Μπάιντεν και Σι στην κινεζική TV – ένα καρέ από τη μεταξύ τους τηλεδιάσκεψη του περασμένου Νοεμβρίου. Οι δρόμοι τους έχουν ήδη αρχίσει να χωρίζουν όσον αφορά την παγκόσμια τάξη | REUTERS/Tingshu Wang/File Photo
Απόψεις

Η παγκόσμια τάξη αλλάζει αφεντικό;

Η διεύθυνση του κόσμου όπως τη γνωρίζουμε από τον Β'ΠΠ περνάει σε άλλα χέρια: σύντομα οι ΗΠΑ θα σταματήσουν να έχουν την απόλυτη ισχύ και η Κίνα θα καθορίζει αυτή πολλούς από τους όρους στο διεθνές πεδίο - οι Δυτικοί θα αναζητήσουν άλλους «οικουμενικούς κανόνες», μόνο για λογαριασμό τους
Μαρκ Λέοναρντ

Θα παραμείνει η Δύση δεσμευμένη στην έννομη διεθνή τάξη αν πάψει να μπορεί να διαμορφώσει αυτή τους σχετικούς κανόνες; Αυτό είναι ένα από τα πιο σημαντικά ερωτήματα τα οποία θα μας απασχολήσουν τις επόμενες δύο δεκαετίες. Αν υπάρχει κάποια αρχή που έχει ενώσει λαό, πολιτικούς και media σε όλη τη Δύση, αυτή είναι ότι οι κανόνες μετρούν σχεδόν για όλα τα άλλα. Η ασέβεια απέναντι στους κοινούς κανόνες αντιμετωπίζεται εδώ και πολύν καιρό με έντονο θυμό και δυναμισμό.

Ο βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον επανασχεδίασε τον πολιτικό χάρτη της χώρας του, αλλά μέχρι πρόσφατα διατηρούσε τη δημοφιλία του παρά την ανικανότητα, τους θανάτους εξαιτίας της πανδημίας και την ύφεση. Τελικά, τώρα έχασε σε υποστήριξη. Γιατί; Επειδή αυτός και η κυβέρνησή του παραβίασαν τους κανόνες. Η αποκάλυψη ότι έγινε χριστουγεννιάτικο πάρτι στην Ντάουνινγκ Στριτ 10 πέρυσι, όταν όλη η χώρα είχε lockdown, έπληξε τη φήμη του Τζόνσον περισσότερο από κάθε άλλο σκάνδαλό του.

Σε διεθνές επίπεδο οι δυτικές κυβερνήσεις καταδικάζουν συνεχώς άλλους για παραβίαση κανόνων. Η Ρωσία, για παράδειγμα, έχει αποδοκιμαστεί για την προσάρτηση της Κριμαίας, για τις επανειλημμένες κυβερνοεπιθέσεις σε άλλες χώρες και για τις επιθέσεις εις βάρος ρώσων αντιφρονούντων στο εξωτερικό. Η Κίνα, επίσης, έχει καταδικαστεί ως μεγάλη παραβάτισσα. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν μπορεί να μη συμφωνεί με πολλά απ’ όσα είπε ή έκανε ο προκάτοχός του, ωστόσο έχει τηρήσει εντυπωσιακά ανάλογη με της κυβέρνησης Τραμπ στάση απέναντι στην Κίνα, αφού την αντιμετωπίζει σαν παγκόσμια απειλή που κλέβει πνευματικά δικαιώματα, επιδίδεται σε παράνομες χρηματοδοτήσεις, επιτρέπει την αχαλίνωτη διαφθορά και διεξάγει γενοκτονία.

Και όμως, τις επόμενες δεκαετίες η μεγαλύτερη παγκόσμια απειλή δεν θα είναι η σημερινή Κίνα που παραβιάζει κανόνες, αλλά η Κίνα που θα θέτει τους κανόνες, αφού αυξάνεται η επιρροή της εκεί όπου καθορίζονται τα διεθνή στάνταρ, οι κανόνες, οι συμβάσεις. Η Κίνα αλλάζει το παιχνίδι. Επί αιώνες οι δυτικές δυνάμεις θεωρούσαν δεδομένο ότι αυτές διαμορφώνουν τους κανόνες που διέπουν τη λειτουργία του κόσμου, επηρεάζοντας σε μεγάλο βαθμό τις πολιτικές άλλων χωρών μέσω των λεγομένων «Washington Consensus» και «Brussels effect» αλλά και άλλων διαύλων.

