Συγγνώμη. Νιώθω την ανάγκη να αρθρώσω ένα συγγνώμη πριν καταπιαστώ με τη φωτογραφία που μέρες τώρα παλεύει το μυαλό μου. Τρέχουν, τρέχουν γεγονότα, βάσανα, καταποντισμοί, πνιγμοί, αρρώστιες, θάνατοι, αγωνία, μια ανατροφοδοτούμενη αγωνία για ένα κακό κι ό,τι θέλει ας είναι το κακό, αρκεί να ξεμπερδέψουμε με το κακό, αν ξεμπερδεύεις ποτέ με το κακό… Λες κι ακόμα ένα καλοκαίρι τάχθηκε να μας λαχανιάσει.
Μα όση πληροφόρηση αλύπητα και να με δέρνει, όσες αναλύσεις και να με εξοντώνουν, όσες εικόνες να μου ξεπαστρεύουν την όραση… Στα μάτια μου κολλημένη η ίδια, μόνο η ίδια φωτογραφία. «Συγγνώμη», γιατί θα κάνω στον άνδρα αυτό που με εξαγριώνει όταν συμβαίνει. Εχουμε οι Ελληνες ένα αναιδές κουσούρι. Απίστευτα αφιλόξενοι στον πόνο του άλλου. Ισως από μια αμήχανη, ρηχή πονοψυχιά (για να είμαι δίκαιη) σπεύδουμε να διηγηθούμε αυτόματα πάνω στον πόνο του, κάτι ανάλογο δικό μας, κάτι που το ζυγίζουμε πιο βαρύ για να ελαφρώσουμε, δήθεν, την κατάσταση του. Λες «δυστυχώς αντιμετώπισα έναν καρκίνο» και σου απαντούν «Κι ένας θείος μου. Αλλά είναι μια χαρά». Δεν είναι σαρκαστικά αστείο;
Ζητώ, λοιπόν, συγγνώμη από τον άγνωστο άνδρα της φωτογραφίας. Ζει ένα συγκεκριμένο προσωπικό αδιέξοδο, αλλά αναιδώς το δανείζομαι, το απλώνω. Κατά μια ειρωνική έννοια, κάνω πολιτική. Πολιτική είναι η αποφυγή της τύχης του δέντρου ενόσω οραματίζεσαι την τύχη του δάσους. Ρωτάς το δέντρο; Στη φωτογραφία που με σημάδεψε ένα σπίτι ρημαδιό, μια πόλη ρημαδιό, ένας κόσμος ρημαδιό και εκείνος, ο άγνωστός μου άνδρας, σε μια πολυθρόνα. Λες και πέρασε τυχαία, λες και κοντοστάθηκε να χαζέψει. Τόσο φρικτά παθών, άρα απαθής. Το αδιανόητο σε αποξενώνει από τον εαυτό σου τον ίδιο. Το αδιανόητο σε παγώνει. Ο,τι έχεις που κυλάει, πάγος!
Ωσπου έρχεται μια στιγμή, εκεί στα απόνερα του δράματός σου, τότε που έχουν τα κύματα τελειώσει ή μπορεί και να έμαθες να μη λογαριάζεις τα κύματα ως κύματα, και στη στάση ενός τυχαίου, αδιάφορου, χαζού γεγονότος ξεσπάς, πόσο ξεσπάς!.. Μεταχρονολογημένα δάκρυα, ποτάμια δάκρυα. Παίρνει χρόνο να αποψυχθεί από την ψυχή το δράμα. Μα ο άγνωστος άνδρας έχει χρόνο για όλα αυτά. Προς το παρόν, τόσο φρικτά παθών άρα απαθής. Πάγος.
Η φωτογραφία τραβήχτηκε στην έκρηξη της πολύπαθης Βηρυτού. Ηδη ο κόσμος τρέχει σε άλλα δράματα. Η φωτογραφία τραβήχτηκε στην έκρηξη της πολύπαθης Βηρυτού; Η φωτογραφία μπορεί να τραβήχτηκε από το φεγγάρι. Να κατασκόπευσαν από μακριά τον σύγχρονο άνθρωπο σε μια στιγμή του. Ενός παλιού κόσμου, που κάθε μέρα εκρήγνυται, και ενός καινούργιου, που τον τρέμεις ότι έρχεται…«Ο επόμενος κόσμος είναι πάντα καλύτερος από τον προηγούμενο», λένε. Ρώτα τον έναν άνθρωπο… Τον έναν άνθρωπο μπροστά στο άγνωστο.
ΥΓ. «Από το Ντεσεβό στο Drone – Πρόοδος και ειρήνη για τον 21ο αιώνα», εκδόσεις Πατάκη. Ενα βιβλίο που μελέτησα αυτό το καλοκαίρι, το γέμισα υπογραμμίσεις, σημειώσεις, άμμο και «στάθηκε» μέσα μου, όσο η φωτογραφία του κειμένου μου. Μια μακρά συνομιλία της Αννας Διαμαντοπούλου με τον Μάκη Προβατά. Μια γυναίκα που έζησε στο πετσί της το αδιανόητο, όπως το εξέφρασε και η κυρία Αρβελέρ ως χαρακτηριστικά αδιανόητο της ράτσας μας. (Θριαμβευτικά υπερψηφίστηκε ο «Νόμος Διαμαντοπούλου» για να ξεδοντιαστεί στη συνέχεια από τους ίδιους τους χειροκροτητές). Ενα πολιτικό ον που κοσμεί την πολιτική σκηνή, αλλά απουσιάζει από την ελληνική Βουλή. Σας προτρέπω να διαβάσετε το βιβλίο. Με τρόπο απολαυστικά κατανοητό, χωρίς ίχνος «ξύλινων» συνήθειων λόγου, λαμβάνεις όση γνώση χρειάζεσαι για να μελετήσεις τον κόσμο όπου ανήκεις, διασχίζοντας τέσσερις βιομηχανικές επαναστάσεις. Ο κόσμος που δύει και αυτός που ανατέλλει. Παρέα με τους φόβους και πέρα από τους φόβους. Πόσο αγριευτική μπορεί, διάολε, να είναι μια ανατολή;