Ενα σύντομο ταξίδι στη Γερμανία αντί της προγραμματισμένης επίσημης επίσκεψης. Τετραμερής συνάντηση στην καγκελαρία αντί της διάσκεψης στο Ραμστάιν για τον συντονισμό της μελλοντικής αρωγής της Ουκρανίας με τη συμμετοχή περίπου 50 κρατών, περιλαμβανομένων πολλών αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων. Με τον τυφώνα Μίλτον στη Φλόριντα να εμποδίζει τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν να τηρήσει το πρόγραμμά του, ολόκληρη η ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή αποδιοργανώθηκε.
Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να περιγράψουμε τα γεγονότα των τελευταίων ημερών. Ακόμη χειρότερα, αυτό που συνέβη – ή, ακριβέστερα, αυτό που δεν συνέβη – στη Γερμανία καταδεικνύει την αξιοθρήνητη κατάσταση της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής ασφάλειας σε μια κρίσιμη περίοδο.
Γιατί έπρεπε να ακυρωθεί η διάσκεψη στο Ραμστάιν; Συνέβη αυτό μόνον επειδή ο αμερικανός πρόεδρος δεν μπορούσε να είναι εκεί; Δεν ήταν οι Ευρωπαίοι αρκετά ισχυροί για να φιλοξενήσουν μια διάσκεψη χωρίς τη συμμετοχή του αμερικανού προέδρου ή, εξ ανάγκης, με παρόντα τον υπουργό Εξωτερικών ή τον Υπουργό Αμυνας των ΗΠΑ;
Το αμυντικό σύμφωνο Γερμανίας – Βρετανίας που μόλις συνήφθη, υποδηλώνει ότι εάν υπάρχει θέληση, μπορούν να ληφθούν μέτρα. Ομως η Ευρώπη χρειάζεται κάτι παραπάνω από τέτοιες στενά καθορισμένες διμερείς συμφωνίες, όσο θετικές και αν είναι αυτές.
Ο λόγος είναι απόλυτα ξεκάθαρος: η Ουκρανία αναμένει απεγνωσμένα περισσότερη βοήθεια. Ο τρίτος χειμώνας του πολέμου που άρχισε ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν τον Φεβρουάριο του 2022 είναι προ των πυλών και η κατάσταση της χώρας επιδεινώνεται βδομάδα με τη βδομάδα. Το ότι η Ουκρανία θα λάβει «όλη τη βοήθεια που χρειάζεται, και θα τη λαμβάνει για όσο καιρό τη χρειάζεται», ήταν η επωδός που ακουγόταν στις περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, ειδικά από τη γερμανική κυβέρνηση, τα τελευταία δυόμισι χρόνια. Αλλά αυτός ο ισχυρισμός είναι απλώς λανθασμένος, όσες φορές και εάν επαναληφθεί.
Η ιστορία της βοήθειας προς την Ουκρανία είναι μια ιστορία συνεχών αμφιταλαντεύσεων και δισταγμών, καθυστερήσεων και τακτικισμών. Οταν τίποτα άλλο δεν φέρνει αποτέλεσμα, καλείται ο αμερικανός πρόεδρος να δράσει, ώστε να ξεπεραστεί το πολιτικό τέλμα.
Ομως ο Μπάιντεν πέρασε μεγάλο μέρος του τρέχοντος έτους, πριν από την αποχώρησή του από την προεδρική κούρσα, εστιάζοντας στην προεκλογική εκστρατεία. Τώρα βρίσκεται σε αποχαιρετιστήρια περιοδεία. Ενας νέος πρόεδρος θα εκλεγεί την 5η Νοεμβρίου, και εάν το όνομά του είναι Ντόναλντ Τραμπ, δεν θα υπάρχει καμία ομαδική τάση για να κρυφτούν μέσα της οι Ευρωπαίοι. Η ακυρωθείσα διάσκεψη του Ραμστάιν θα ήταν η τέλεια ευκαιρία για την Ευρώπη να αναλάβει επιτέλους την ηγεσία.
