Την 3η και 4η Σεπτεμβρίου γιορτάζει τα γενέθλιά του το ΠαΣοΚ. Ο εορτασμός περιλαμβάνει μια υψηλού επιπέδου επιστημονική μερίδα, που διοργανώνει το ΙΣΤΑΜΕ, το επίσημο ινστιτούτο του κόμματος, στο οποίο υπηρέτησα και εγώ ως μέλος του Διοικητικού του Συμβουλίου το 2010-2012 έπειτα από προσωπική πρόσκληση του τότε προέδρου του, Ηλία Μόσιαλου. Η λίστα των διακεκριμένων ομιλητών έχει προκαλέσει πολλά σχόλια αλλά και γνήσια περιέργεια για μια πιθανή «αναγέννηση» του ΠαΣοΚ ως φορέα της κεντροαριστεράς. Ποια όμως είναι η σχέση του ΠαΣοΚ και της κεντροαριστεράς;
Ας υποθέσουμε ότι στην ευρωπαϊκή πολιτική η Αριστερά διακρίνεται σε κομμουνιστική και δημοκρατική. Η κομμουνιστική αριστερά παρέμεινε μαρξιστική, επέμεινε στην ταξική ανάλυση της κοινωνικής ζωής, απέρριψε το κοινωνικό κράτος και τον κοινοβουλευτισμό ως ανεπαρκείς μεταρρυθμίσεις του «αστικού κράτους», υιοθέτησε μια μιλιταριστική, λαϊκιστική και συγκρουσιακή αντίληψη της πολιτικής και εν τέλει στήριξε τις απάνθρωπες δικτατορίες της ανατολικής Ευρώπης. Σήμερα η κομμουνιστική αριστερά έχει συντριβεί ηθικά και πολιτικά σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Αντίθετα, η δημοκρατική αριστερά ή αλλιώς σοσιαλδημοκρατία ή κεντροαριστερά δεν περιορίστηκε στον Μαρξ αλλά επηρεάστηκε και από τους κλασσικούς της πολιτικής φιλοσοφίας (Αριστοτέλη, Λοκ, Ρουσσώ, Τοκβίλ, κ.α.) καταδίκασε από πολύ νωρίς τον κομμουνισμό και τη «δικτατορία του προλεταριάτου», πίστεψε στις αξίες της ελευθερίας, της ισότητας και του κοινοβουλευτισμού και αγωνίστηκε για τις ίσες ευκαιρίες σε μια ευνομούμενη αγορά. Σημαία της ήταν το κράτος δικαίου, το κοινωνικό κράτος και ιδίως η ελεύθερη πρόσβαση όλων σε δημόσια εκπαίδευση, υγεία και την κοινωνική ασφάλιση. Η δημοκρατική αριστερά τελικά άλλαξε την πολιτική ατζέντα στην ήπειρό μας, έτσι ώστε από το 1945 και μετά η Ευρώπη έπαψε να είναι ένα σύνολο παραδοσιακών ιεραρχικών κοινωνιών και έγινε μια κοινωνία που η ισότητα ευκαιριών ήταν κοινό ιδανικό, αν και οι διαφορές βιομηχανοποιημένου βορρά και πιο παραδοσιακού νότου παρέμειναν. Κανένα όμως συντηρητικό κόμμα στην Ευρώπη σήμερα δεν ζητά ξήλωμα του κοινωνικού κράτους. Παρά τις διάφορες πρόχειρες αναλύσεις που γράφονται και λέγονται στη χώρα μας για δήθεν θρίαμβο του «νεοφιλελευθερισμού», η κοινωνική προστασία είναι κοινό κτήμα όλων των μεγάλων ευρωπαϊκών κομμάτων, κάτι που το βλέπει κανείς με γυμνό μάτι όταν επισκέπτεται τις χώρες αυτές.
