«Στυλ είναι να ξέρεις ποιος είσαι, τι θέλεις να πεις και να μη σου καίγεται καρφί» έλεγε ο συγγραφέας Γκορ Βιντάλ προτού η λέξη διαφορετικότητα μπει στο λεξιλόγιο μας. Και η σχεδιάστρια Κοκό Σανέλ είπε πολλά ωραία για το στυλ, όπως: «Ψάξε για τη γυναίκα μέσα στο φόρεμα. Αν δεν υπάρχει γυναίκα, δεν υπάρχει φόρεμα».
Ως λάτρης των ευφυών φράσεων, μπορώ να παραθέσω αρκετά που αφορούν τον τρόπο που εκφραζόμαστε ενδυματολογικά στην καθημερινότητά μας. Και αν κάποτε υπήρχαν συμβάσεις που καθόριζαν με αυστηρότητα τους κώδικες ντυσίματος σε κάθε περίσταση, το πώς πρέπει να πηγαίνουμε στη δουλειά και τι συνιστάται να φορέσουμε σε μια εκδήλωση, ακόμα και την πρέπουσα χρωματική παλέτα των ρούχων, πλέον το μότο λέει ότι είσαι ελεύθερος να ντύνεσαι όπως θες και να πειραματίζεσαι με το στυλ σου.
Θες να γεμίσεις το σώμα σου τατουάζ; Να φοράς μίνι μέχρι τα 80; Να βγαίνεις από το σπίτι σαν παιδί των λουλουδιών ή pin-up μοντέλο ή σαν την Καίτη Φίνου σε βιντεοκασέτα του ’80; Διαμόρφωσε όπως θες τη στυλιστική σου ταυτότητα, την οποία οι άλλοι θα πρέπει να σέβονται. Θα πρέπει επίσης να μη σε αξιολογούν, να σε δέχονται ή να σε απορρίπτουν, με κριτήριο το ενδυματολογικό σου αποτύπωμα.
Αυτά λέει η εποχή, τουλάχιστον στην ιδανικότερη, πιο ανοιχτόμυαλη εκδοχή της. Και υπάρχουν μέρη στον παγκόσμιο χάρτη όπου πραγματικά γίνεται πράξη η αποδοχή της διαφορετικότητας στην εμφάνιση. Περπατάς στον δρόμο ντυμένος όπως επιθυμείς και δεν σε κρίνουν ούτε σε στραβοκοιτάνε.
Στην Ελλάδα, βέβαια, παλεύουμε ακόμα για να κατακτήσουμε τη συγκεκριμένη ελευθερία. Εδώ θα ακούσεις σχόλια κοροϊδευτικά και απαξιωτικά, θα δεις βλέμματα να σε κοιτούν περίεργα και θα σου πουν ότι στο γραφείο δεν μπορείς να εμφανίζεσαι με χαλκά στη μύτη και ξεσκισμένο τζιν. Παρ’ όλα αυτά, δεν έχουμε μείνει και στο 1950, έχουμε προχωρήσει και εμείς σε μια πιο ανεκτική προσέγγιση, που αγκαλιάζει το στυλ των ανθρώπων και αντιμετωπίζει περισσότερο προοδευτικά τη σχέση με την ντουλάπα τους και τη μόδα γενικότερα.
Στο 1950 και στη λογική του «κρίνω και κατακρίνω», όμως, έχει μείνει η τηλεόραση και τα υποπροϊόντα που βάζει στη σκαλέτα της, όπως το ριάλιτι «My Style Rocks», που εδώ και μια εβδομάδα ξεκίνησε ξανά να προβάλλεται από τη συχνότητα του ΣΚΑΪ. Εχουμε τρεις κριτές που βαθμολογούν παίκτριες οι οποίες κάθε μέρα παρελαύνουν μπροστά τους και μπροστά μας με διαφορετικά ρούχα, που θα φορούσαν σε ένα φανταστικό κόνσεπτ. Ετσι θα πήγαινα για ψώνια, σου λέει η μία, έτσι θα επισκεπτόμουν ένα μουσείο, σου λέει η άλλη.
Και αφού η κάθε μία κάνει τη γύρα της στο πλατό, αρχίζει το πανηγύρι των σχολίων. Και εκεί ακούς τοξικές κουβέντες να πετάγονται η μία μετά την άλλη, από το στόμα τόσο των κριτών όσο και των παικτριών, κουβέντες που σαν βελάκια καρφώνονται επάνω στον στόχο. Στην παίκτρια που στέκεται στο κέντρο, ντυμένη με έναν συγκεκριμένο τρόπο, εκείνον που πίστεψε πως ήταν ιδανικός όταν κοιτούσε στον καθρέφτη.
Επί της ουσίας, ένα τηλεοπτικό μπούλινγκ παρακολουθούμε. Μια επίθεση στο γούστο του άλλου, με τα δηλητηριώδη βέλη να χτυπάνε εν τέλει και τον χαρακτήρα, την αντίληψη και το ήθος, ή ακόμα και την κοινωνική θέση του. Ενα θέαμα που λειτουργεί σαν αναχρονιστικό μανιφέστο εναντίον όσων προσπαθούμε τόσα χρόνια να ξεπεράσουμε. Την πικρόχολη ματιά και το προσβλητικό κουτσομπολιό για το προσωπικό μας στυλ, την αχρείαστη σύνδεσή του με το ποιοι είμαστε και τι αξίζουμε και την αστεία βαθμολόγησή του από τον περίγυρο.
Ενα ρεζιλίκι μπροστά σε φώτα και κάμερες, στην κυριολεξία, το οποίο φτάνει στον τηλεθεατή μεταφέροντας τα πιο λάθος μηνύματα. Το αποτέλεσμα το βλέπεις στα κοινωνικά δίκτυα, όπου συνεχίζεται το μπούλινγκ με τη μορφή χιουμοριστικών –και καλά– σχολίων, κάτω από φωτογραφίες των παικτριών. Βεβαίως, φταίνε και αυτές που πάνε και στελεχώνουν τα υποπροϊόντα των καναλιών, προσδοκώντας σε ένα έπαθλο και σε περισσότερους ακολούθους στα προφίλ τους.
Τι μένει από όλο αυτό; Μια αηδιαστική επίγευση, όπως όταν τρως κάτι που έχει λήξει. Αυτό είναι το «My Style Rocks». Μια ρατσιστική και σεξιστική μπαναλιτέ, μια ληγμένη τροφή που ξέρουμε ότι κάτι δεν πάει καλά μαζί της. Το γιατί συνεχίζουμε να την καταναλώνουμε, είναι μια άλλη υπόθεση.
ΥΓ.: Το ακόμα πιο αστείο είναι να βλέπεις στην κριτική επιτροπή τύπισσες όπως η Σοφία Χατζηπαντελή, οι οποίες ευαγγελίζονται ότι βλέπουν το στυλ με προοδευτικό τρόπο. Αν όντως το έβλεπαν έτσι, δεν θα δέχονταν ποτέ να συμμετέχουν σε ένα τέτοιο ριάλιτι.