Αρχίζω με μερικά ανεμομαζώματα των προηγούμενων ημερών, τώρα που μπαίνουμε στη τελική ευθεία. Αν και ήδη μοιάζουν τόσο μακρινά…
Σε ένα από τα πολλά μέτωπα που έχει ανοίξει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ για να μαζέψει ψήφους από τον ακαθόριστο και διαρκώς μεταλλασσόμενο χώρο της Κεντροαριστεράς, απευθύνθηκε στον «απλό κόσμο του ΠΑΣΟΚ», και πονηρά αναρωτήθηκε «εάν θα κάνει τη χάρη στην κυρία Γεννηματά να δει ένα κόμμα που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου να γίνεται υποστύλωμα αυτής της Δεξιάς», εννοώντας του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Το ότι ο κ. Τσίπρας συμμάχησε και κυβέρνησε επί τέσσερα χρόνια με το χειρότερο ίσως κομμάτι «αυτής της Δεξιάς», εκείνο του Καμένου, δεν πέρασε καν από το μυαλό του η σκέψη ότι είναι πολύ νωρίς για να το έχει ξεχάσει ακόμα και ο έχων πολιτική άνοια Ελληνας;
Ο Καμμένος αρμενίζει τα πέλαγα με το νέο σκάφος του. Πού είναι οι μέρες που εισέβαλε ορμητικά στο προσκήνιο της πολιτικής ζωής με εκείνο το θηριώδες Hummer, ανακοινώνοντας πρώτος την μεγάλη συμμαχία με τον ΣΥΡΙΖΑ, έξω από την Κουμουνδούρου; Εκεί, σήμερα, ακούν το όνομά του και το κεφάλι τους βαραίνει από ξεφτίλα.
Για «αλαζονεία και έπαρση» κατηγόρησε ο κ. Τσίπρας τον Γιάνη Βαρουφάκη, σε μία από τις τελευταίες συνεντεύξεις του –έχω χάσει λογαριασμό. Ομοιοπαθητική δεν το λένε αυτό στην εναλλακτική ιατρική; Παίρνεις ένα σκεύασμα για να σου προκαλέσει τα ίδια συμπτώματα της ασθένειας από την οποίας πάσχεις βαριά.
Η κυρία Γεννηματά φαίνεται να μπαίνει στο τελικό σπριντ χωρίς δυνάμεις, και έχει εκνευρισμό μεγάλο. Φαίνεται πως δεν της βγαίνει η «μαγκιά» με τον Βενιζέλο, ψέλλισε μια ασυναρτησία του τύπου «δεν φεύγει ο Βαγγέλης, τον θέλω δίπλα μου», και στρέφει τα πυρά της εναντίον Τσίπρα και Μητσοτάκη. Περιβάλλεται από πολλούς συμβούλους, και την συμβουλεύουν όλοι. Αυτό φαίνεται σε κάθε της εμφάνιση. Τσατίστηκε με το χάπενινγκ με τις φανέλες του ΠΑΣΟΚ στη συνέντευξη Μητσοτάκη με Αρναούτογλου («δεν παίζει κανείς με τα σύμβολα του ΠΑΣΟΚ»). Και δυο μέρες μετά χαιρέτισε το νέο cyber-promovideo του ΚΙΝΑΛ που δείχνει τους ΠΑΣΟΚους τενεκέδες.
Επί μέρες έκαναν θέμα το ντιμπέϊτ, λες και είναι κάτι που το επιθυμεί διακαώς ο λαός και κάποιοι πολιτικοί του το στερούν. Μάθετε λοιπόν ότι ο κόσμος αδιαφορεί πλήρως για το ποιος ευθύνεται που ναυαγεί, ως φαίνεται, αυτή η άχρηστη και αχρείαστη (όπως γίνεται στην Ελλάδα) τηλεμαχία. Αντίθετα νοιώθει ευγνωμοσύνη προς όποιον χάλασε το πάρτι.
Κανείς δεν περιμένει να αποφασίσει τι θα ψηφίσει από αυτό. Και όλοι γνωρίζουν ακριβώς τι θα έβλεπαν και τι θα άκουγαν εάν ο μη γένοιτο δεν ναυαγούσε.
