Η αντιπολίτευση έχει συγκεκριμένο και βαρετό χαβά. Αν εκδηλωθεί πυρκαγιά, «μαζί με τα πεύκα και τα πουρνάρια, κάηκε και το επιτελικό κράτος Μητσοτάκη». Αν υπάρξει πλημμύρα, «μαζί με τα σπίτια και τα χωράφια, πνίγηκε και το επιτελικό κράτος του Κυριάκου». Αν συμβεί δυστύχημα σε δρόμο ή σε σιδηροδρομική γραμμή, «μαζί με τα βαγόνια ή το αυτοκίνητο, τράκαρε μετωπικά το επιτελικό κράτος της ΝΔ». Αν υπάρξει τραυματίας ή νεκρός από γυναικοκτονία, από χουλιγκανισμό ή από μπραβιλίκι της νύχτας, «αποδείχτηκε περίτρανα η διαχειριστική ανικανότητα και η εγκληματική αδιαφορία του επιτελικού κράτους Μητσοτάκη».
Είναι κι αυτή μια αντιπολιτευτική τακτική, δεν λέω. Στην οποία τακτική έχει σβηστεί καθ’ ολοκληρίαν η πιθανότητα του τυχαίου, του απρόσμενου, του ανθρώπινου παράγοντα ως καθοριστικού της καθημερινότητας μας. Η οργισμένη «ανάλυση» τους, κριτικάρει μια κοινωνία-ρομπότ στην οποία όλα είναι (ή μάλλον πρέπει να είναι) ρυθμισμένα μηχανικά, με πρωτόκολλα απόλυτων προβλέψεων για κάθε μία από τις δισεκατομμύρια πιθανότητες να συμβεί το ένα ή το άλλο. Κι αφού συμβαίνει «η στραβή», τότε έχει αποτύχει σύσσωμο το σύστημα.
Δεν είναι έτσι τα πράγματα και το γνωρίζουν πολύ καλά όσοι τσαντισμένοι κουνάνε το δάκτυλο σε τηλεοράσεις και στη Βουλή. Διότι αν τους υποβληθεί η απλή ερώτηση «δηλαδή εσείς εγγυάστε πως αν βρεθείτε στην εξουσία δεν θα ξαναϋπάρξει στη χώρα γυναικοκτονία, δυστύχημα, πυρκαγιά ή πλημμύρα;», δεν θα τολμήσουν να απαντήσουν με ένα κατηγορηματικό «ναι». Θα αρχίσουν να λένε ό,τι και οι κυβερνώντες σήμερα, του τύπου «θα βελτιώσουμε το σύστημα», «θα εκπαιδεύσουμε ή θα αξιολογήσουμε το προσωπικό», «θα κάνουμε πιο αξιοκρατικές τις προσλήψεις και τις μεταθέσεις» και όλα τα συναφή αόριστα. Είναι εύκολο να μιλάς για «ένα άλλο σύστημα» που θα μηδενίσει κάθε πιθανότητα «ατομικής στραβής» σε κάθε σημείο και δραστηριότητα εντός της χώρας, απείρως δυσκολότερο όμως να το περιγράψεις πειστικά και σχεδόν αδύνατο να το εφαρμόσεις αν υποθέσουμε ότι σου δοθεί η ευκαιρία.
Μόνο που σήμερα, κανένας από τους κυβερνώντες δεν τολμά να κάνει την συγκεκριμένη ερώτηση προς τους επικριτές, διότι θα εκληφθεί αυτομάτως ως κυβερνητική αποδοχή των φόνων και των δυστυχημάτων ή ως αποθέωση της ιδέας της προσωπικής ευθύνης που έχει καταγραφεί ως η άλλη όψη της κρατικής υπεκφυγής. Όπερ έτσι θα πορευτούμε εφεξής. Η κάθε ατομική πράξη, είτε πράγματι αποτελεί προϊόν κακής λειτουργίας του συστήματος είτε προέρχεται ολοκληρωτικά από προσωπική βλακεία ή ανικανότητα του κρατικού λειτουργού, θα γενικεύεται ως το άπειρο και θα στοχεύει την ανώτατη κορυφή της εκτελεστικής εξουσίας. Με βάση αυτή την λογική, ο πρωθυπουργός είναι απόλυτα υπεύθυνος για όλες τις πράξεις όλων των Ελλήνων.
Έτσι καταργείται και η στατιστική. Ακόμα κι αν υπάρξει διορθωτική επέμβαση στο σύστημα που θα βελτιώσει εντυπωσιακά τα ποσοστά των θετικών επιτευγμάτων του, πάλι θα θεωρηθεί δώρον άδωρον. Όταν μια αρνητική πράξη, κάπου, κάποιου, (που νομοτελειακά θα υπάρξει αργά ή γρήγορα) συμπυκνώνει στο μυαλό μας μια συνολική αποτυχία του συστήματος, τότε είμαστε αιωνίως καταδικασμένοι να πιστεύουμε ότι ζούμε στη χειρότερη χώρα της υφηλίου που δεν θα φτιάξει ποτέ. Διότι δεν θέλουμε σταδιακή βελτίωση, απαιτούμε ολοκληρωτική επίλυση όλων σήμερα. Γίνεται;