| CreativeProtagon
Απόψεις

Η λύση για το ποδόσφαιρο: Follow the money

Το κουμπί για τη μετεξέλιξη της ελληνικής ποδοσφαιρικής πιάτσας σε μια ώριμη αγορά αθλητικού θεάματος είναι η θαρραλέα αντιμετώπιση της αδιαφάνειας και της διαφθοράς, που τροφοδοτούνται από την κυριαρχία του μαύρου χρήματος που διακινείται ελεύθερα από το γηπεδάκι του χωριού μέχρι τη σουίτα μιας μεγάλης ΠΑΕ
Κώστας Τσαούσης

Υπάρχει έλεγχος για την προέλευση των χρημάτων των μετόχων που συμμετέχουν σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου;

Καταγράφονται οι τραπεζικοί λογαριασμοί από τους οποίους προέρχονται;

Οι σύζυγοι, οι ανιψιοί, τα ξαδέλφια, οι φίλοι –τα λεγόμενα παρένθετα πρόσωπα– μπορούν να αποδείξουν και στη βάση της κίνησης των τραπεζικών λογαριασμών τους την οικονομική αυτοδυναμία τους;

Λειτουργεί και σε ποιο βαθμό το «πόθεν έσχες» για τους ποδοσφαιρικούς παράγοντες, από τον βασικό μέτοχο μιας ΠΑΕ μέχρι τον εκλέκτορα που ψηφίζει για την ΕΠΟ ή για μια ΕΠΣ;

Τα χρήματα με τα οποία εξυπηρετούνται τα συμβόλαια των παικτών ή οι μεταγραφές τους φαίνεται από πού προέρχονται και πού καταλήγουν;

Υπάρχει ένα γενικό ψηφιακό αποθετήριο όπου καταλήγουν όλες αυτές οι κινήσεις, πράξεις, συναλλαγές που μπορούν ανά πάσα στιγμή να επιβεβαιώνονται από τις αρχές (διοικητικές, φορολογικές κ.λπ.);

Πρόκειται για μια σειρά από ερωτήσεις, η απάντηση στις οποίες μπορεί και πρέπει να αποκαλύψει τη γυμνή αλήθεια για το ποδόσφαιρο στη χώρα μας. Δίχως υπερβολή αλλά και αμφισβήτηση το ΟΧΙ – ένα μεγάλο ΟΧΙ- είναι η απάντηση που ταιριάζει σε όλες τις ερωτήσεις. Και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, καθώς η ελληνική πραγματικότητα στο ποδόσφαιρο πόρρω απέχει από την οργάνωση και τη λειτουργία μιας δυτικοευρωπαϊκής αγοράς αθλητικού θεάματος με όρους και κανόνες και, κυρίως, με έσοδα που παράγονται από δραστηριότητες μέσα στο γήπεδο και σε ευθεία σχέση με το γήπεδο.

Στην Ελλάδα, ακόμη και για ΠΑΕ που οι ομάδες τους συμμετέχουν στο πρωτάθλημα της Super League, το ποσοστό των εσόδων τους που προέρχονται από τηλεοπτικά δικαιώματα μπορεί και να φθάνει στο 70 % του συνόλου τους –ένα ποσοστό που δίνει το μέτρο του ανορθολογισμού που αποτελεί και τον μεγαλύτερο τροφοδότη για τη διαμόρφωση της μεγάλης εικόνας.

Στις ώριμες ποδοσφαιρικές αγορές –ανεξαρτήτως μεγέθους– το ποσοστό των εσόδων είναι σχεδόν ισοκατανεμημένο ως προς τις αποδόσεις των τηλεοπτικών δικαιωμάτων, των εμπορικών συμφωνιών (χορηγίες κ.ά.) και των δραστηριοτήτων κάτω από τη σκέπη της έννοιας match day (έσοδα από εισιτήρια, έσοδα από αγορές στο κατάστημα της ομάδας, φανέλες, αναμνηστικά, δώρα κ.λπ., έσοδα από τα κυλικεία και τα εστιατόρια). Σε αυτές τις αγορές, το 30% προέρχεται από τα τηλεοπτικά δικαιώματα, το 30% από εμπορικές συμφωνίες και το υπόλοιπο, επίσης 30%, από το γήπεδο την ημέρα που παίζει η ομάδα.

