Πέρασε στα ψιλά, σχεδόν στα πολύ ψιλά, γιατί εντάξει, δεν είναι και πολύ ευχάριστη είδηση. Όμως δεν θα πρέπει να αγνοηθεί γιατί είναι ίσως μία φωτογραφία του μέλλοντος, του όχι και τόσο μακρινού.
Την προηγούμενη εβδομάδα ο οίκος Moody’s έδειξε ότι δεν βλέπει και με τόσο μεγάλο ενθουσιασμό τα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα και δεν μας χαρίστηκε, δίνοντας και αυτός την ευλογία του για την επενδυτική βαθμίδα.
Δεν πείθεται λοιπόν ο Moody’s και δύσκολα μπορεί κανείς να πει ο λόγος γι’ αυτό είναι η κακοπιστία ή η προκατάληψη. Πολύ σημαντικότερες από την επιφυλακτικότητα του οίκου αξιολόγησης είναι οι διαπιστώσεις που την δικαιολογούν.
Τα αίτια λοιπόν για την μη απόδοση της επενδυτικής βαθμίδας είναι:
♦ Η επερχόμενη και ίσως αναπότρεπτη δημογραφική κρίση
♦ Την ανησυχία για το ύψος του χρέους παρά την πτωτική του τάση ως προς το ΑΕΠ
♦ Η καθυστερημένη απόδοση δικαιοσύνης (και λίγα λέει)
♦ Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου και
♦ Η «μονοκαλλιέργεια» του τουρισμού (και δευτερευόντως της ναυτιλίας) στο μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης
Αν προσέξει κάποιος τους λόγους για τους οποίους η ελληνική οικονομία αξιολογείται ως στάσιμη, θα διαπιστώσει ότι για κανέναν από αυτούς δεν γίνεται κάποια βελτιωτική προσπάθεια. Μοναδική ίσως εξαίρεση η Δικαιοσύνη, όπου ο Φλωρίδης κάτι προσπαθεί να κάνει, αλλά μένει να φανεί τι ακριβώς και πώς αυτό θα αποδώσει.
Σε μία χώρα όπου βαφτίζεται μεταρρύθμιση η λειτουργία των επί πληρωμή απογευματινών χειρουργείων, θα αναρωτηθεί κάποιος, «ε, γιατί να μην κάνουμε και απογευματινά δικαστήρια, να τελειώνουμε». Προφανώς και πρόκειται για άνοστο αστείο, αλλά για πόσο ακόμη θα διαπιστώνουμε και εμείς και οι άλλοι, τα βαθιά και δομικά προβλήματα της χώρας, προσπερνώντας τα και ξεχνώντας τα, για να τα συναντήσουμε ξανά σε πολύ χειρότερη εκδοχή κάποια στιγμή στο μέλλον; Ρητορικό το ερώτημα.
Κατά τα λοιπά, οι διαπιστώσεις του Moody’s καλό θα είναι να καταχωριστούν ως μία σημείωση, με την ημερομηνία «Μάρτιος 2024», προκειμένου να την έχουμε υπόψη όταν εμφανιστεί η επόμενη κρίση, που κανείς δεν ξέρει πότε θα είναι – αν και υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε να γίνει μία σχετικά ασφαλής εκτίμηση.
Σε μία πιο θετική εκδοχή, θα μπορούσε η αξιολόγηση αυτή πολύ απλά να γίνει ο πολιτικός μπούσουλας, όχι μόνο για την κυβέρνηση, αλλά και για την αντιπολίτευση που θα είχε έτσι την ευκαιρία να φτιάξει ατζέντα, για αυτά που κατά προτεραιότητα θα πρέπει να γίνουν στη χώρα. Με την προσθήκη της κατεπείγουσας παρέμβασης για τη σωτηρία της εκπαίδευσης.
Αλλά ποιος ασχολείται τώρα με αυτά; Έχουμε ευρωεκλογές.