Με βάση αυτόν τον ορισμό της Αριστεράς, κατά τη γνώμη μου το ΠαΣοΚ προσχηματικά και μόνο είναι κόμμα της κεντροαριστεράς. Το ΠαΣοΚ δεν είναι κόμμα της κεντροαριστεράς διότι δεν ήταν ποτέ συστηματική του επιδίωξη να μειώσει την κοινωνική ανισότητα ούτε να αποκαταστήσει ισότητα ευκαιριών. Το είπε, αλλά το έκανε μόνο στα πρώτα δύο χρόνια της πρώτης του τετραετίας. Στην πράξη το ΠαΣοΚ μοίρασε με αποσπασματικό τρόπο σημαντικά προνόμια σε κάποιους από τους εκλογικούς του πελάτες, αλλά δεν ασχολήθηκε με όσους δεν είχαν πρόσβαση στα συνδικάτα ή τους άλλους διαύλους της κομματικής εξουσίας. Το ίδιο ακριβώς κάνει και τώρα προσπαθώντας να μετριάσει τις συνέπειες της κρίσης στην εκλογική του πελατεία, δηλαδή τους δημοσίους υπαλλήλους, τους συνταξιούχους, τις προνομιούχες επαγγελματικές συντεχνίες αλλά αδιαφορώντας για τους υπολοίπους και ιδίως για τους ανέργους, τους νέους επιχειρηματίες, τους φτωχούς και τους κοινωνικά αποκλεισμένους.
Έπειτα από τριάντα σχεδόν χρόνια διακυβέρνησης της Ελλάδας από το ΠαΣοΚ η χώρα μας παραμένει μια από τις πιο άνισες χώρες της Ευρώπης. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεθνούς Τράπεζας και της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, η Ελλάδα το 2011, προτού ακόμα φουντώσει η κρίση, ήταν λιγότερη άνιση από την Ισπανία, την Πορτογαλία και τη Βρετανία αλλά πολύ πιο άνιση από τη Γερμανία, Ολλανδία ή τη Γαλλία και όλες τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Άλλες έρευνες δείχνουν ότι ενώ η φτώχεια μειώθηκε την περίοδο 1974-1982, το ποσοστό φτώχειας παρέμεινε λίγο ως πολύ αναλλοίωτο την περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από το ΠαΣοΚ και τη Νέα Δημοκρατία μέχρι το ξέσπασμα της κρίσης. Και σαν να μην έφτανε αυτό, τα στοιχεία του ΟΟΣΑ δείχνουν ότι η ποιότητα της δημόσιας εκπαίδευσης στη χώρα μας είναι η χειρότερη στον Ευρώπη, ενώ δεν υπάρχει πραγματικό εθνικό σύστημα υγείας και παραμένουν εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας ανασφάλιστοι. Το κοινωνικό κράτος στη χώρα μας παραμένει ένα ανεκπλήρωτο όνειρο, παρά τα δισεκατομμύρια που πέρασαν από τα χέρια του πολιτικού μας συστήματος.
Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν κάτι που ο Παρασκευάς Αυγερινός γράφει στο πρόσφατο βιβλίο του «Η Αλλαγή τελείωσε Νωρίς», ότι δηλαδή το ΠαΣοΚ είχε μέσα του τον παλαιοκομματισμό της προδικτατορικής περιόδου, ο οποίος επικράτησε πολύ γρήγορα μετά την πρώτη εκλογική του νίκη. Το ΠαΣοΚ έπεσε στα χέρια παλαιοκομματικών βουλευτών του παλιού κέντρου ήδη από την πρώτη τετραετία διακυβέρνησής του. Η ταυτότητα του ΠαΣοΚ ως κυρίως πελατειακού κόμματος επιβεβαιώθηκε με την ήπια αποδοχή από το κόμμα της φράσης που ο Ανδρέας Παπανδρέου είπε στο Εκτελεστικό Γραφείο του Κόμματος το 1986, «είπαμε να κάνει ένα δωράκι στον εαυτό του αλλά όχι και 500 εκατομμύρια». Η φράση διαψεύσθηκε, αλλά έγκυροι αναλυτές της περιόδου αυτής πιστεύουν ότι πράγματι ειπώθηκε (βλ. Γιάννη Βούλγαρη, Η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης, σ. 340). Ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ εγκαινίασε τότε την ανοχή προς τη διαφθορά, πολιτική που οδήγησε στα γνωστά σκάνδαλα της περιόδου Κοσκωτά, τις προνομιακές σχέσεις με συγκεκριμένους επιχειρηματίες, την επιλεκτική ανοχή προς τα ιδιωτικά κανάλια που ιδιοποιήθηκαν τις τηλεοπτικές συχνότητες τις οποίες διακρατούν παρανόμως ακόμα και σήμερα αλλά και την ατέλειωτη αλλά άκαρπη παραφιλολογία για τη «διαπλοκή» στην οποία διακρίθηκε ο Κώστας Καραμανλής.
