Μικρές, απλές, ανθρώπινες, κοινότοπες ερωτήσεις πελάτη προς μαγαζάτορα. Ο οποίος μαγαζάτορας, μπιτσομπαράς και ξαπλωστρομπρελάς αν με εννοείτε, επί του παρόντος ανησυχεί μόνο μην εμφανιστούν στην κατά 120% κατειλημμένη άμμο του τίποτα κινηματίες της πετσέτας και του χαλάσουν την (παράνομη) ζαχαρένια του. Πλην εγώ, με τις μικρές, απλές, ανθρώπινες και κοινότοπες ερωτήσεις μου, προσπαθώ εμμέσως να τον προειδοποιήσω ότι έτσι που το πάει, σε ένα-δύο καλοκαίρια θα τις ξηλώσει τις ομπρέλες του και θα το κατεδαφίσει το μπιτσόμπαρο του ελλείψει πελατών.
Ρε μεγάλε, παίρνεις 40 ευρώ για το σετ που περιέχει μία ομπρέλα και δύο ξαπλώστρες. Κοκορεύεσαι κιόλας ότι δεν είσαι ο ακριβότερος στην περιοχή, πάει να πει υπάρχουν κι άλλοι στην παρακάτω παραλία που δουλεύουν με 60 ή 80 ευρώ. Ωραία, πολύ ωραία, γέμισε το νησί Ωνάσηδες και δεν το μάθαμε. Αλλά γυρίζοντας σε σένα τον φτηνό, ζητάς 40 ευρώ για μια έκταση δύο επί δύο μέτρα πάνω στην άμμο. Θα μου πεις, «όχι, δεν είναι απλώς ένα τετράγωνο άμμου τεσσάρων τετραγωνικών, είναι και οι υπηρεσίες. Η ομπρέλα που στήθηκε, οι ξαπλώστρες που απλώθηκαν από κάτω, ο διάδρομος με τις ταβλίτσες για να μην καίγονται τα πόδια, τα γκαρσόνια που πηγαινοέρχονται…».
Ωπα, κάνε στάση εδώ. Διότι τα 40 ευρώ δεν αφορούν το σερβίρισμα. Αυτό πληρώνεται χωριστά. Μέσα στο σαραντάρι δεν περιέχεται κάποιος καφές ή νερό ή κάτι παρόμοιο. Χώρια από τα 40, πληρώνω 1,20 το μπουκαλάκι το νερό, 4,50 τον καφέ, δεν θέλω να πάω παραπέρα και να μάθετε πόσο πληρώνεται ένα πιάτο φρούτα ή ένα τοστ. Πάει να πει, με το που πατάω το ποδάρι στην παραλία, βλέπω ένα 45άρι να φτερουγίζει από την τσέπη μου. Για οκτώ μέρες διακοπών, δηλαδή, θέλω 360 ευρώ μόνο για να βρέξω το δακτυλάκι μου στο νερό. Πολύ καλά πάμε.
Αλλά τουλάχιστον παίρνω καλές υπηρεσίες στην παραλία, σωστά; Τις ακριβοπληρώνω, αλλά παράπονο δεν πρέπει να έχω. Χα! Ετσι λέτε; Αφού είχα πληρώσει το 45άρι για ομπρέλα και καφέ, ζήτησα το wi-fi του μαγαζιού. «Δεν έχουμε» μου είπε το γκαρσόνι, ενώ έβλεπα τις παραγγελίες να φεύγουν στο δευτερόλεπτο μέσω των κινητών των γκαρσονιών, πράγμα που σημαίνει ισχυρό και γρήγορο wi-fi. Οχι για εμάς τα κορόιδα όμως. Εμείς μπορεί να πληρώνουμε ενάμισι μεροκάματο για να ξαπλώσουμε στην άμμο, όχι όμως να φαλιρίσει και η επιχείρηση χορηγώντας μας free wi-fi. Εχουμε τα δεδομένα των κινητών μας, δεν θα σερφάρουμε κιόλας στην πλάτη του επιχειρηματία.
Παρά ταύτα, έδωσα τόπο στην οργή και προς το μεσημέρι παρήγγειλα μέχρι και μπίρα. Μετά μεράκλωσα και ήπια και δεύτερη. Κι έπειτα, μου ήρθε να πάω τουαλέτα, καθότι όποιος πίνει μπίρα, κάνει τον μεσάζοντα ανάμεσα στο μπουκάλι και τη λεκάνη. «Πού είναι η τουαλέτα του μαγαζιού;» ρώτησα. «Πίσω» μου απάντησαν, μετά τον δρόμο. Βγήκα πίσω από το μαγαζί έκπληκτος και είδα σε μια απόσταση 20 μέτρων, δύο ξύλινες παραγκούλες, σαν τις καμπίνες στις οποίες αλλάζουμε τα μαγιό μας. Ηταν οι τουαλέτες. Πήγα να μπω, αμ δε… δίπλα στο χερούλι είχε κερματοδέκτη. Ταμπελίτσα δίπλα στη σχισμή με ενημέρωσε ότι πρέπει να ρίξω 0,50 ευρώ για να μπω.
Μάλιστα κύριοι. Του πληρώνω 40 την ομπρέλα, 8 την κάθε μπίρα, αλλά όταν χρειαστώ τουαλέτα, θα πληρώνω μισό ευρώ κάθε φορά που πηγαίνω. Δεν ξέρω αν με καταλαβαίνετε. Μιλάμε για κανονικό αίσχος, για κερδοσκοπία του κερατά, για κοροϊδία πέραν παντός ορίου. Ηθελα να ’ξερα, η σύμβαση που υπέγραψε με τον δήμο για να «αξιοποιήσει» την παραλία, δεν προέβλεπε ελεύθερη τουαλέτα για το κοινό; Τετρακόσιες ομπρέλες μέτρησα, ούτε μία ούτε δύο. Οκτακόσια άτομα με κερματοδέκτη στην τουαλέτα; Ετσι θα κρατήσετε τους τουρίστες; Καλά, καλά… θα τα πούμε του χρόνου.
ΥΓ. Αφότου βίωσα τα διόδια στη λεκάνη, κατάλαβα γιατί ήταν τόσο ζεστή η θάλασσα στο σημείο. Μπαινόβγαινε ο κόσμος και άδειαζε εντός της τις μπίρες και τους καφέδες που είχε καταναλώσει…