Τον μακρινό 20ό αιώνα είχε διοριστεί για τέσσερα χρόνια στην Ελλάδα (1993-97) ένας αμερικανός πρεσβευτής που όπου πήγαινε έσερνε μαζί και τον σκύλο του. Τόμας Νάιλς το όνομα του πρεσβευτή και είτε τον πρωθυπουργό επισκεπτόταν, είτε τον υπουργό Εξωτερικών, είτε τον υπουργό Αμυνας, πρώτα έμπαινε ο Μιλς (έτσι λεγόταν το ζωντανό) δεμένος στο λουρί του και ύστερα ο Νάιλς, που τον κρατούσε με το αριστερό, για να μπορεί με το δεξί χέρι να κάνει τις επίσημες χειραψίες της φωτογράφισης.
Ακόμα και ο κραταιός Ανδρέας Παπανδρέου, που ήταν πρωθυπουργός, πόσο μάλλον οι υπουργοί του, δεν τόλμησαν ποτέ να πουν στον Αμερικανό «τι δουλειά έχει το ζωντανό μέσα στα πόδια μας, άσ’ το έξω». Το όλο ζήτημα αντιμετωπιζόταν από το πολιτικό προσωπικό της Αθήνας, αλλά και από τις εφημερίδες της εποχής, σαν μια άνευ προηγουμένου προσωπική παλαβομάρα του ιδιόρρυθμου Αμερικανού, που όμως ήταν τόσο πανίσχυρος ώστε την επέβαλλε σε όλους.
Ο κύριος πρέσβης μάλιστα, τόσο πολύ είχε παρατραβήξει το σχοινί με το κατοικίδιο του, που στα επίσημα δείπνα της αμερικανικής πρεσβείας τύπωνε προσκλήσεις στις οποίες έγραφε: «Ο Τόμας Νάιλς και ο Μιλς σας προσκαλούν σε δείπνο». Οι δε πολιτικοί συντάκτες μουρμούριζαν μεταξύ τους, «ε, ρε, να μιλούσα σκυλίσια και να έπαιρνα μια συνέντευξη από τον Μιλς… Θα έκανα μπαμ με τόσα που έχουν ακούσει τα αυτιά του».
Πολιτικοποιώντας ελαφρώς το θέμα, εκείνη την περίοδο θεωρούσαμε την επιβολή της παρουσίας του σκύλου στις επίσημες συναντήσεις περίπου ως κατάλοιπο της μεταπολεμικής αμερικανικής αποικιοκρατίας στη χώρα, μερικοί από μας και ως απόδειξη ότι ήμασταν ακόμη αμερικανικό προτεκτοράτο. Δεν ήταν εξάλλου η πρώτη φορά που αμερικανοί αξιωματούχοι συμπεριφέρονταν απέναντι στους έλληνες επισήμους λες και ήταν υπάλληλοι ή υπηρέτες τους. (Το 1960, ένας αμερικανός διπλωμάτης μέθυσε τόσο πολύ σε δείπνο στο Τατόι, που πρώτα έβαλε χέρι στη βασίλισσα Φρειδερίκη και ύστερα κρεμάστηκε ουρλιάζοντας από έναν πολυέλαιο του ανακτόρου, παριστάνοντας τον Ταρζάν).
Γιατί τα θυμήθηκα τώρα αυτά, θα αναρωτηθείτε. Μα διότι όσοι (νεαροί τότε) χασκογελούσαμε με τη μούρλα ή το θράσος του Αμερικανού να σέρνει το τετράποδό του μέσα στο Μαξίμου, δεν είχαμε ιδέα γι’ αυτά που μας περίμεναν στην ωριμότητά μας. Πού να φανταστούμε οι συφοριασμένοι ότι θα έρχονταν καιροί που θα καλούμασταν να σχολιάσουμε τη σκληρή πολιτική μάχη ανάμεσα σε δυο σκυλιά, η οποία (κατά τα φαινόμενα) θα κρίνει το αποτέλεσμα ολόκληρων ευρωεκλογών. Θα νικήσει ο Πίνατ ή η Φάρλι; Ο Πίνατ προηγείται βεβαίως καθαρά, αλλά ποιος ξέρει; Η κάλπη είναι γκαστρωμένη, που έλεγε και ο Χαρίλαος (Φλωράκης).