Και κρατούσε στα χέρια του μια μπαγκέτα, το χαρακτηριστικό γαλλικό ψωμί δηλαδή, και έσταζε μέλι το στόμα του, και είχε χαρά και περηφάνια. Για ένα ψωμί, ρε φίλε, αναστάτωσε το σύμπαν, ποιος; Ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν. Και δικαίως, αφού η μπαγκέτα εντάχθηκε στην άυλη παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά της UNESCO.
Παρεμπιπτόντως, ενώ σε όλη τη Γαλλία δραστηριοποιούνται 35.000 φούρνοι, κάθε χρόνο 400 μικροί φούρνοι κλείνουν, χάνοντας στη μάχη τους με τις αλυσίδες των σούπερ μάρκετ, με τη βιομηχανική αρτοποιία αλλά και τη στροφή των ανθρώπων σε πολύσπορα κ.λπ. Ιδού η «ένεση» της μπαγκέτας! Με εξιτάρει η ευφυΐα λαών να προστατεύουν είδη τους, πατεντάροντας τα ως εθνικά προϊόντα, άρα το ότι αντιλαμβάνονται την τεράστια ενίσχυση της οικονομικής διάστασης, εξαντλώντας κάθε είδους οφέλη.
Θέλετε παραδείγματα; Το ροκφόρ!.. Εξυπακούεται γαλλικό. Αν όχι, θα το ονομάζουμε «Μπλε τυρί». Κατοχυρωμένα, τελειωμένα πράγματα. Η σαμπάνια εξυπακούεται γαλλική, αν όχι «αφρώδης οίνος». Η παρμεζάνα των Ιταλών, αναγνωρισμένη από τον περασμένο αιώνα. Η γκοργκοντζόλα τους… Και πάει λέγοντας.
Με θλίβει βαθιά η σύγκριση. Για παράδειγμα, με τον ελληνικό «χρυσό», που είναι η φέτα «μας». Το τυρί φέτα. Μπορεί να έχει καταχωριστεί ως ΠΟΠ, ήτοι προϊόν ονομασίας προέλευσης, άρα απαιτείται συγκεκριμένη συνταγή που πρέπει να τηρείται κατά γράμμα, καθώς και μόνο συγκεκριμένες περιοχές εισκόμισης του γάλακτος για να παραχθεί η φέτα.
Για να σας δώσω να το καταλάβετε, το Ιόνιο δεν θεωρείται τέτοια περιοχή, ούτε η Κρήτη, πόσο μάλλον η Βουλγαρία και η Ρουμανία… Αλλά δεν υπάρχει έλεγχος διαρκείας, εννοώ με μεθοδικότητα και συνέπειες, κυρίως συνέπειες, στους 353 τυροποιούς (βιομηχανίες και μικροί) αν τηρείται κάτι από αυτά.
Κι έτσι κυρίως στο εξωτερικό γίνεται «πάρτι». Ποτέ δεν έγιναν οι σωστές ενέργειες από τους αρμόδιους της Πολιτείας –επί σειρά ετών– ώστε να συμπεριληφθεί η φέτα μας στα προστατευόμενα 300 περίπου προϊόντα των συμφωνιών της Ευρωπαϊκής Ενωσης με κράτη όπως ο Καναδάς, η Νότια Αφρική και άλλα. Ένα, επί της ουσίας άσπρο τυρί, μια «δημιουργική ασάφεια» παράγεται ως Φέτα από νοθευτές. Και «εκπαιδεύει» το διεθνές κοινό στο νοθευμένο, μη αναγνωρίζοντας εντέλει, ποια είναι η πραγματική γεύση της ελληνικής φέτας;
Συχνά, με βαριά μελαγχολική διάθεση, μελετάω το θαύμα των Ολλανδών και του Ισραήλ. Το Ισραήλ, έρημος μωρέ! Ερημος! Οσο για την Ολλανδία, διαβάζω από το Protagon: «Η χώρα, η οποία έχει επιφάνεια σχεδόν όσο η Μακεδονία και η Θράκη μαζί, κατόρθωσε να γίνει ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας γεωργικών προϊόντων στον κόσμο σε αξία, μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες». Το διανοείστε; Οργανώθηκαν ξεκινώντας τον προγραμματισμό τους πριν από μια δεκαετία «καθώς αυξανόταν η ανησυχία τους για την ικανότητά να θρέψουν τους 17 εκατ. ανθρώπους τους».