Τέτοιου είδους έσοδα και με αυτή την κατανομή επιτρέπουν σε μια ποδοσφαιρική ομάδα να μην εξαρτά την τύχη της από τις συμπεριφορές του αποκλειστικού ιδιοκτήτη ή των βασικών μετόχων, δηλαδή να έχει κατακτημένη την οικονομική της αυτάρκεια, που δίνει και μεγαλύτερα περιθώρια για διοικητική αυτονομία στους managers. Εν ολίγοις, ένα μοντέλο εταιρικής διακυβέρνησης που συναντά κανείς σε εισηγμένες στο Χρηματιστήριο εταιρείες. Και κάπως έτσι πρέπει να συμβαίνει και με τις ελληνικές ΠΑΕ, ανεξαρτήτως ιδιοκτησιακού καθεστώτος: να είναι και να λειτουργούν στην πράξη ως public companies, καθώς ασκούν ισχυρή επιρροή στα δημόσια πράγματα (θεσμοί, πολιτικό σύστημα, κοινωνία) σε τοπικό, περιφερειακό ή και σε εθνικό επίπεδο.

Μάλιστα, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, με την αναγκαστική εφαρμογή και του συστήματος Financial Fair Play (FFP) της UEFA στις ελληνικές ΠΑΕ, επιτρέπεται να φωτιστούν πτυχές της εγχώριας ιδιαιτερότητας, κυρίως όσον αφορά τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας των Ποδοσφαιρικών ΑΕ αλλά και των συμπεριφορών των ιδιοκτητών – μεγαλομετόχων. Για παράδειγμα, δεν μπορεί η ΠΑΕ να μην έχει σταθερές πηγές επαναλαμβανόμενων εσόδων από τις ίδιες τις δραστηριότητές της και ο ιδιοκτήτης – μεγαλομέτοχος να βάζει με ευκολία το χέρι στη τσέπη για αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου έχοντας φέρει εις σάρκα μίαν το πορτοφόλι του ως επιχειρηματίας με το ταμείο της ομάδας. Με άλλα λόγια, οι συνεχείς αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου με τις ενέσεις του «μεγάλου αφεντικού» δεν γίνονται αποδεκτές ακόμη και από την UEFA, τα στελέχη της οποίας όμως, μιας και δεν εκλέγονται με την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, κάνουν πολλές φορές τα στραβά μάτια…

Αλλά γιατί βάζει συνεχώς λεφτά το αφεντικό, κόντρα σε κάθε επιχειρηματική λογική; Προφανώς και η ατζέντα του δεν έχει σε πρώτο επίπεδο την επίτευξη μιας οικονομικής βιωσιμότητας της ΠΑΕ και, γιατί όχι, μιας έκρηξης κερδών που θα έρθουν στο πορτοφόλι ως μερίσματα. Με λίγα λόγια, το αφεντικό δεν προσδοκά κέρδη από τις ποδοσφαιρικές δραστηριότητες της ΠΑΕ, αλλά από δραστηριότητες που οφείλουν την ύπαρξή τους στην κατοχή της ΠΑΕ. Οποιος κατάλαβε, κατάλαβε…

Εδώ σταματώ και επιστρέφω στην αρχή του κειμένου. Στις ερωτήσεις.

Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Ξεκινώ με την πρώτη ερώτηση, που δίνει και το γενικό μέτρο.

Υπάρχει έλεγχος για την προέλευση των χρημάτων των μετόχων που συμμετέχουν σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου;

Οχι, κανένας έλεγχος και σε κανένα επίπεδο. Ούτε στο επίπεδο της ΕΠΟ (Επιτροπή Αδειοδότησης), ούτε στο επίπεδο της Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού. Και όταν λέμε έλεγχο, εννοούμε κανονικό ξεσκόνισμα σε τραπεζικούς λογαριασμούς εταιρειών και προσώπων – και στη συνέχεια, ανάλυση με τεκμηρίωση και αξιολόγηση πράξεων.

Τι σημαίνει κάτι τέτοιο; Με απλά λόγια, σημαίνει άλλη δομή και συγκρότηση του επαγγελματικού αθλητισμού στην Ελλάδα.

Πρώτο βήμα, οι ΠΑΕ, ΚΑΕ κ.λπ. να περάσουν στη δικαιοδοσία του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων. Την ίδια στιγμή που θα χρειασθεί να ενισχυθούν η ανεξαρτησία και ο ρόλος της Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού ως μιας Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στην ιδιαίτερης σημασίας Αγορά Αθλητικού Θεάματος.

