Ήταν μια ωραία, περήφανη παρέλαση. Μασκοφορεμένη, με αποστάσεις ανάμεσα στα τμήματα και τις γραμμές, αλλά όμορφη εν τέλει. Και εντυπωσιακή, αν αναλογιστούμε πως δεν είμαστε καμιά στρατιωτική υπερδύναμη, αλλά ένα μικρό κράτος στην άκρη της Βαλκανικής που με νύχια και με δόντια κρατά τον χώρο και την ταυτότητα που του παρέδωσαν οι προηγούμενες γενιές του.
Καθώς τα στρατευμένα παιδιά περνούσαν με τις σημαίες τους, το συγχρονισμένο βήμα τους και το μέτωπό τους ψηλά μπροστά από τους επισήμους (τηλεθεατές εμείς), παρατηρούσαμε τους ξένους επισκέπτες πάνω στην εξέδρα. Το βλέμμα τους και οι κρυμμένες από την υγειονομική μάσκα εκφράσεις του προσώπου τους ήταν το δικό μας αίνιγμα.
Ο Ρώσος. Τι παρελάσεις έχει δει αυτός στην τεράστια πλατεία του Κρεμλίνου. Και επί Σοβιετίας και επί Ρωσίας του Πούτιν. Μπορεί άραγε να εντυπωσιαστεί από είκοσι άρματα και δέκα πεζοπόρα τάγματα στην Αμαλίας και στην Πανεπιστημίου; Μπορεί και ναι.
Ο Κάρολος. Συναισθηματικά ψιλοδικός μας αυτός, δάκρυσε και στην κατάθεση στεφάνου, πηγαινοέρχεται και στο Αγιον Όρος, θαρρούμε πως μας καταλάβαινε καλύτερα από τους άλλους πάνω στην εξέδρα. Κοιτούσε με συγκρατημένο θαυμασμό, έχει βλέπετε πίσω του την ανάμνηση μιας δικής του αυτοκρατορίας, που κάποτε τα χώματα τούτα ήταν προτεκτοράτο της.
Η γαλλίδα υπουργός Αμυνας. Αυτή είναι η νεότερη αγαπημένη μας. Μας πουλάει Rafale, στέλνει και κανένα αεροπλανοφόρο για κοινές ασκήσεις. Στους ώμους της και στους ώμους του Μακρόν ακουμπάμε για να τα βάλουμε με τον Τούρκο. Αυτή λογικά θα έμεινε ικανοποιημένη από όσα είδε. Μας αρέσει η Γαλλίδα, την χρειαζόμαστε. Αλλά κι αυτή μας χρειάζεται με κάποιο τρόπο, έχουν σχέδια για όλη την Μεσόγειο στο Παρίσι.
Ο Αναστασιάδης, ο αδελφός Κύπριος. Θα αναστέναζε από μέσα του όλη την ώρα της παρέλασης. «Να τα ‘χα εγώ αυτά στο νησί, πόσο πιο ήσυχος θα ‘μουν», πρέπει να σκεφτόταν.
Ήταν ωραία παρέλαση. Και λόγω της επετείου, οι έφιπποι με τις στολές όλων των πολέμων που δώσαμε αυτά τα διακόσια χρόνια είχαν μια αχλύ ιστορικότητας που παλιότερα μπορεί να έμοιαζε φολκλόρ αλλά σήμερα φαινόταν φυσιολογική. Κι αυτά τα αεροπλάνα, που πήγαιναν κι έρχονταν στον αττικό ουρανό, διαφορετικό ήχο είχαν αυτή τη φορά. «Να ‘χαμε περισσότερα» σκεφτόμασταν όλοι, δεν μας ενοχλούσε ο βρόντος τους όπως παλιότερα.
Αχ αυτό το «παλιότερα» των παρελάσεών μας. Πόσες ατέλειωτες ώρες συζητήσεων δεν φάγαμε εμείς οι παλιότεροι για να κρίνουμε το νόημα και τη βαθύτερη ιδεολογική ουσία τους. Στρατοκρατική επίδειξη, χουντικό κατάλοιπο, πεπαλαιωμένο λαϊκό θέαμα, ανώφελη σπατάλη πόρων, ευκαιρία για διαδήλωση απέναντι από την εξέδρα των επισήμων, ιδανικός τόπος για τις διαλυτικές δυνατότητες της αγανάκτησής μας… όλα τα ‘χουμε πει για τις παρελάσεις μας κι όλα τα ‘χουμε κάνει σ’ αυτές. Και όμως, τα λόγια και οι γνώμες κύκλους κάνουν, οι παρελάσεις παραμένουν, αγέρωχες και δημοφιλείς εν τέλει. Δύο αιώνες τώρα.