Αναρωτιέμαι πότε θα αρχίσει η δική μας ανησυχία για το γεγονός ότι κάποιος πρέπει και να «παράγει» τα επιδόματα στα οποία στηρίζεται η εθνική οικονομία μας. Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης είναι το τρίτο υπουργείο στη διανομή χρημάτων, επιδοτήσεων κ.λπ. Ωστόσο πάντα τοποθετούνται υπουργοί «για να κάνουν το αγροτικό» τους, όπως χαρακτηριστικά δήλωσε παράγων της γαλακτοβιομηχανίας. Δεκαπέντε χρόνια μας πήρε για να κατορθώσουμε μια Διεπαγγελματική Φέτας στη χώρα μας.
Η αντίστοιχη Διεπαγγελματική Παρμεζάνας έχει ζωή 50 χρόνων! Μια παραδειγματική Διεπαγγελματική όπου αυτοελέγχονται τόσο στυγνά, τόσο αμερόληπτα, ώστε ούτε περνάει από το μυαλό Ιταλού η νοθεία της παρμεζάνας. Οι ίδιοι περιφρουρούν το προϊόν τους για να κερδίζουν εσαεί, όχι ευκαιριακά. Εξυπνα, όχι εξυπνακίστικα. Αυτή είναι η διαφορά.
Στο «εξυπνακίστικα» χωράνε νοθευτές που κερδίζουν για την πάρτη τους, στο «έξυπνα» χωράνε κέρδη για όλη την αλυσίδα της οικονομίας. Η έρμη ελληνική Διεπαγγελματική βοήθησε στο να παραπεμφθούν στα δικαστήρια δύο εταιρείες. Αλλά δεν υπήρχε νομικό πλαίσιο ώστε η όποια ποινή να αλλάξει δυναμικά και οριστικά τη ρότα των πραγμάτων. Ενίοτε, σε τούτα τα μέρη η παρανομία συμφέρει πιο πολύ από τη νομιμότητα.
Να σας φέρω και ένα άλλο παράδειγμα για να δείτε την κοντόφθαλμη αντιμετώπιση για όλα; Οι κτηνοτρόφοι και οι τυροποιοί, κάθε μεγέθους, πληρώνουν εισφορά 0,75% της αξίας του εισκομιζόμενου γάλακτος με σκοπό την ανταποδοτικότητα. Δεν θεωρείται εκ του κράτους φόρος αλλά «Ανταποδοτικότητα». Στην Τράπεζα της Ελλάδος έχουν συγκεντρωθεί 40 και πλέον εκατ. «Ανταποδοτικότητας». Ποσόν που συμπεριλαμβάνεται στα ταμειακά αποθεματικά του κράτους μας.
Οι προσπάθειες να επιστραφεί μέρος αυτών των χρημάτων στη Διεπαγγελματική, όπως γίνεται στο εξωτερικό, ώστε να δοθούν για την προστασία του προϊόντος και κάθε είδους ενέργειες αφορά ο σκοπός, πέφτουν στο κενό. Ολα λιμνάζουν. Εκτός από τις ανάγκες μιας χώρας να πατάει σε σταθερή οικονομία παραγωγής… Και μόνο παραγωγής. Παράγουμε αμπελοφιλοσοφία. Αραγε θα μπορούσε να περιληφθεί, τουλάχιστον αυτή, στην άυλη κληρονομιά της UNESCO;