Σε αυτό το πλαίσιο, χρειάζεται η θεσμοθέτηση ενός πρακτικά αποτελεσματικού συστήματος «πόθεν έσχες» για κάθε έναν που συμμετέχει με τον ένα ή άλλο τρόπο σε φορείς της αγοράς – από τα τοπικά σωματεία που ψηφίζουν για τις διοικήσεις των τοπικών Ενώσεων, που με τη σειρά τους ψηφίζουν για την ΕΠΟ, που με τη σειρά της καθορίζει πρόσωπα και πράγματα στη διαιτησία, μέχρι τους μεγαλομετόχους των ΠΑΕ, τους παράγοντες των ΕΠΣ και της ΕΠΟ και κάθε διοργανώτριας αρχής, αλλά και τους διαιτητές.

Αν κάποιος σε αυτή τη χώρα είχε τη θέληση, τη δύναμη και το κουράγιο να αρχίσει να ψάχνει τα περιουσιακά στοιχεία διοικητικών παραγόντων και διαιτητών –με την έννοια ότι αυτά έχουν αποκτηθεί νόμιμα από την κανονική εργασία τους– η μια έκπληξη θα διαδεχόταν την άλλη. Ονόματα δεν λέμε, οικογένειες δεν θίγουμε…

Με άλλα λόγια, το κουμπί της σωτηρίας για τον επαγγελματικό αθλητισμό και της μετεξέλιξής του σε μια κανονική αγορά αθλητικού θεάματος είναι η παρακολούθηση των διαδρομών του χρήματος –συνήθως μαύρου έως κατάμαυρου– από τον παράγοντα του ερασιτεχνικού σωματείου που φιλοδοξεί να γίνει πρόεδρος της τοπικής ΕΠΣ και να ψηφίζει στις εκλογές της ΕΠΟ μέχρι τους νταραβεριτζήδες κάθε μορφής που βρίσκονται στην αυλή του κάθε μεγαλοπαράγοντα όποιας από τις μεγάλες ΠΑΕ.

Η λύση; Σταδιακή, αλλά ασφαλής. Καμία συναλλαγή με μετρητά. Ολα σε λογαριασμούς και με κάρτες. Για τον φόβο της Εφορίας και των στελεχών της ΑΑΔΕ. Και μην ξεχνάμε, ασφυκτικό πρέσιγνκ για «πόθεν έσχες». Βεβαίως, θα βοηθούσε και μια καταλυτική αλλαγή στον τρόπο που εκλέγεται η διοίκηση της ΕΠΟ – με την αύξηση του αριθμού των εκλεκτόρων. Αντί για τους προέδρους των τοπικών ΕΠΣ (λίγο πάνω από τα 50 άτομα) η διοίκηση να εκλέγεται από εκλεκτορικό σώμα των 300 ή και 1.000 ατόμων.

Σε κάθε περίπτωση, το μυστικό έχει να κάνει πάντα με τη φράση follow the money… Αρκεί τα κυνηγόσκυλα να γνωρίζουν τη δουλειά και να θέλουν να βγάλουν… λαγό. Γιατί ο λαγός υπάρχει πάντα στο αγώνα για την αντιμετώπιση του μαύρου χρήματος και τον εξορθολογισμό της λειτουργίας μιας αγοράς.

Συνοψίζοντας, θα χρειαστούμε μια σειρά από άμεσα μέτρα:

-Tην υπαγωγή όλων των ΠΑΕ στο υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων.

-Mία πραγματικά ανεξάρτητη και με αποφασιστικές αρμοδιότητες Επιτροπή Επαγγελματικού Αθλητισμού άμεσα συνδεδεμένη με τις υπηρεσίες, τους μηχανισμούς και τα δίκτυα της ΑΑΔΕ και της Επιτροπής για το Ξέπλυμα του Μαύρου Χρήματος.

-Την καθιέρωση αυστηρού και αποτελεσματικού «πόθεν έσχες» για μετόχους, παράγοντες και διαιτητές.

-Την υποχρέωση των ομάδων από τα τοπικά πρωταθλήματα μέχρι και τη Super League να περνούν όλες τις συναλλαγές τους μέσω τραπεζικών λογαριασμών.

-Τον εξαναγκασμό της ΕΠΟ σε αλλαγή του τρόπου εκλογής της διοίκησης της και σε ένα γενικό ξεκαθάρισμα του τοπίου, αρχής γενομένης από τα τοπικά πρωταθλήματα με κριτήριο την οικονομική βιωσιμότητα.

-Τέλος, η καθιέρωση ενός ελληνικού Financial Fair Play (FFP) ανάλογου με εκείνο της UEFA θα ήταν απολύτως χρήσιμη και αναγκαία.