| CreativeProtagon
Απόψεις

Η μάχη με την πανδημία κι ο πόλεμος με τις προκαταλήψεις

Η Ελλάδα, στη διάρκεια της πανδημίας, πάλεψε με όλες τις παθογένειές της, ακόμη και αυτές ενός Συστήματος Υγείας, που έδωσε τη μάχη «τραυματισμένο» από τις συνέπειες της 10ετούς κρίσης και έδειξε συμπεριφορά αναπτυγμένης χώρας
Δημήτρης Τσιόδρας

Πώς τα πήγε η Ελλάδα στην πανδημία; Μελετώντας τα στοιχεία για τις επιπτώσεις και τον τρόπο διαχείρισης της πανδημίας σε κάθε χώρα, προκύπτει ότι οι δείκτες και τα αποτελέσματα συναρτώνται όχι μόνο με τις κυβερνητικές αποφάσεις, αλλά σε πολύ μεγάλο βαθμό με τις βαθύτερες αντιλήψεις που διαπερνούν τις κοινωνίες. Η συγκριτική ανάλυση όχι μόνο μεταξύ των κρατών, αλλά και των διαφόρων περιοχών στο εσωτερικό τους δείχνει τον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζουν νοοτροπίες, συμπεριφορές, προκαταλήψεις, κοσμοαντιλήψεις και ότι η ευρύτερη κουλτούρα κάθε κοινωνίας καθορίζει, σημαντικότατα, τα αποτελέσματα. Αναδεικνύει παράλληλα, πόσο επιφανειακή είναι η προσέγγιση εκείνων που πίσω από καθυστερήσεις και αρνητικούς δείκτες βλέπουν μόνον λάθος κυβερνητικές πολιτικές.

Η συμπεριφορά στην πανδημία δεν είναι μια στιγμιαία στάση, αλλά απότοκο ευρύτερων αντιλήψεων. Αυτό το διαπιστώνει κάποιος, βλέποντας τη στάση διάφορων παραγόντων και στη χώρα μας: από σημαντική μερίδα της Εκκλησίας που αντιτάχθηκε στα υγειονομικά μέτρα και στα εμβόλια αγνοώντας ακόμη και τις επίσημες θέσεις της Ιεραρχίας και του Πατριαρχείου, μέχρι τη στάση κομμάτων της αντιπολίτευσης, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, που με την επαμφοτερίζουσα στάση τους, ενίσχυσαν αντικοινωνικές συμπεριφορές και αντεπιστημονικές αντιλήψεις που είναι διάσπαρτες στην ελληνική κοινωνία «κλείνοντας το μάτι» σε αντιεμβολιαστές και σε ομάδες που αρνούνταν πεισματικά να τηρήσουν τα υγειονομικά πρωτόκολλα στο όνομα μιας δήθεν αντίστασης.

Αυτό που προκύπτει πάντως ως γενική αποτίμηση είναι ότι η Ελλάδα, έδειξε στοιχεία που την κατατάσσουν ανάμεσα στις πιο προηγμένες χώρες της Ε.Ε. σε πολύ μεγάλη απόσταση από τη βαλκανική γειτονιά μας.

Ο ρόλος της ευρύτερης κουλτούρας μιας κοινωνίας στην αντιμετώπιση της πανδημίας καταγράφεται ανάγλυφα, αναλύοντας τα στοιχεία που αφορούν στην Ανατολική και τη Δυτική Ευρώπη. Καμία χώρα της Ανατολικής Ευρώπης (ούτε καν οι Βαλτικές) δεν έχει υψηλότερα ποσοστά εμβολιασμού από χώρα της Δυτικής Ευρώπης. Ενδιαφέρον όμως έχουν και οι διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό των χωρών. To πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Γερμανία και η διαφορά ανάμεσα στις Ανατολικές και τις Δυτικές περιοχές, με τις πρώτες να υστερούν σημαντικά. Κανένα κρατίδιο της Ανατολικής Γερμανίας δεν υπερβαίνει τον ομοσπονδιακό μέσο όρο εμβολιαστικής κάλυψης.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Εξηγείται μόνον από το ότι οι Δυτικές ευρωπαϊκές χώρες έχουν πιο οργανωμένα συστήματα από τις ανατολικές; Τότε πως εξηγούνται οι διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό της ίδιας της χώρας; Το γεγονός ότι η στάση απέναντι στην πανδημία, αφορά στη γενικότερη κουλτούρα, κάθε χώρας και κάθε περιοχής μπορεί να το δει κάποιος να καταγράφεται με σαφήνεια κάνοντας σύγκριση του εμβολιαστικού χάρτη των ΗΠΑ, με τον χάρτη της ψήφου των πολιτειών στις προεδρικές εκλογές. Η καμπάνια εμβολιασμού ήταν ίδια για όλους. Από τη σύγκριση προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι τα υψηλότερα ποσοστά εμβολιασμού καταγράφονται στις πολιτείες που είχαν ψηφίσει με μεγάλη διαφορά υπέρ του Τζο Μπάιντεν στις προεδρικές εκλογές και τα χαμηλότερα σε εκείνες που ψήφισαν με υψηλά ποσοστά υπέρ του Ντόναλντ Τραμπ.

