Οι γεωπολιτικές εξελίξεις των τελευταίων ετών σταδιακώς αφύπνισαν τις δυτικές δημοκρατίες όσον αφορά την όλο και πιο φιλόδοξη και αυταρχική Κίνα. Οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν μετακινηθεί από τη θέση τού μεταξύ τους ανταγωνισμού για το ποια θα γίνει ο καλύτερος φίλος της Κίνας, και μοιράζονται την άποψη ότι η Κίνα αντιπροσωπεύει μία βαθιά, πολύπλευρη πρόκληση.
Για παράδειγμα, σε παγκόσμια ζητήματα όπως είναι η κλιματική αλλαγή, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις πρέπει τώρα να βρουν έναν τρόπο αποτελεσματικής συνεργασίας με έναν δύσκολο εταίρο. Σε οικονομικά και τεχνολογικά ζητήματα, όπως είναι η Τεχνητή Νοημοσύνη, η Κίνα έχει καταστεί σκληρός ανταγωνιστής. Και αν μιλήσουμε για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη δημοκρατία και για τον ρόλο του κράτους στην οικονομία, η Κίνα θεωρείται πια «συστημικός αντίπαλος».
Εκτός από τον ρεαλισμό με τον οποίο βλέπουν την Κίνα, οι Ευρωπαίοι ασχολούνται και πιο πολύ με την Ασία. Η Γαλλία πρωτοστάτησε το 2016 υπογράφοντας συμφωνία για την παροχή στην Αυστραλία των πετρελαιοκίνητων υποβρυχίων Barracuda, εμπνέοντας έτσι και την υπόλοιπη Ευρώπη να αναπτύξει νέα στρατηγική για την περιοχή του Ινδοειρηνικού.
Τα τελευταία χρόνια η θέση της Ευρώπης για την Κίνα απέχει έτη φωτός από τη θέση του βρετανού πρωθυπουργού Τόνι Μπλερ, του γάλλου προέδρου Ζακ Σιράκ και του γερμανού καγκελαρίου Γκέρχαρντ Σρέντερ, οι οποίοι υποστήριξαν τον τερματισμό του εμπάργκο της Ευρωπαϊκής Ενωσης στις πωλήσεις όπλων προς την Κίνα και τη χορήγηση σε αυτήν του τίτλου «χώρα της ελεύθερης αγοράς».
Τώρα όμως η Γαλλία παραμερίστηκε από την AUKUS, τη νέα συμμαχία περί ασφαλείας και τεχνολογίας που συνήψαν οι ΗΠΑ, η Αυστραλία και η Βρετανία. Στην Ουάσινγκτον και στο Λονδίνο το deal που δίνει στην Αυστραλία αμερικανικής κατασκευής πυρηνικά υποβρύχια θεωρήθηκε ένα από τα σημαντικότερα στρατηγικά πλεονεκτήματα εδώ και δεκαετίες, παρά την οργή που προκάλεσε στη Γαλλία.
Οσον αφορά τις ΗΠΑ, το AUKUS ακολουθεί τη χαοτική αποχώρηση από το Αφγανιστάν, έτσι θεωρείται απόδειξη ότι η διοίκηση Μπάιντεν είναι σοβαρή, ικανή και σκληρή στην εξωτερική πολιτική της. Η ενίσχυση της Αυστραλίας με πυρηνικό υποβρύχιο στόλο θα επεκτείνει και την ικανότητα των Αμερικανών να προβάλλουν ισχύ στην περιοχή του Ινδοειρηνικού. Σε αυτό οφείλεται η ενόχληση της Κίνας.
Η «παγκόσμια» Βρετανία
Το AUKUS είναι επίσης η πρώτη και μέχρι στιγμής μοναδική έκφραση της «παγκόσμιας Βρετανίας», του νέου παγκόσμιου παίκτη που υποτίθεται ότι προέκυψε μετά το Brexit. Η συμφωνία προβάλλεται ως απόδειξη ότι η «ειδική σχέση» της Βρετανίας με τις ΗΠΑ είναι ισχυρή. Ακόμα και οι Γάλλοι θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τη νέα συμφωνία: η Γαλλία μπορεί να ενισχύσει το δικό της πλάνο περί ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας, εκμεταλλευόμενη την αμερικανική αναξιοπιστία.
Από τότε που κυκλοφόρησαν τα νέα για τη συμφωνία, κατεβλήθησαν προσπάθειες να μειωθεί η θερμοκρασία μεταξύ των δυτικών δυνάμεων. Ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν τηλεφώνησε στον γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, παραδέχτηκε ότι «οι ανοιχτές συνομιλίες μεταξύ συμμάχων» θα είχαν βοηθήσει στην όλη υπόθεση και υποσχέθηκε περισσότερη υποστήριξη των ΗΠΑ στην αντιτρομοκρατική εκστρατεία της Γαλλίας στο Σαχέλ.
Τώρα που οι Γάλλοι έχουν κάνει κάποιον θόρυβο (ανακαλώντας, προσωρινώς, τους πρεσβευτές τους στις ΗΠΑ και στην Αυστραλία), πολλοί αμερικανοί γεωπολιτικοί αναλυτές φαίνεται ότι κρίνουν πως θα υπάρξει επιστροφή στην κανονικότητα των «μπίζνες ως συνήθως». Παρά ταύτα, τα στρατηγικά κέρδη από το AUKUS είναι –στην καλύτερη περίπτωση- αμφίβολα.
