Εν αναμονή της συνέχειας στην ελληνοτουρκική ένταση και έπειτα από το «τζαρτζάρισμα» Μητσοτάκη – Ερντογάν στην Πράγα, το θέμα που παραμένει σε εκκρεμότητα είναι η επόμενη επινόηση του τούρκου προέδρου και ο τρόπος με τον οποίο αυτή θα φανερωθεί.
Το να προσπαθεί κανείς να μαντέψει δίχως στοιχεία και ενδείξεις, είναι από μάταιο έως και επιζήμιο. Όπως και το να κηρύσσεται καθημερινώς ο πόλεμος στο Αιγαίο από αναρμόδιους και άσχετους, να μετατρέπεται το εθνικό θέμα σε πεδίο επαρχιώτικου τύπου εσωτερικής πολιτικής αντιπαράθεσης, αλλά και θεωρείται από ορισμένους ότι δεν τρέχει και τίποτε.
Το ζήτημα εν προκειμένω είναι ότι όλοι θα πρέπει να αντιληφθούν ότι αυτά που συμβαίνουν, εντάσσονται αναγκαστικά στο ευρύτερο γεωπολιτικό περιβάλλον, όπου όλα αλληλεπιδρούν και οι εξελίξεις στο ένα μέτωπο μπορεί να επηρεάσουν καθοριστικά ένα άλλο.
Υπό αυτό το πρίσμα, καλό είναι να λείπουν οι υπεραπλουστεύσεις. Και να γίνεται αντιληπτό από όσο το δυνατόν περισσότερους, ότι σημασία δεν έχει αυτό που νομίζουν ότι συμβαίνει, αλλά αυτό που συμβαίνει πραγματικά.
Τι είναι αυτό; Το περιέγραψε πολύ απλά και συνοπτικά ο Βαγγέλης Βενιζέλος, προ ημερών στο ετήσιο συνέδριο του Κύκλου Ιδεών — όχι αναγκαστικά με αναφορά στα ελληνοτουρκικά, αλλά πάντως με έναν διαφωτιστικό τρόπο για τους συσχετισμούς.
«Τι σημαίνει η Ευρώπη στο ΝΑΤΟ;», αναρωτήθηκε, ρητορικώ τω τρόπω ο Βενιζέλος, παρεμβαίνοντας σε μία συζήτηση για την στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης και υπογράμμισε: «Δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Υπάρχει στο ΝΑΤΟ για να επικροτεί και να προσυπογράφει τις αμερικανικές πρωτοβουλίες. Οι δε αμερικανικές πρωτοβουλίες δεν συζητούνται καν με τη Γαλλία και τη Γερμανία, συζητούνται με το Ηνωμένο Βασίλειο και με την Τουρκία. Αυτή είναι η τρόικα του ΝΑΤΟ, δεν υπάρχει ευρωπαϊκός πυλώνας».
Όπως είχε δε νωρίτερα επισημάνει: «Υπάρχει κατά τη γνώμη μου μια προκλητική ασυμμετρία. Αυτή τη στιγμή συγκροτείται η Δύση ως στρατηγική οντότητα, υπό την απόλυτη αμερικανική ηγεμονία. Η Ευρώπη ενοχοποιείται, κατηγορείται για εμφανή ή υπολανθάνοντα ενδοτισμό, απέναντι και στη Ρωσία και στην Κίνα».
Και όπως ακόμη πιο απερίφραστα προσέθεσε: «Δεν έχει (η Ευρώπη) αίσθηση διαθεσιμότητας θανάτου, ανάληψης κινδύνου».
Αυτό το τοπίο το χαρακτήρισε «εφιαλτικό» ο Βενιζέλος. Και δεν θα βλάψει αν αυτό το λάβουν υπόψιν τους όλοι και το δουν έτσι.
Είναι μία επικίνδυνη ψευδαίσθηση να πιστεύει κανείς ότι η Τουρκία θα απεμπολήσει το ρόλο της ως μέλους της «τρόικας του ΝΑΤΟ». Ωστόσο, έχει την ίδια στιγμή τη σημασία της και η αντικειμενική αναβάθμιση του ρόλου της Ελλάδας στη συμμαχία, στη σημερινή γεωπολιτική αναδιάταξη και ρευστότητα, είτε λόγω της βάσης της Αλεξανδρούπολης, είτε λόγω της γενικότερης διεύρυνσης της στρατιωτικής της συνεργασίας με τις ΗΠΑ.
Πλην όμως, όλα αυτά δεν διαμορφώνουν μία συνθήκη στην οποία μπορεί να θεωρείται εξασφαλισμένη η υπέρ ημών έκβαση κάθε ενδεχόμενης εμπλοκής. Ας μην υποτιμούμε και κάτι άλλο (που επισημαίνει ο Δημήτρης Καιρίδης): Ότι υπό τις παρούσες συνθήκες και ενώ ο κόσμος καίγεται, μπορεί και να βαρεθούν σιγά σιγά πολλοί να παρακολουθούν την Τουρκία και την Ελλάδα να πλακώνονται διαρκώς, δίχως και να τους πολυενδιαφέρει τελικά ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο. Άλλωστε, το διεθνές δίκαιο είναι ως γνωστόν ένας από τους πλέον γενικούς και θεωρητικούς όρους.
Το τραγικό και απογοητευτικό υπό αυτές τις συνθήκες, είναι ότι εν όψει εκλογών η πολιτική συζήτηση που διεξάγεται στη χώρα, κινείται εκτός θέματος, με τρόπο δολίως παραπλανητικό και επικίνδυνο. Η ευθύνη για αυτό βαρύνει πολλούς και γνωστούς, από την Αριστερά της αοριστολογίας, έως τους επιτήδειους ουδέτερους και τους έξαλλους, αλλά πάντως άκαπνους υπερπατριώτες, κ.ά.
Και επειδή είναι δεδομένο ότι σε αυτό το διεθνές περιβάλλον θα γίνουν οι εκλογές, η αλλαγή τακτικής όλων εκείνων οι οποίοι επιμένουν να μιλούν εκτός θέματος, αναδεικνύεται σε επείγουσα εθνική προτεραιότητα.