Ψήφος και εμβόλιο

Συγκεκριμένα: Πιο ψηλά στον εμβολιασμό είναι το Βέρμοντ με 82%, η Μασαχουσέτη, 80,3%, η Χαβάη 78,8%, η Νέα Υόρκη 77,6%. Στον αντίποδα τα χαμηλότερα ποσοστά καταγράφονται, στο Αϊντάχο με 56,9%, στο Μισσισσίπι με 52,2% ,στην Αλαμπάμα με 51,7%, στο Γουαϊόμινγκ, 51,2%.

Αν ανατρέξει κάποιος στα αποτελέσματα τω προεδρικών εκλογών στις ίδιες πολιτείες διαπιστώνει ότι στο Βερμόντ, με τα υψηλότερα ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης ο Mπάιντεν είχε λάβει 66,1% και ο Τραμπ 30,7%, στη Μασαχουσέτη, ο Μπάιντεν 65,6% και ο Τραμπ 32,1% στη Χαβάη 63,7% και 34,3% αντίστοιχα και στη Νέα Υόρκη 60,9% έναντι 37,7%. Ακριβώς αντίθετα είναι τα ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης στις περιοχές όπου στις εκλογές επικράτησε ο Τράμπ. Στο Αϊντάχο με τα χαμηλότερα ποσοστά εμβολιασμών ο Τραμπ είχε λάβει 63,8% και ο Μπάιντεν 33,1%, στην Αλαμπάμα ο Τραμπ 62% και ο Μπάιντεν 36,6%%, στο Γουαϊόμινγκ, 69,9% Τραμπ και 26,6% Μπάιντεν και στο Μισισίπι 57,5% και 41% αντίστοιχα.

Nα σημειωθεί ότι οι ΗΠΑ εμφανίζουν ποσοστό πλήρως εμβολιασμένων 67,5%. Στην Ελλάδα η πλήρης εμβολιαστική κάλυψη του γενικού πληθυσμού είναι 73,5% (η εμβολιαστική κάλυψη του ενήλικου πληθυσμού είναι 81,24). Η πλήρης εμβολιαστική κάλυψη στον γενικό πληθυσμό στην Ευρωπαϊκή Ενωση είναι σχεδόν στο ίδιο ποσοστό με την Ελλάδα στο 74%. Σε ολόκληρη την Ευρώπη (όχι μόνο στις χώρες της Ε.Ε.) το ποσοστό πλήρους εμβολιαστικής κάλυψης στο σύνολο του πληθυσμού είναι 65,84%. Στην Πορτογαλία 87,38%, στην Ιταλία 79,43%,στην Ισπανία 86,8%, στη Γερμανία 75,53%, στη Βρετανία 73,57%, στο Βέλγιο 78,68%, στην Ολλανδία 69,76%, στη Σουηδία 75,3%. Η Ελλάδα είναι πολύ κοντά στην ομάδα αυτών των χωρών και ξεχωρίζει απόλυτα από την βαλκανική γειτονιά αφού η Βουλγαρία έχει εμβολιαστική κάλυψη 30%, η Ρουμανία 42.1%, η Αλβανία 43, 47%, η Σερβία 47,7% η Βόρεια Μακεδονία 41% ενώ στην Ανατολική Ευρώπη η Πολωνία 59,58% η Τσεχία 64,16% η Σλοβακία 50,8%, η Σλοβενία 58,8%.

Οι θάνατοι από Covid

Οσο για τον αριθμό των θανάτων, για τον οποίο τόση συζήτηση έχει γίνει, σύμφωνα με τις προτάσεις των ειδικών διεθνών οργανισμών (ECDC) και του μεγαλύτερου μέρους της επιστημονικής κοινότητας, η υπερβάλλουσα θνησιμότητα αποτελεί τον καταλληλότερο δείκτη για την εκτίμηση της επίδρασης της πανδημίας στον αριθμό των θανάτων.

Ως υπερβάλλουσα θνησιμότητα (Excess Mortality) ορίζεται η διαφορά μεταξύ του αριθμού των παρατηρούμενων θανάτων από κάθε αιτία, κατά τη διάρκεια της πανδημίας και του αριθμού των εκτιμώμενων θανάτων που θα αναμέναμε αν δεν υπήρχε πανδημία, με βάση τα στοιχεία των ετών προ πανδημίας. Η υπερβάλλουσα θνησιμότητα χρησιμοποιείται από διεθνείς οργανισμούς και για την επιτήρηση της επίδρασης της εποχικής γρίπης.

