού της, αλλά και για τις ανοησίες που όλο και πιο πολύ κυκλοφορούν τελευταία για μία λύση «εμείς από εδώ, εσείς από εκεί».
Δεν είναι, δεν μπορεί να είναι λύση αυτή η ανοησία. Σύμβαση, ίσως. Για εκείνους που βλέπουν τα πάντα υπό το πρίσμα μιας άπληστης εταιρικότητας, καμουφλαρισμένης κάτω από το παραμύθι ενός δήθεν ρεαλισμού. «Δεν θέλουμε να ακούμε τέτοιους μύθους, για δύο κράτη», φώναξε δυνατά ο Δήμαρχος της στοιχειωμένης πόλης, Αλέξης Γαλανός. «Μία Κύπρος υπάρχει, και σε μία Κύπρο θέλω να πεθάνω», φώναξε πιο δυνατά».
Από χθες που διάβασα την Έκτακτη Είδηση του θανάτου του, δεν φεύγουν απ’ τα’ αυτά μου αυτά τα λόγια: «Σε μία (εννοώντας ενιαία) Κύπρο, θέλω να πεθάνω». Και κοίτα, λέω, πώς τα φέρνει τώρα η μοίρα, να αφήσει την τελευταία του πνοή μακριά από την Κύπρο, την ακόμα κομμένη στα δυο, αλλά έστω στην αγαπημένη του Ελλάδα.
Εδώ, έλαβε ένα σημαντικό μέρος της εκπαίδευσής του. Ήταν απόφοιτος του Κολεγίου Αθηνών. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ απ’ όπου έλαβε μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών στις οικονομικές επιστήμες και την κοινωνιολογία. Σπούδασε επίσης νομικά στο Inner Temple Λονδίνου και έλαβε δίπλωμα Barrister at Law.
Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Δημοκρατικής Παράταξης, που αργότερα μετονομάστηκε σε Δημοκρατικό Κόμμα, που κατέλαβε τον μετριοπαθή, κεντρώο χώρο, και στελεχώθηκε κυρίως από ανθρώπους που χαρακτηρίζονται «Μακαριακοί». Για πρώτη φορά εξελέγη βουλευτής το 1976. Ακολούθησαν άλλες πέντε φορές. Το 1990 εξελέγη αντιπρόεδρος του κόμματος, του οποίου ηγείτο από τον θάνατο του Μακαρίου και μετά ο Σπύρος Κυπριανού. Μετά τις βουλευτικές εκλογές του 1991, εξελέγη για μία πενταετία Πρόεδρος της Κυπριακής Βουλής. Συμμετείχε για είκοσι χρόνια στο Εθνικό Συμβούλιο.
Στις δημοτικές εκλογές του 2006 διεκδίκησε ως ανεξάρτητος υποψήφιος την ψήφο των συμπολιτών του, προτάσσοντας το όραμα της επιστροφής όλων των Αμμοχωστιανών στην πόλη τους. Αμέσως μετά την εκλογή του, ηγήθηκε μεγάλης εκστρατείας συλλογής υπογραφών για επιστροφή στην πόλη της Αμμοχώστου και εφαρμογή των δεσμευτικών αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας, όσον αφορά την προτεραιότητα της Αμμοχώστου την οποία τα τουρκικά στρατεύματα μετέτρεψαν σε πόλη-φάντασμα.
Οι δύο τόμοι των 30.000 υπογραφών που συνελέγησαν, αποτελούν τη βάση μιας μεγάλης εκστρατείας διαφώτισης στο εξωτερικό που ανέλαβε ο Δήμος Αμμοχώστου, για τα δίκαια όλου του προσφυγικού κόσμου της Κύπρου.
(Πηγή βιογραφικών στοιχείων από την κυπριακή πύλη Philenews. Com)