Το Γκράνθαμ είναι μια μικρή πόλη στο κέντρο της Αγγλίας, με 40.000 περίπου κατοίκους. Κάτι σαν να λέμε η Καρδίτσα της Μεγάλης Βρετανίας. Στο Γκράνθαμ, λοιπόν, ένα μεσημέρι του Οκτωβρίου του 1925 γεννήθηκε η Μάργκαρετ Χίλντα Ρόμπερτς. Μία μέρα σαν και τη σημερινή, στις 8 Απριλίου 2013, η 88χρονη τότε Μάργκαρετ (που είχε αλλάξει το επώνυμό της σε Θάτσερ) αφήνει την τελευταία της πνοή στο Λονδίνο, μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο.
Υπάρχουν πολλά που μπορεί να γράψει κανείς για τη γυναίκα που άλλαξε τα πάντα στην Ευρώπη. Οχι τόσο πολύ γιατί άλλαξε την ίδια την Ευρώπη, αλλά γιατί άλλαξε συθέμελα τη Βρετανία, τροποποιώντας τους συσχετισμούς μέσα στην ΕΕ και στρώνοντας ένα οικονομικό μονοπάτι με πέταλα χρηματοπιστωτικής ευημερίας για τους Βρετανούς.
Οι πολιτικοί αντίπαλοί της θα τη χαρακτηρίσουν εθνικίστρια. Οι φανατικοί οπαδοί της θα απαντήσουν πως ήταν απλώς σωβινίστρια. Οσοι τη μισούσαν την αποκαλούσαν βαθιά συντηρητική. Οσοι την είχαν ίνδαλμα εξακολουθούν να τη συμπεριλαμβάνουν στους φιλελεύθερους, προκαλώντας αμηχανία στους πραγματικούς φιλελεύθερους, πολιτικά και κοινωνικά, οι οποίοι υποστηρίζουν πως ο θατσερισμός αλλοίωσε την έννοια της ιδεολογίας τους. Οσοι αφήνουν στην άκρη την πολιτική στέκονται στον επαρχιωτισμό της, ο οποίος αποτυπωνόταν στη συμπεριφορά της. Είχε μια μικρή εμμονή με την άρχουσα κοινωνικά τάξη, απαντούν οι fans της. Υπέφεραν οι ανθρακωρύχοι κι οι οικοδόμοι θα πουν οι μεν, θριάμβευσαν οι οικονομολόγοι και τα στελέχη εταιρειών θα απαντήσουν οι δε.
Σε κάθε περίπτωση, αν κάτι είναι σίγουρο είναι πως η Θάτσερ είναι η απόδειξη πως ο συνδυασμός οικονομικού φιλελευθερισμού, κοινωνικού συντηρητισμού και πατριωτικής ρητορικής είναι ικανός να δημιουργήσει πλειοψηφίες μέσα στην κοινωνία και να κερδίσει εκλογές. Κι όταν πολλές συνεχόμενες εκλογές κερδίζονται, αλλάζει ολόκληρη η κοινωνία και η Ιστορία η ίδια. Η Θάτσερ ήξερε τι ήθελε. Παρά τη λυσσώδη αντιπολίτευση, παρά το κοινωνικό προτσές που προκαλούσε η πολιτική της εξελέγη τρεις φορές με μεγάλη πλειοψηφία. Οι πολίτες του Ηνωμένου Βασιλείου την εξέλεξαν γιατί στο πρόσωπό της έβλεπαν μία πολιτικό με θέληση και με αυτοπεποίθηση που αναπτέρωνε το ηθικό των ψηφοφόρων και στερέωνε την οικονομία της χώρας της. Πολλοί αποδίδουν αυτήν την πυγμή της στον τρόπο που μεγάλωσε. Κόρη μεθοδιστών πήγαινε εκκλησία τρεις φορές κάθε Κυριακή…
