Το περασμένο Σάββατο η «Εφημερίδα των Συντακτών» είχε μία αδιαμφισβήτητη δημοσιογραφική επιτυχία με έντονο συμβολισμό. Οι πολιτικοί αρχηγοί (πλην Βελόπουλου) και ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς έκαναν δηλώσεις με τις οποίες, κατά τη σύνταξη, ύψωσαν ένα τείχος κατά του ναζισμού. Η εφημερίδα ανέλαβε την πρωτοβουλία ενόψει της απόφασης στη δίκη της Χρυσής Αυγής.
Αν επρόκειτο για μία οποιαδήποτε άλλη υπόθεση θα εγείρετο θέμα πολιτικής παρέμβασης στη Δικαιοσύνη –παρεμπιπτόντως, μόνο ο Μητσοτάκης είναι προσεκτικός και δεν αναφέρεται στη δίκη. Κανένας, πάντως, δεν διαμαρτυρήθηκε. Θα μπορούσε όμως, αλήθεια, να τεθεί αυτό ως θέμα στη δημόσια σφαίρα; Τεκμαίρεται προσπάθεια επηρεασμού της Δικαιοσύνης; Εξαρτάται από ποια γωνία και με τι διάθεση παρατηρείς τα πράγματα. Με αυστηρά τεχνικούς όρους έχουμε, πράγματι, πολιτικούς που σχολιάζουν μία δίκη λίγες ώρες πριν την ετυμηγορία. Αυτό θα μπορούσε, αν το δεις ψυχρά και κυνικά, να θεωρηθεί τουλάχιστον άστοχο. Από την άλλη, όμως, αν δεχθούμε ότι πρόθεση των κατηγορουμένων ήταν η υπονόμευση του πολιτεύματος, τότε οι αρχηγοί, εκπροσωπώντας όλους εμάς, έχουν το ηθικό δικαίωμα να σταθούν, συμβολικά, ως πολιτικώς ενάγοντες που εκφράζουν το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Διότι μπορεί, τεχνικά πάντα, η δίκη της Χρυσής Αυγής να είναι μία ποινική υπόθεση, ταυτόχρονα όμως συγκεντρώνει ιδιαιτερότητες που αγγίζουν υπαρξιακά στοιχεία του πολιτεύματος και της συλλογικής μας υπόστασης.
Περίπου με το ίδιο φίλτρο οφείλουμε να δούμε και τη συγκέντρωση που διοργανώνεται έξω από το Εφετείο. Σε τι αποσκοπεί αυτή η συγκέντρωση; Αν έχει ως σκοπό των επηρεασμό των δικαστών, κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι η συγκέντρωση υπονομεύει το κίνητρο των ίδιων των ανθρώπων που θα χάσουν μεροκάματο για να βρεθούν εκεί. Διότι είναι άνθρωποι με δημοκρατικές ευαισθησίες, συνεπώς επιθυμούν αδέκαστη και ανεξάρτητη Δικαιοσύνη. Όμως αυτές είναι πολύ λεπτές, σχεδόν αδιόρατες γραμμές στις παρυφές της φιλοσοφίας. Άλλωστε όσοι συγκεντρωθούν για να απαιτήσουν την καταδίκη των ναζί μπορούν και αυτοί να ισχυριστούν ότι παρίστανται, έστω συμβολικά, ως πολιτικώς ενάγοντες αφού, ως πολίτες, υπέστησαν βλάβη από τη δράση της Χρυσής Αυγής. Εκτός των άλλων, ο κάθε ένας από μας, είτε είναι γονιός είτε όχι, έχει το δικαίωμα να σταθεί πίσω από τη Μάγδα Φύσσα.
Σχεδόν το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας επιθυμεί να δει τους χρυσαυγίτες σε κελιά με το κλειδί πεταμένο σε υπόνομο. Διότι δεν είναι μόνο το αίμα του Φύσσα και όσων βρέθηκαν στον δρόμο τους. Είναι το μίσος τους. Η φασιστική έπαρση, η διάθεση του επιβήτορα της Δημοκρατίας, η καλλιέργεια και η διάδοση του κακού. Το δικαστήριο, λοιπόν, θα αποφασίσει αν μπορεί να δικάσει και αυτά, πέρα από το αίμα. Μπορεί; Θα το μάθουμε την Τετάρτη. Δεν δοκιμάζεται μόνο η κρίση των δικαστών, αλλά και το νομικό οπλοστάσιο της Δημοκρατίας. Για αυτό και το σύνθημα «Δεν είναι αθώοι» είναι πιο σωστό από το «Είναι ένοχοι». Ακόμα και αν δεν κριθούν ένοχοι ποινικά, δεν θα είναι αθώοι στη συνείδηση μας. Όμως δεν πρέπει να λησμονούμε ότι στον κόσμο δεν υπάρχει δικαιοσύνη. Υπάρχει μόνο Δίκαιο.