Υπάρχει μια ψευδαίσθηση –προς το παρόν– σε κάποιους κυβερνητικούς κύκλους, ότι το θέμα των υποκλοπών δεν απασχολεί και τόσο πολύ τους πολίτες και ότι δεν θα κρίνει με καθοριστικό τρόπο τις πολιτικές εξελίξεις. Μέχρις ενός σημείου, η ψευδαίσθηση μπορεί και να δικαιολογείται. Απλώς αυτό το σημείο είναι κάπως θολό. Και ορίζεται από το πού σταματούν οι αποκαλύψεις ή και ποια θα είναι η περαιτέρω πολιτική διαχείριση – που μέχρι τώρα δεν ήταν η καλύτερη.
Εκεί όπου δεν υπάρχει καμία ψευδαίσθηση είναι στο ότι η τσέπη κρίνει τις εκλογές. Ειδικώς, δε, όταν για οποιονδήποτε λόγο η κυβερνητική εικόνα πολιτικής ηγεμονίας αρχίζει και κλονίζεται, η τσέπη «βαραίνει» ακόμη περισσότερο. Υπήρξαν δε και φορές που ό,τι κι αν εξήγγειλε κανείς σε παροχές και πακέτα, η πολιτική του μοίρα δεν άλλαζε με τίποτε. Βλέπε το ΠΑΣΟΚ του 2003-2004.
Σήμερα, λοιπόν, η κυβέρνηση Μητσοτάκη-ΝΔ είναι σε μια δύσκολη θέση λόγω των υποκλοπών και βλέπει έναν προεκλογικό χειμώνα γεμάτο αβεβαιότητες και παράδοξα. Παρά ταύτα, μπορεί να αισθάνεται τυχερή και ευτυχής, για έναν εκ πρώτης όψεως απλό λόγο: Εχει λεφτά να μοιράζει.
Η ευτυχία αυτή, όμως, δεν θα είναι παντοτινή.
Τις τελευταίες εβδομάδες είδαμε ότι από τη μια μέρα στην άλλη μπήκαν όλοι στο πρόγραμμα «Εξοικονομώ», με επιβάρυνση του προϋπολογισμού κατά περίπου μισό δισ. επιπλέον. Εν συνεχεία αποφασίστηκε ότι λόγω της μαινόμενης ενεργειακής κρίσης, θα μοιραστούν άλλα δύο επιπλέον δισ. τον Σεπτέμβριο για την επιδότηση του ρεύματος.
Οι υπάρχουσες ενδείξεις μας λένε ότι τα δισ. θα συνεχίσουν να μοιράζονται με τους ίδιους ρυθμούς τον χειμώνα — αν δεν υπάρξει κάποια άλλου τύπου έκπληξη. Μας λένε, επίσης, ότι αφού σε λίγους μήνες έχουμε εκλογές, η διακοπή των επιδοτήσεων και των επιδομάτων θα ήταν καθαρή πολιτική αυτοκτονία.
Το ότι «λεφτά υπάρχουν» εν προκειμένω οφείλεται σε έναν συνδυασμό παραγόντων που διαμορφώνεται από την τουριστική έκρηξη και από τα αυξημένα φορολογικά έσοδα, τα οποία με τη σειρά τους, κατά μείζονα λόγο οφείλονται στις ανατιμήσεις και την αυτόματη ευεργετική τους επίδραση στα κρατικά ταμεία, λόγω του ΦΠΑ. Αν όμως συνεχίσουμε έτσι, οι πόροι από τη μία τσέπη θα βγαίνουν, στην άλλη θα μπαίνουν και αυτό πιθανώς να αποδειχθεί ένα βαρέλι δίχως πάτο.
«Τα οικονομικά είναι απλά, αρκεί να τα καταλαβαίνουμε», έλεγε ο καθηγητής Γιώργος Δράκος και ίσως αυτό είναι το μόνο ακλόνητο αξίωμα της πολιτικής οικονομίας – αν θεωρήσει κανείς ότι πρόκειται για επιστήμη (που δεν πρόκειται). Το θέμα είναι τι καταλαβαίνει ο καθένας.
Τι σημαίνει αυτό σε συνδυασμό με όλα τα παραπάνω;
Για να απαντήσει κανείς, οφείλει να δει μερικά παράδοξα της ελληνικής συνθήκης.
Η χώρα είναι αλήθεια ότι διανύει μία περίοδο κατά την οποία συντελείται ένα οικονομικό άλμα, για διάφορους λόγους. Μεταξύ αυτών ο τουρισμός, το τέλος της μεταμνημονιακής εποπτείας, η βελτίωση του επενδυτικού κλίματος, η γεωπολιτική αναβάθμιση κ.ά.
Ενώ όμως έχει βγει η Ελλάδα από τα μνημόνια, εξακολουθεί να μην έχει ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα. Το λογικό και αναμενόμενο είναι ότι αυτό θα συμβεί μέσα στους επόμενους μήνες, ειδικώς αν δεν υπάρξουν σημαντικές πολιτικές αναταράξεις ή ανωμαλίες.
Οταν όμως συμβεί, θα σημάνει το εξής: Η Ελλάδα θα πάψει να δανείζεται με το ειδικό προνομιακό καθεστώς που της διασφάλισαν οι εξαιρέσεις της ΕΚΤ και της ΕΕ τα τελευταία χρόνια. Θα επιστρέψει δηλαδή στις αγορές για δανεισμό, μόνη και αυτόνομη και με τα δικά της δεδομένα προς αξιολόγηση.
Αυτό με τη σειρά του θα σημάνει ότι οι αγορές θα έχουν υπό εξονυχιστικό έλεγχο και παρακολούθηση όλα όσα συμβαίνουν στην ελληνική οικονομία.
Και υπό αυτό το πρίσμα, κατανοεί κανείς ότι τα λεφτά που μοιράζονται τώρα δεν θα μπορούν να μοιράζονται για πολύ ακόμη, ότι οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να τρέξουν ιλιγγιωδώς, ότι το Ταμείο Ανάκαμψης θα πρέπει να αξιοποιηθεί δίχως εκπτώσεις και καθυστερήσεις και πολλά άλλα.
Είναι κάτι που θα απασχολήσει μετά τις εκλογές και πιθανώς θα διαμορφώσει ένα άλλο πολιτικό περιβάλλον, στο οποίο θα αναμετρηθούν οι ρεαλιστικές προσδοκίες και αποφάσεις με το νέο κύμα του λαϊκιστικού παροξυσμού.
Μέχρι τότε, ας πορευτούμε στο άγνωστο, μουντό περιβάλλον του χειμώνα, ελπίζοντας για το καλύτερο.