Η αρπακτικότητα του πολιτικού και επιχειρηματικού συστήματος εξουσίας που εγκαταστάθηκε στα πράγματα την περίοδο αυτή, δημιούργησε μια νέα ιεραρχική διάρθρωση της κοινωνίας μας. Η Ελλάδα χωρίστηκε στους από μέσα και τους απέξω και έτσι κομματικοποιήθηκε κάθε κομμάτι της κοινωνικής ζωής, από τα σχολεία μέχρι τα πανεπιστήμια, τα δικαστήρια, τα συνδικάτα, την αστυνομία και τα νοσοκομεία. Η νέα αυτή ιεραρχία καλύφθηκε από μια κομμουνιστικής εμπνεύσεως λογική πολιτικής οξύτητας την οποία καλλιέργησε το ΠαΣοΚ και η τότε προνομιακή εφημερίδα του, η «Αυριανή», και στην οποία διακρίθηκαν στελέχη του λεγόμενου προεδρικού τότε κλίματος και ιδίως ο Μένιος Κουτσόγιωργας και Άκης Τσοχατζόπουλος. Αυτή είναι η λογική ότι ή θα επικρατήσουμε «εμείς» ή «εκείνοι» (την οποία σήμερα έχει υιοθετήσει ο κ. Τσίπρας) και βάσει της οποίας δικαιολογείται η οποιαδήποτε μεροληψία σε συμβάσεις, προσλήψεις, προαγωγές κλπ στους «δικούς μας». Έτσι λοιπόν ό,τι έκανε η «παράταξή» μας συγχωρείτο από τη γενική προσπάθεια να επικρατήσουμε εμείς έναντι των αντιπάλων. Η ίδια λογική παραταξιακής οξύτητας υιοθετήθηκε εν καιρώ και από τη Νέα Δημοκρατία και κάλυψε αντίστοιχες αθρόες παράνομες προσλήψεις για τα «δικά μας παιδιά» στην καταστροφική πενταετία Καραμανλή, που χρεοκόπησε οριστικά τη χώρα.
Το ΠαΣοΚ και η Νέα Δημοκρατία έχουν πλέον διαβρωθεί από μέσα, όπως αποδεικνύεται αυτές τις μέρες στη δίκη του παραλίγο πρωθυπουργού Άκη Τσοχατζόπουλου και των πρώην συνεργατών του. Το ΠαΣοΚ ήταν και είναι κατά βάση ομάδα ατάκτων με αρχηγό, χωρίς τους παραμικρούς συλλογικούς θεσμούς παραγωγής πολιτικής ή στοιχειώδους στρατηγικής διαβούλευσης. Σε αυτό διαφέρει σε τεράστιο βαθμό από τα μεγάλα κεντροαριστερά κόμματα της Ευρώπης και αδυνατεί να απορροφήσει νέες ιδέες ή αναλύσεις που να μην προέρχονται από τον στενό κομματικό ηγετικό πυρήνα, κάτι που με λύπη μου διαπίστωσα τη διετία που υπηρέτησα στο ΙΣΤΑΜΕ, όπου είδα από πρώτο χέρι ότι οι προσπάθειες εξαιρετικών στελεχών δεν οδηγούσαν πουθενά.
Έτσι, παρά τις ειλικρινείς και μεγάλες προσπάθειες του Κώστα Σημίτη και αργότερα και του Γιώργου Παπανδρέου και των συνεργατών τους, είναι φανερό ότι κάτω από την επίφαση δημοκρατικού κόμματος και κάτω από την πρώτη γραμμή πολιτικής εκπροσώπησης, υπάρχει το πραγματικό ΠαΣοΚ που ασχολείται μόνο με ένα πανηγύρι θηριώδους διαφθοράς και που διέβρωσε ολόκληρο τον κρατικό μηχανισμό αλλά και τον ιδιωτικό τομέα. Με ευθύνη πλέον και του ΠαΣοΚ και της Νέας Δημοκρατίας το πολιτικό μας σύστημα έγινε μηχανισμός εξυπηρέτησης ιδιωτικών συμφερόντων είτε αυτό αφορούσε στημένους διαγωνισμούς δημοσίων έργων, είτε προσλήψεις και προαγωγές, είτε προμήθειες της υγείας ή οπλικά συστήματα. Τα ίδια τα στελέχη του ΠαΣοΚ μιλούν σήμερα ανοιχτά για την κατάσταση αυτή χρησιμοποιώντας τον ευφημισμό «νοοτροπία κυβερνητισμού», για να περιγράψουν αξιόποινες πράξεις.