Ο γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς θα έπρεπε να είχε δείξει τι σημαίνει για την Ευρώπη συνολικά το Zeitenwende («σημείο καμπής») για το οποίο είχε μιλήσει ο ίδιος μετά από τη ρωσική εισβολή. Μαζί με τη Γαλλία και τη Βρετανία θα έπρεπε να είχε προβεί σε σαφείς δηλώσεις με αποδέκτη Πούτιν: «εάν δεν τερματίσετε τον τρομοκρατικό πόλεμο κατά του άμαχου πληθυσμού της Ουκρανίας, οι περιορισμοί όσον αφορά τη χρήση όπλων μεγάλης εμβέλειας θα αρθούν”, θα μπορούσαν να του είχαν πει.
Και εάν αυτό δεν ήταν αρκετό, θα μπορούσε να είχε προστεθεί ότι η Γερμανία θα προμήθευε με πυραύλους κρουζ (Taurus) την Ουκρανία, ώστε να συνδράμει στην καταστροφή του δικτύου ανεφοδιασμού του ρωσικού στρατού εντός της Ρωσίας. Η Γαλλία και η Βρετανία προσφέρουν ήδη πυραύλους κρουζ με το βεληνεκές που απαιτείται για να πληγούν οι γραμμές ανεφοδιασμού του ρωσικού στρατού και προφανώς είναι έτοιμες να ακολουθήσουν αυτόν τον δρόμο.
Ο φόβος και η απεγνωσμένη ελπίδα να μπορέσει να αναδειχθεί ως «καγκελάριος της ειρήνης», λίγο πριν από τις ομοσπονδιακές εκλογές της Γερμανίας το επόμενο έτος, έχουν καταστεί τα κύρια κίνητρα του Σολτς. Αλλά «ο φόβος είναι η μητέρα κάθε βαναυσότητας», όπως το έθεσε ο Μισέλ ντε Μοντέν, ο γάλλος φιλόσοφος του δέκατου έκτου αιώνα. Ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έχει σίγουρα διαβάσει τον Μοντέν και κατανοεί αυτήν την προειδοποίηση.
Αντί να δράσει αποφασιστικά στο Ραμστάιν, ο Σολτς ήπιε έναν καφέ με τον Μπάιντεν, λίγο πριν απονεμηθεί στον πρόεδρο των ΗΠΑ ο Μεγαλόσταυρος του Τάγματος της Αξίας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Αλλά αυτή η τελετή απονομής ήταν μια στιγμή που ένωσε τη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία και τις ΗΠΑ μόνο από την άποψη της νοσταλγίας, όχι σε σχέση με τον καθορισμό της αποφασιστικής δράσης και της αίσθησης του σκοπού που χρειάζεται σήμερα η Ευρώπη.
Πράγματι η τελετή περισσότερο από οτιδήποτε άλλο θύμιζε τη στάση των γερμανικών κυβερνήσεων τα χρόνια πριν από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και την επανένωση, πριν ξεπεραστεί η διαίρεση της Ευρώπης, πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η παλιά Ευρώπη του Ψυχρού Πολέμου αναζητούσε παρηγοριά στο παρελθόν και αυτοπεποίθηση στη μοναχική ηγεσία των ΗΠΑ που καθόρισε την εποχή.
Η επιστροφή του Μπάιντεν στην Ουάσιγκτον μετά από τη ματαιωμένη διάσκεψη του Ραμστάιν και την υποβαθμισμένη συνάντηση στην Καγκελαρία ενδέχεται να αποκτήσει μια σχεδόν συμβολική σημασία στο μέλλον: ο τελευταίος ατλαντιστής πρόεδρος των ΗΠΑ να αποχαιρετά την Ευρώπη. Και οι Ευρωπαίοι, χωρίς ηγεσία και χωρίς την παραμικρή ιδέα για το τι θα ακολουθήσει, να του κουνούν το χέρι, αναπολώντας παλαιότερες εποχές.
Ο Friedrich Merz είναι ο ηγέτης της Χριστιανοδημοκρατικής Ενωσης (CDU), της αξιωματικής αντιπολίτευσης της Γερμανίας. Το κείμενο αυτό αναδημοσιεύεται για την Ελλάδα από το Project Syndicate.