Ο όρος «Washington Consensus», που επινοήθηκε το 1989 από τον οικονομολόγο Τζον Γουίλιαμσον (John Williamson), πλέον χαρακτηρίζει τις οικονομικές πολιτικές οι οποίες βασίζονται στην αγορά και ελαχιστοποιούν τον ρόλο του κράτους. Επί δεκαετίες αυτή η δυτική φιλελεύθερη προσέγγιση υποστήριξε το έργο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου επειδή θεωρήθηκε η οικουμενικού χαρακτήρα συνταγή για τη χρηστή διακυβέρνηση και την ευημερία.

Ο όρος «Brussels effect» είναι νεότερος, και τον διέδωσε η καθηγήτρια Νομικής του Πανεπιστημίου Κολούμπια Ανου Μπράντφορντ (Anu Bradford) ώστε να περιγράψει τον παγκόσμιο αντίκτυπο των ρυθμιστικών πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Τα πρότυπα της ΕΕ που διέπουν το απόρρητο των δεδομένων, την ασφάλεια των προϊόντων, τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς, τα σεξουαλικά δικαιώματα και άλλα θέματα υιοθετούνται από πολυεθνικές εταιρείες και άλλες χώρες που αναζητούν πρόσβαση στην ενιαία και τεράστια ευρωπαϊκή αγορά.

Ωστόσο την τελευταία δεκαετία το «Washington Consensus» περί ελεύθερης αγοράς αμφισβητήθηκε από το «Beijing Consensus» της ελεγχόμενης παγκοσμιοποίησης, της βιομηχανικής πολιτικής και του κρατικού καπιταλισμού, ενώ το «Brussels effect» βρέθηκε αντιμέτωπο με το δυνητικό «Beijing Consensus» όσον αφορά τις κινεζικές εξαγωγές τεχνολογικών προτύπων μέσω του «Ψηφιακού Δρόμου του Μεταξιού». [Σημ. Protagon: Με τον όρο «Beijing Consensus» ο αρθρογράφος εννοεί το κινεζικό μοντέλο ανάπτυξης, κυρίως από την ένταξη της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (11 Δεκεμβρίου 2001) και μέχρι σήμερα.]

Επιπλέον, πολλοί διεθνείς φορείς καθορισμού κανόνων, οι οποίοι κάποτε υποστήριζαν την ευρωπαϊκή και αμερικανική κυριαρχία, τώρα έχουν επικεφαλής Κινέζους – φορείς όπως η Διεθνής Ενωση Τηλεπικοινωνιών, ο Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης, η Διεθνής Ηλεκτροτεχνική Επιτροπή. Η Κίνα είναι έτοιμη να θέσει τα πρότυπα για τις ταχέως αναπτυσσόμενες τεχνολογίες, όπως είναι η τεχνητή νοημοσύνη και η ρομποτική, ενώ τεχνολογικά έργα υποδομής (κατασκευασμένα από κινεζικές εταιρείες και με κινεζικά πρότυπα) έχουν ήδη εξαπλωθεί σε πολλές χώρες.

Οπως σημειώνει η Μπράντφορντ, ενώ το «Beijing Consensus» λειτουργεί διαφορετικά από το «Brussels effect», εξακολουθεί να έχει εκτεταμένες συνέπειες. Και καθώς η Κίνα γίνεται μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος όλο και περισσοτέρων χωρών, η παγκόσμια επιρροή της θα συνεχίσει να αυξάνεται.