Ολοι θυμόμαστε τις συγκρούσεις Τσίπρα-Μητσοτάκη στη Βουλή. Κάτι παρόμοιο θα βλέπαμε εάν ο μη γένοιτο γινόταν το ντιμπέιτ τώρα με τους δυο τους όπως ήθελε ο πρώτος. Που, αν γινόταν, θα κέρδιζε στα σημεία άνετα, διότι αυτού του είδους οι αντιπαραθέσεις είναι βούτυρο στο ψωμί του. Χρόνια έχει εκπαιδευτεί σε τέτοια «ντιμπέιτ» στα πανεπιστήμια και στα σχολεία – δεν έκανε και τίποτε άλλο εκεί. Ωραία, θα κέρδιζε λοιπόν. So what? Δεν μετράει πια αυτός ο αγώνας. Μα καθόλου, λέμε. Αλλά, κι αν γινόταν, κεκλεισμένων των θυρών θα ήταν.
Ο δεύτερος, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με όρους μποξ, θα έχανε πανηγυρικά. Νοκ-άουτ θα έβγαινε. Διότι δεν το ‘χει αυτό το άθλημα. Και δεν του πάει κιόλας. Αδικεί τον εαυτό του και τα επιχειρήματά του όταν μπλέκει σε τέτοιο καυγά –γιατί καυγάς είναι. Δεν είναι κακό που δεν το ‘χει. Πλεονέκτημα είναι τελικά. Και ακόμα και εάν έλεγε ένα σκέτο «δεν έρχομαι» στον αντίπαλό του, πολύ καλά θα έκανε.
Τον παρακολούθησα στο προηγούμενο Φόρουμ των Δελφών σε πρόσωπο-με-πρόσωπο συνέντευξη με τον αμερικανό δημοσιογράφο Πίτερ Σπίγκελ. Του έκανε ερωτήσεις απλές και καίριες, που δεν συνηθίζονται εδώ. Και η συζήτηση είχε ειρμό. Ο Μητσοτάκης ήταν πολύ καλός. Απάντησε καθαρά, με λίγα λόγια, δίχως καμία φλυαρία και έπαρση. Ψύχραιμα, και εμπεριστατωμένα. Μόνο έτσι έχει νόημα. Μακάρι κι ο πρωθυπουργός να δεχόταν να λάβει μέρος σε μια τέτοια συνέντευξη. Ένας πολιτικός, ένας δημοσιογράφος. Τα ομαδικά δεν είναι συνέντευξη, παράσταση είναι. Και μάλιστα κακή. Προτίμησε όμως να μιλήσει μόνος του 15 λεπτά. Σαν σποτάκι. Κι έφυγε. Αυτό είναι το setup του.
Ο απερχόμενος Πρωθυπουργός κάνει μια μοναχική προεκλογική εκστρατεία. Ο ίδιος την επέλεξε έτσι. Δεν υπάρχουν άλλες φωνές να τον στηρίξουν. Μόνο cheer-leaders, και δη καθόλου cheer. Είναι one man’s show, και φαίνεται πως αυτός ο one man δεν πουλάει πια. Ή, τουλάχιστον, δεν πουλάει όσο παλιότερα.
Ο Κυριάκος από την άλλη, έχει κόσμο γύρω του. Γίνεται ντόρος, που λέμε λαϊκά. Πρώτο βιολί αυτός, αλλά η ορχήστρα τον συνοδεύει και συμπληρώνει. Την βλέπεις, και την ακούς. Και εκπροσωπεί την κυβέρνηση που εκείνος θέλει να έχει, τα στελέχη που θάναι δίπλα του, τους βουλευτές που θα βρίσκονται στα έδρανα κάτω.
Ο Αλέξης, σαν να μην έχει ομάδα. Οπως είχε το 2015, και έβλεπες τότε μια δομή. Τώρα, βλέπεις αποδόμηση. Πλήρη. Που ίσως, σαν φαινόμενο υπαρκτό και ορατό, να είναι και η πιο ακριβής από κάθε άλλη δημοσκόπηση.
Μπήκαμε πλέον στην τελευταία εβδομάδα. Η κουβέντα που συγκράτησα από την προηγούμενη, ότι «εάν κερδίσω έστω και με μία ψήφο και πάρουμε το μπόνους των πενήντα εδρών, ο ΣΥΡΙΖΑ θα σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση», νομίζω πως τα λέει όλα. Από ένα σενάριο θριάμβου πριν από λίγο καιρό, φτάσαμε στο «έστω και με μία ψήφο».
Αλλά, όπως έλεγε κι ένας φίλος μου ΑΕΚτζής που εκ των πραγμάτων είναι απαισιόδοξος, ακόμα κι όταν η ομάδα προπορευόταν με διαφορά μεγάλη στο πρωτάθλημα, «άμα δεν σφυρίξει ο διαιτητής όλα γίνονται, στην Ελλάδα ζούμε»….