Ο θάνατος ενός νέου ανθρώπου είναι πάντα ένα φρικτό γεγονός που μας συγκλονίζει όλους και ο καθένας θα ήθελε να συμπαρασταθεί στους αγαπημένους του για την τραγική απώλεια.
Σκέφτεται λοιπόν κανείς ότι δικαιολογημένα η Βουλή τήρησε ενός λεπτού σιγή στη μνήμη του νεκρού Κωνσταντίνου Κατσίφα που έπεσε από πυρά αλβανών αστυνομικών πριν λίγες μέρες.
Σκέφτεσαι πάλι ότι αυτές τις μέρες πέθαναν και άλλοι νέοι άνθρωποι, σε τροχαία, από ασθένειες ή από άλλες αιτίες. Έπρεπε να κρατήσει και για αυτούς ενός λεπτού σιγή η Βουλή; Μάλλον όχι. Γιατί δυστυχώς τα ανθρώπινα έχουν μεγάλο κομμάτι δυστυχίας και θα έπρεπε μία Βουλή να κρατά εκατοντάδες λεπτά σιγής το μήνα για τους χαμένους συνανθρώπους μας.
Αρα εδώ έχουμε μία εξαιρετική στιγμή που δεν έχει να κάνει με μια ανθρώπινη απώλεια απλώς, αλλά με την ανάγκη να τιμηθεί ένας νεκρός που έχει γίνει σύμβολο για την κοινωνία μας και η Εθνική Αντιπροσωπεία οφείλει να ανταποκριθεί σε αυτό το κοινό αίσθημα. Είμαστε σίγουροι ότι συμβαίνει αυτό το πράγμα;
Βέβαια πολλά ΜΜΕ το πιστεύουν, γιατί καλλιεργούν την εικόνα ενός μικρού πολέμου στο κομμάτι της Αλβανίας που κατοικεί η ομογένεια, και μιας ηρωικής αντίστασης του ελληνικού στοιχείου απέναντι στους επιβουλείς της εθνικής του υπόστασης.
Αληθεύει άραγε αυτή η οπτική; Εμείς είδαμε εικόνες από ένα σημαιοστολισμένο χωριό να γιορτάζει την εθνική μας επέτειο και από έναν ένοπλο με στολή παραλλαγής να κινείται συνωμοτικά. Λεπτομέρειες δεν γνωρίζουμε, ενδεχομένως η αλβανική αστυνομία να μπορούσε να τον αφοπλίσει αναίμακτα ή να τον πυροβολήσει στα πόδια, αλλά αυτό δεν καθαγιάζει τη δική του στάση.
Η Βουλή δεν πενθεί για έναν άδικο θάνατο αλλά για έναν δοξασμένο νεκρό που κινήθηκε με αρχές και ιδανικά που ασπάζεται και η ίδια. Συμβαίνει αυτό; Η Εθνική μας Αντιπροσωπεία εκφράζεται από έναν ένστολο ομογενή με Καλάσνικοφ σε μια ξένη, κυρίαρχη χώρα;
Οι άνθρωποι που πήγαν στην κηδεία από την Ελλάδα ήσαν συγγενείς του, φίλοι του, συνάδελφοί του; Λίγο δύσκολο να είχε τόσο μεγάλο κύκλο. Το πιθανότερο να ήταν ομοϊδεάτες του, άνθρωποι που συνεγέρθηκαν από την ηρωική αποκοτιά ενός ομογενή με αλυτρωτικά αισθήματα να πάρει ένα όλπο και να βγει στη γύρα στην εθνική επέτειο, έχοντας ποιός ξέρει τι στο μυαλό του. Βοήθησε και η (τελικά ανεπιβεβαίωτη) πρώτη φήμη, ότι το έκανε για τη σημαία, την οποία καλλιέργησαν με συνέπεια τα κανάλια και κάποιοι εθνικόφρονες βουλευτές –το σίγουρο είναι ότι οι εικόνες των ταξιδιωτών στα σύνορα έμοιαζαν με αυτές που βλέπουμε στη δίκη της Χρυσής Αυγής. Φαντάζομαι οι βουλευτές της ευχαρίστως τήρησαν ενός λεπτού σιγή- οι υπόλοιποι πόση ταύτιση ένιωσαν με το ηχόχρωμα της κηδείας;
Η δήλωση του πρωθυπουργού της Αλβανίας ήταν καταρχάς ένας ύμνος στην φιλία, την καλή γειτονία και τον αλληλοσεβασμό των δύο λαών και μετά καταδίκη των ελάχιστων φανατικών που επισκέφτηκαν με εχθρικές διαθέσεις τη χώρα τους. Το πρώτο αγνοήθηκε επιμελώς από τους ρέκτες εθνικόφρονες βουλευτές και περιέφεραν παραποιημένο στο πατριδοκάπηλο παζάρι το δεύτερο. Αλήθεια οι ίδιοι τι απαίτηση θα είχαν από τον έλληνα Πρωθυπουργό αν είχαμε μία αντίστοιχη επίσκεψη από κλιμάκιο των Γκρίζων Λύκων στην Κομοτηνή; Τι απαιτήσεις θα είχαν από την ελληνική αστυνομία αν ένας ένστολος αλβανός κυκλοφορούσε με καλάσνικοφ και, έστω, αμυνόταν στη σύλληψη (αν υποθέσουμε ότι η κατηγορία ότι πυροβόλησε πρώτος δεν έχει ακόμα επιβεβαιωθεί);
Οταν η συγκίνηση ενός θανάτου μπει στον εθνικιστικό πολλαπλασιαστή τα αποτελέσματα γίνονται σαρωτικά για τη δημόσια σφαίρα. Οι μετριοπαθείς διστάζουν να καταλαγιάσουν την υπερπατριωτική έξαψη, οι συνήθεις πολιτικοί, δημοσιογράφοι και ιεράρχες βρίσκουν την ευκαιρία για ένα ακόμα εμπόριο πατριωτισμού. Δυστυχώς αυτό το κλίμα παρέσυρε και την Εθνική Αντιπροσωπεία και τώρα νομιμοποιείται κάποιος να πιστεύει ότι αν φορέσει μια στολή με το εθνόσημο και βγει στους δρόμους με οπλισμένο Καλάσνικοφ θα εκφράζει την κοινωνία μας.