Ναι, ο Ινδοειρηνικός είναι βασικός όσον αφορά τον ανταγωνισμό της Αμερικής με την Κίνα, και η καλώς εξοπλισμένη Αυστραλία μπορεί να ενισχύσει τον αμερικανικό ναυτικό έλεγχο στο πεδίο. Ωστόσο υπάρχουν και άλλα, σημαντικότερα πεδία μάχης: η κινεζική πρόκληση σχετίζεται και με την Τεχνητή Νοημοσύνη, με την παγκόσμια οικονομία, με την «πράσινη τεχνολογία» και με τις υποδομές. Και σε τέτοια ζητήματα η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει πολύ περισσότερα να συνεισφέρει από ό,τι η Αυστραλία ή η Βρετανία.
Η ΕΕ και το συμφέρον των ΗΠΑ
Είναι προς το μακροπρόθεσμο συμφέρον των ΗΠΑ να γίνει η ΕΕ κυρίαρχη δύναμη, ικανή να συμμετάσχει στην υπεράσπιση των κοινών δυτικών αξιών και συμφερόντων. Ταπεινώνοντας τη Γαλλία, το κράτος-μέλος της Ενωσης που εμπλέκεται στα του Ινδοειρηνικού, η κυβέρνηση Μπάιντεν κατέστησε αυτήν την έκβαση λιγότερο πιθανή.
Αλλά και η Βρετανία δεν ήταν λιγότερο μυωπική. Εχοντας εγκαταλείψει την ΕΕ, δυσκολεύεται να αναπτύξει σχέσεις με άλλες χώρες. Ακόμη και ένας φανατικός Brexiteer θα είχε πρόβλημα να υποστηρίξει ότι η Αυστραλία είναι πιο σημαντική για τα βρετανικά στρατιωτικά και εμπορικά συμφέροντα από ό,τι η Γαλλία ή άλλοι Ευρωπαίοι. Δεν είναι η Αυστραλία αυτή που μπορεί να βοηθήσει τη Βρετανία με φορτηγατζήδες έκτακτης ανάγκης ή με αναχαίτιση των μεταναστευτικών ροών στη Μάγχη.
Αλλά ούτε οι Γάλλοι είναι άψογοι. Τα περισσότερα από τα υπόλοιπα μέλη της ΕΕ βλέπουν την εξωτερική πολιτική της Γαλλίας σαν αντιαμερικανική, οπότε πρέπει να τους μεταπείσει για τις προθέσεις της. Η μείωση της εξάρτησης της Ευρώπης από τις ΗΠΑ πρέπει να διατυπωθεί ως φιλοαμερικανική πρόταση, η οποία θα βοηθήσει και τις δύο πλευρές να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του 21ου αιώνα. Η Γαλλία υπονομεύει τους στόχους της με τη διατλαντική διαμάχη και με την επιβεβαίωση της καχυποψίας των ατλαντιστών που υπάρχουν μέσα στην ΕΕ.
Αναπροσαρμογή στόχων
Δεν είναι πολύ αργά για να αναπροσαρμοστούν οι στρατηγικές των δυτικών δυνάμεων. Η Γαλλία, η Βρετανία και οι ΗΠΑ απασχόλησαν τα πρωτοσέλιδα, όμως η Κίνα είναι αυτή που μπορεί να κερδίσει σε στρατηγικό επίπεδο. Αντί να τσακώνονται για υποβρύχια, οι δυτικές δημοκρατίες πρέπει να διερευνήσουν πώς οι στρατηγικές τους στον Ινδοειρηνικό μπορούν να αλληλοσυμπληρώνονται σε άλλα κρίσιμα μέτωπα, στην ψηφιακή οικονομία, στο εμπόριο και στην κλιματική αλλαγή. Τέτοιου είδους μέτωπο θα μπορούσε να αποτελέσει το θεμέλιο για την ανάπτυξη άλλων μεγάλων συμφωνιών, με την Ιαπωνία, με τη Νότια Κορέα και με την Ινδία.
Η απάντηση της Κίνας στο AUKUS το αναγνωρίζει εμμέσως αυτό. Η Κίνα έχει υποβάλει αίτηση για ένταξη στην Comprehensive and Progressive Agreement for Trans-Pacific Partnership (CPTPP), δηλαδή στη σημαντική συμφωνία που προωθήθηκε από τη διοίκηση Ομπάμα με στόχο τη χαλιναγώγηση της οικονομικής ανόδου της Κίνας. Στη δεκαετία που μεσολάβησε από τότε, οι Αμερικανοί έχουν χάσει το ενδιαφέρον τους για εμπορικές συμφωνίες, έτσι η Κίνα εκμεταλλεύεται την υποχώρησή τους από την παγκόσμια σκηνή. Η κυνική κίνηση της Κίνας να πάρει τη θέση των ΗΠΑ στο CPTPP δείχνει έναν ανελέητο ρεαλισμό. Ρεαλισμό που κάνει τις δυτικές προσεγγίσεις (του AUKUS συμπεριλαμβανομένου) να μοιάζουν ανέμπνευστες και αδέξιες.
—————————————————————
Ο Marc Leonard είναι συνιδρυτής και διευθυντής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων και συγγραφέας του βιβλίου «The Age of Unpeace» (Bantam Press, 2021). Το κείμενο αυτό αναδημοσιεύεται από το Project Syndicate.