Σήμερα είναι ακόμα πιο σημαντικό να δούμε πώς αντιδρά το σημερινό ΠαΣοΚ στις διαπιστώσεις αυτές και στην εκλογική συντριβή του 2012. Έφτιαξε μήπως το ΠαΣοΚ δομές συλλογικότητας που θα απαιτούν λογοδοσία από όλα τα στελέχη του και ιδίως την ηγεσία; Ερεύνησε το ΠαΣοΚ γιατί απέτυχε να χαράξει πολιτική και αφέθηκε στις πελατειακές στρατηγικές; Ενίσχυσε μήπως την αξιοκρατία και την επαφή του με τις πιο δημιουργικές δυνάμεις στα πανεπιστήμια και τις επιχειρήσεις; Έφτιαξε διαύλους με το επιστημονικό του δυναμικό ή με όμορα κόμματα στην Ευρώπη; Δεν έχει κάνει τίποτε από αυτά. Το ΠαΣοΚ δεν έχει αλλάξει στο ελάχιστο. Παραμένει ένα κόμμα του πελατειακού λαϊκισμού, που καιροσκοπικά χρησιμοποιεί από καιρού εις καιρόν διακεκριμένους επιστήμονες και τον ιδεαλισμό τους αλλά διαλέγει μόνο τις πολιτικές που θεωρεί ότι θα ανεβάσουν τα ποσοστά του, με άφρονο λαϊκισμό, θολές διαδικασίες και απόλυτη εξουσία στα χέρια του εκάστοτε προέδρου.
Άθελά του ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ επιβεβαίωσε με σχεδόν κωμικό τρόπο την νοοτροπία του αυτή. Πρόσφατα ζήτησε από ιδιωτικές ελεγκτικές εταιρείες ανεξάρτητο έλεγχο των οικονομικών του ΠαΣοΚ, το οποίο όπως είναι γνωστό χρωστά πάνω από 120 εκατομμύρια ευρώ σε τράπεζες. Ο κ. Βενιζέλος παρέλαβε το πόρισμα αλλά τώρα αρνείται να το δώσει στη δημοσιότητα. Ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ φαίνεται ότι δεν θεωρεί ότι οφείλει λογοδοσία στους φορολογούμενους, στις (δημόσιες) τράπεζες που τον δανείζουν, ή στους εκλογείς, τη Βουλή και στο κάτω κάτω της γραφής στους πολιτικούς του αντιπάλους. Δεν θεωρεί, συνεπώς, ότι συμμετέχει σε μια κοινή πολιτική κοινοβουλευτική διαδικασία, αλλά μεταχειρίζεται το ΠαΣοΚ ως την οικογενειακή του επιχείρηση, της οποίας τα οικονομικά δεδομένα και οι τραπεζικοί λογαριασμοί οφείλουν να μείνουν μυστικοί. Ο κ. Βενιζέλος και το ΠαΣοΚ, παραβιάζουν τους πιο στοιχειώδεις κανόνες της ισοπολιτείας. Η λογική αυτή δεν αρμόζει σε κόμμα της κεντροαριστεράς. Ίσως να μην αρμόζει καν σε κόμμα.
Χρειαζόμαστε σήμερα επειγόντως ένα πραγματικό δημοκρατικό και προοδευτικό κόμμα που θα συγκρουστεί με τη διαφθορά από όπου και αν προέρχεται, θα απελευθερώσει τις δημιουργικές δυνάμεις της χώρας και θα δώσει φωνή με θάρρος και ευθύτητα στη νέα γενιά, στους χαμένους της κοινωνικής αδικίας και της κρίσης χωρίς την ιδεολογική τυφλότητα του ΚΚΕ, χωρίς τη δειλία της ΔημΑρ και χωρίς το μίσος για την Ευρώπη και την ανοικτή κοινωνία που καλλιεργούν ο ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης. Οι αρχές ενός τέτοιου νέου κόμματος θα πρέπει είναι οι αρχές της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, η ελευθερία, η ισότητα, η αλληλεγγύη, ο κοινοβουλευτισμός, το κράτος δικαίου. Σκοπός του θα είναι να παραμείνει η χώρα μας μια ανοικτή κοινωνία μέσα στην καρδιά της Ευρώπης. Ένα τέτοιο δημοκρατικό κόμμα, που να εμπνέει εμπιστοσύνη και να μπορεί να οδηγήσει σε μια νέα, δίκαιη μοιρασιά των οικονομικών βαρών και ευκαιριών της κοινωνίας μας, δυστυχώς, δεν ήταν, δεν είναι και ούτε πρόκειται να γίνει το ΠαΣοΚ.
*Ο κ. Παύλος Ελευθεριάδης διδάσκει στην Νομική σχολή του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.