Το κατά πόσον, λοιπόν, η δέσμευση της Δύσης στους κανόνες θα διαρκέσει, είναι ένα ερώτημα που χρήζει επειγόντως απαντήσεως. Τι θα συμβεί αν προκύψει ότι η δέσμευση δεν αφορά το περιεχόμενο του κανόνα αλλά αυτόν που έχει θέσει τον κανόνα; Μήπως θα σεβαστούν οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί τη βασισμένη στην Κίνα παγκόσμια τάξη, τους κανόνες που θα εκπηγάζουν από τη «σκέψη του Σι Τζινπίνγκ» και όχι από τους στοχαστές του Διαφωτισμού; Πολλοί στην Κίνα, στη Ρωσία και σε άλλες χώρες υποθέτουν ότι δεν θα το πράξουμε, και μάλιστα θεωρούν αυτή τη στάση μας θα αποδείξει πως η δέσμευσή μας στους κανόνες είναι απλώς ένα μέσο επίτευξης των δικών μας σκοπών.

Για να παραμείνουν στην πρωτοπορία, ορισμένες δυτικές κυβερνήσεις έχουν αρχίσει να επανεξετάζουν το σχήμα της βασισμένης σε κανόνες παγκόσμιας τάξης. Συζητείται η απομάκρυνση από οικουμενικούς, παγκόσμιους θεσμούς, και προκρίνεται η ιδέα κάποιας νέας διευθέτησης, βασισμένης σε κανόνες που τίθενται από κλαμπ ομοϊδεατών. Η ΕΕ, για παράδειγμα, διεξάγει τώρα συζήτηση περί «στρατηγικής κυριαρχίας», αναγνωρίζοντας ότι αν καταφέρει να λειτουργήσει ως ενιαίο μπλοκ, τότε ενδεχομένως θα μπορούσε να αποκτήσει και την ισχύ να διατηρήσει τη βασισμένη σε κανόνες φιλελεύθερη τάξη, τόσο για τον εαυτό της όσο και για και άλλους, τους προθύμους να συμμετάσχουν στο κλαμπ δηλαδή. Η εναλλακτική είναι η παράδοση στις ανελεύθερες προκλήσεις του Σι, του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν ή η επιστροφή στον τραμπισμό όσον αφορά τις ΗΠΑ.

Μία παρόμοια αλλαγή είναι ορατή και στις ΗΠΑ, όπου η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει περάσει από την υποστήριξη των παγκόσμιων θεσμών στο να φαντάζεται ένα νέο είδος παγκόσμιας τάξης, βασισμένο σε κανόνες, που περιλαμβάνει τις δημοκρατίες του κόσμου. Η πρόσφατη «Σύνοδος Κορυφής για τη Δημοκρατία», που οργάνωσε ο Λευκός Οίκος, θα μπορούσε να γίνει κατανοητή ως αρχέτυπο για τη λειτουργίας αυτής της νέας τάξης πραγμάτων.

Μένει να δούμε πώς οι μικρότερες δυνάμεις θα περιηγηθούν στο μεταβαλλόμενο τοπίο. Ενα εντυπωσιακό στοιχείο μπορεί να βρεθεί στη λεγόμενη «Ολοκληρωμένη ανασκόπηση της ασφάλειας, της άμυνας, της ανάπτυξης και της εξωτερικής πολιτικής» την οποία εξέδωσε τον περασμένο Μάρτιο η κυβέρνηση Τζόνσον: κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «η υπεράσπιση του status quo δεν αρκεί πλέον για την επόμενη δεκαετία» και υποστήριξε μία δυναμικότερη προσέγγιση και όχι απλώς «τη διατήρηση του μεταψυχροπολεμικού διεθνούς συστήματος που βασίζεται σε κανόνες».

Οι καθοριστικές μάχες του 21ου αιώνα θα αφορούν, τελικά, το ποιος θα έχει τη δύναμη να διαμορφώσει τους κανόνες. Αυτή τη στιγμή όλοι παίζουν στο παιχνίδι.

——————

Ο Mark Leonard είναι διευθυντής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων και συγγραφέας του βιβλίου «The Age of Uneace: How Connectivity Causes Conflict». Το παραπάνω κείμενό του δημοσιεύτηκε στον ιστότοπο Project Syndicate.