Ο αριθμός των θανάτων από COVID-19 ανά χώρα δεν αποτυπώνει με ακρίβεια την επίδραση της πανδημίας για πολλούς λόγους, όπως ότι η καταγραφή των θανάτων δεν ακολουθεί ενιαία κριτήρια σε όλες τις χώρες ή ότι οι προγνωστικοί παράγοντες για θάνατο από COVID-19, όπως η ηλικία, τα χρόνια νοσήματα, η εμβολιαστική κάλυψη και οι δυνατότητες του συστήματος υγείας διαφέρουν σημαντικά ανά γεωγραφική περιοχή. Για αυτούς τους λόγους η υπερβάλλουσα θνησιμότητα θεωρείται πιο αξιόπιστος δείκτης.

Τα ευρήματα σχετικής μελέτης από τη διεθνή ομάδα COVID-19 Excess Mortality Collaborators που δημοσιεύτηκε στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση The Lancet 2022, έδειξαν ότι για το χρονικό διάστημα 01/01/2020 – 31/12/2021 η υπερβάλλουσα θνησιμότητα για την Ελλάδα, ήταν: 127,1 θάνατοι ανά 100.000 πληθυσμού που μεταφράζεται ότι αυτή την περίοδο συνέβησαν 127,1 θάνατοι περισσότεροι σε σχέση με το αναμενόμενο αν δεν υπήρχε η πανδημία, ανά 100.000 πληθυσμού. Ο αντίστοιχος δείκτης για όλη τη Δυτική Ευρώπη ήταν 140.0 θάνατοι ανά 100.000 και για την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη ήταν 315,7 και 345,2 θάνατοι ανά 100.000 πληθυσμού, αντίστοιχα. Ενδεικτικά ο ίδιος δείκτης για την Ιταλία ήταν 227,4, για την Ισπανία, 186,7, για την Πορτογαλία 202,2, για τη Γαλλία 124,2, τη Γερμανία 120,5, το Ηνωμένο Βασίλειο 126,8 θάνατοι ανά 100.000 πληθυσμού.

Ο αριθμός των θανάτων παρακολουθεί τον αριθμό των εμβολιασμών, αλλά και τις κοινωνικές δομές και τις γενικότερες αντιλήψεις που επικρατούν σε κάθε κοινωνία και επηρεάζουν την ευρύτερη συμπεριφορά (πίστη στην επιστήμη, επηρεασμός από ανορθολογικές αντιλήψεις, χρόνος επίσκεψης σε γιατρό, μετάβασης σε νοσοκομείο κλπ).

Παθογένειες

Συμπερασματικά θα μπορούσε να διαπιστώσει κάποιος ότι η Ελλάδα στη διάρκεια της πανδημίας, πάλαιψε με όλες τις παθογένειές της, ακόμη κι αυτές ενός Συστήματος Υγείας που έδωσε τη μάχη «τραυματισμένο» από τις συνέπειες της 10ετούς κρίσης και με μεγάλες διαφορές ανάμεσα στα νοσοκομεία μεγάλων πόλεων και της περιφέρειας κι έδειξε συμπεριφορά αναπτυγμένης χώρας. O Kυριάκος Μητσοτάκης και η κυβέρνηση, «επένδυσαν» στον ορθό λόγο και στην επιστήμη και με σοβαρότητα, μεθοδικότητα και επαγγελματισμό οργάνωσαν την άμυνα της χώρας απέναντι στην πανδημία. Η Ελλάδα έδειξε κοινωνική αντοχή, άφησε στο περιθώριο ανορθολογικές φωνές, προχώρησε γρήγορα στην ανασύνταξη του ΕΣΥ, έκανε ένα άλμα στην ψηφιακή εποχή, πρωταγωνίστησε στην Ε.Ε. στην υιοθέτηση κοινών εργαλείων όπως το ευρωπαϊκό ψηφιακό πιστοποιητικό, το RRF, το σύστημα ελέγχου στις εισόδους της χώρας.

Ολα αυτά θα καταγραφούν στην ιστορική αποτίμηση της πανδημίας. Οι αντιπολιτευτικές κορώνες μπορεί να ακούγονταν δυνατά τις μέρες της πανδημικής έξαρσης, αλλά σήμερα ηχούν στη μνήμη ως ψίθυροι από ένα μακρινό παρελθόν.

• Ο Δημήτρης Τσιόδρας είναι δημοσιογράφος, Διευθυντής του Γραφείου Τύπου του Πρωθυπουργού