Δεν έχει σημασία αν η Θάτσερ θα κατάφερνε να κερδίσει εκλογές σήμερα. Σημασία έχει πως ενέπνευσε μια ολόκληρη γενιά πολιτικών που σήμερα έχουν την πλειοψηφία στην Ευρώπη
Θα μπορούσε η Θάτσερ να επιβιώσει σήμερα; Δύσκολο να απαντήσεις. Σε μία περίοδο, όμως, που η φτωχοποίηση αγγίζει όλο και περισσότερο κόσμο, σε μία περίοδο που η ανεργία αποκλείει εκατομμύρια νέους από την απασχόληση, σε μία περίοδο που το Προσφυγικό φέρνει στα κέντρα των μεγαλουπόλεων ετερόκλητα και ανομοιογενή πλήθη, οι πολιτικές που βασίζονται στον ακραίο συντηρητισμό δύσκολα επιφέρουν κοινωνική και οικονομική πρόοδο. Αντίθετα, επιφέρουν συνθήκες σύγκρουσης σε κοινωνίες που έτσι κι αλλιώς βιώνουν κρίση. Επιφέρουν ακόμη μεγαλύτερους αποκλεισμούς σε βασικά κοινωνικά αγαθά (υγεία, παιδεία, εργασία κλπ) κι όχι διαδικασίες ανοιχτής πρόσβασης και ένταξης. Είναι, όμως, πολύ πιθανό να μπορούσε να θριαμβεύσει και πάλι εκλογικά. Εξάλλου, κομμάτι της ρητορικής της υιοθετείται από αντίστοιχες μερίδες του πολιτικού φάσματος που ολοένα και κερδίζουν κοινοβουλευτικό έδαφος ανά τα ευρωπαϊκά κοινοβούλια.
Σημασία, όμως, δεν έχει το υποθετικό παραπάνω ερώτημα. Σημασία έχει ότι η Θάτσερ κατάφερε να εμπνεύσει μια ολόκληρη γενιά συντηρητικών πολιτικών, οι οποίοι κυβερνούν σχεδόν τα 2/3 της Ευρώπης, μεταξύ αυτών και η Ανγκελα Μέρκελ (μια ενδιαφέρουσα σύγκριση των δύο γυναικών μπορείτε να βρείτε εδώ) Σκεφτείτε το, οι σημερινοί 50ρηδες και 60ρηδες που κυβερνούν τα περισσότερα κράτη έχουν τις ρίζες της πολιτικής παιδείας τους στα χρόνια της Μάργκαρετ.
Και μια ποδοσφαιρική ιστορία
Το πιο επιτυχημένο project της πολιτικής της Θάτσερ, όμως, δεν αφορά την πολιτική. Αφορά το προϊόν που όλοι μας καταναλώνουμε με μεγάλη ευχαρίστηση, το βρετανικό ποδόσφαιρο. Η αποφασιστικότητα της βρετανής πολιτικού άλλαξε ριζικά την κατάσταση στα γήπεδα, έδιωξε μια και καλή τον χουλιγκανισμό από τις εξέδρες (τουλάχιστον στα εντός Αγγλίας ματς) και έβαλε τις βάσεις για το αποδοτικότερο μάρκετινγκ στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Ολα άρχισαν το 1985 με την τραγωδία του Χέιζελ και ολοκληρώθηκαν το 1989 με την άλλη τραγωδία, αυτή του Χίλσμπορο. Τα κάγκελα και οι κερκίδες ορθίων εξαφανίστηκαν, τα εισιτήρια ακρίβυναν, οι ομάδες υποχρεώθηκαν να τηρούν αυστηρότατους όρους ασφαλείας και κάπως έτσι άλλαξε το περιβάλλον που επικρατούσε για σχεδόν έναν αιώνα στα γήπεδα. Μέσα σε λιγότερο από μία δεκαετία.
Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Για να γίνουν όλα όσα έγιναν, έπρεπε να βρεθεί ένας αποδιοπομπαίος τράγος. Εξάλλου, αυτός ο ρόλος είναι και ο ρόλος κλειδί στην ιστορική πορεία των ανθρώπινων κοινωνιών. Να βρεθεί κάποιος για την ευθύνη. Οι εφημερίδες άρχισαν αμέσως να γράφουν για χούλιγκανς, αποκρύπτοντας τις ευθύνες της Αστυνομίας που άφησε σχεδόν 10.000 κόσμου να μπει στις εξέδρες ενώ ήταν, ήδη, γεμάτες. Σύσσωμη η πολιτική ηγεσία της Μεγάλης Βρετανίας αφήνει να αναπτυχθεί ένα αφήγημα κατά των ίδιων των 96 θυμάτων της τραγωδίας του Χίλσμπορο, ένα αφήγημα που υπαγορεύει την ανάθεση ευθυνών στους νεκρούς φιλάθλους της Λίβερπουλ. Υπουργοί της Θάτσερ μιλούν για μεθυσμένους οπαδούς, οι οποίοι μπαίνουν στο γήπεδο χωρίς εισιτήρια και προκαλούν χάος. Ωστόσο, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Επρεπε να περάσουν 25 και πλέον χρόνια για να έρθει η αλήθεια στο φως. Η οικογένεια των θυμάτων –και η ίδια η Λίβερπουλ-προσπαθούσαν από το 1989 να ρίξουν φως στην υπόθεση. Το πόρισμα του 2012 μιλά για ευθύνες της Αστυνομίας, για αλλοιωμένες ιατροδικαστικές εκθέσεις και για συμμετοχή του δημάρχου του Σέφιλντ, της πόλης όπου έγινε το… κακό.
Λιγότερο από έναν χρόνο μετά, η Μάργκαρετ Θάτσερ πεθαίνει. Αρκετοί οπαδοί της Λίβερπουλ στήνουν πάρτι σε διάφορα σημεία αρκετών πόλεων της Αγγλίας και γιορτάζουν τον θάνατό της.
Υ.Γ. Ας δούμε τι έκανε η Θάτσερ, σχεδόν, 30 χρόνια πριν και που ακόμη δεν έχουν γίνει στην Ελλάδα
- Ιδιωτικοποιήσεις: Στη δεύτερη θητεία της, ιδιωτικοποιείται μεταξύ άλλων η Jaguar, η British Telecom, η BritOil και η British Aerospace και αργότερα η British Steel, η British Airways, οι εταιρείες νερού και ηλεκτρικού ρεύματος. Το πρόγραμμα άρχισε να εφαρμόζεται μέσω της πώλησης μετοχών στο Χρηματιστήριο και από το 1987 και μετά ο πληθωρισμός αρχίζει να πέφτει σημαντικά. Η ανεργία αποκλιμακώνεται και η κυβέρνηση προχωρά σε περικοπές φόρων. Στο τέλος του 1989, το ΑΕΠ του Ηνωμένου Βασιλείου κλείνει με άνοδο 26,8% από την στιγμή που ανέλαβε η Θάτσερ, το 1979.
- Υποβάθμιση του ρόλου των συνδικάτων: Είναι Άνοιξη του 1984 και η Θάτσερ αποφασίζει να ιδιωτικοποιήσει τα κερδοφόρα ορυχεία και να κλείσει τα ζημιογόνα. Οι ανθρακωρύχοι αντιδρούν και προχωρούν σε δυναμικές κινητοποιήσεις που κρατούν σχεδόν έναν χρόνο. Στις απεργίες συμμετέχει το 70% σχεδόν των ανθρακωρύχων της χώρας και τα βίαια επεισόδια με την Αστυνομία είναι καθημερινά. Η Θάτσερ έχει δηλώσει πως δεν κάνει πίσω, πως δεν είναι διατεθειμένη να υποχωρήσει στα αιτήματα των συνδικάτων και δεν ιδρώνει το αυτί της ούτε όταν η λίρα ολισθαίνει έναντι του δολαρίου. Τελικώς, καταφέρνει να κλείσει 20 από τα 25 ορυχεία που σχεδίαζε. Εδώ ακόμη προσπαθούμε να ανοίξουμε τα κλειστά επαγγέλματα.
- Ιδιωτική εκπαίδευση: Η Θάτσερ πίστευε στην γενικευμένη ιδιωτική εκπαίδευση και ευνόησε τον κεντρικό έλεγχο του τομέα από το υπουργείο Παιδείας και όχι από τις τοπικές Αρχές, όπως συνέβαινε. Με αυτόν τον τρόπο βρήκε τον τρόπο να πετύχει χαμηλή χρηματοδότηση στα Ιδρύματα και να προωθήσει έπειτα διαφορετικούς τύπους σχολείων και Πανεπιστημίων. Το 1981 ψηφίζονταν τα πλήρη δίδακτρα για τους φοιτητές. Τριανταπέντε χρόνια μετά, τα βρετανικά Πανεπιστήμια παραμένουν ο κορυφαίος προορισμός στο εξωτερικό για τους έλληνες φοιτητές.