| CreativeProtagon
Απόψεις

Η Δικαιοσύνη ας σταματήσει αυτό το πολιτικό τσίρκο

Η ηγεσία του Αρείου Πάγου θα όφειλε να έχει παρέμβει δημοσίως επειδή την αφορά άμεσα το ζήτημα, και να έχει ξεκαθαρίσει κάποια πράγματα. Μεταξύ άλλων, ότι τίποτε από αυτά που ακούγονται στο πολιτικό και παραπολιτικό τσίρκο δεν έχει νομική υπόσταση και βαρύτητα και ότι στην ουσία πρόκειται για αθέμιτες απόπειρες παρέμβασης στο έργο της Δικαιοσύνης
Αγγελος Κωβαίος

Δυστυχώς, φαίνεται ότι η ροπή προς τη φαιδρότητα, την πολιτική ανευθυνότητα και τον ασυναίσθητο και επικίνδυνο ευτελισμό θεσμών είναι εγγενή και αθεράπευτα στοιχεία της νεοελληνικής παρακμής.

Με όποια λάθη χειρισμών της κυβέρνησης στα όσα την αφορούν, αλλά πάντως δίχως κάτι πέρα από αυτά, τις τελευταίες εβδομάδες έχει επικρατήσει σε ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού η εντύπωση, ή και βεβαιότητα, δίχως στοιχεία και επειδή έτσι κραυγάζουν εν χορώ ορισμένοι στο Κοινοβούλιο και στα κανάλια, ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Κώστας Αχ. Καραμανλής δολοπλοκούσαν επί ημέρες στις αρχές του 2023, με στόχο και επιθυμία να προκληθεί ένα σιδηροδρομικό δυστύχημα και να σκοτωθούν 57 άνθρωποι.

Λίγο-πολύ κάτι τέτοιο υπαινίσσεται το ανεκδιήγητης έμπνευσης «κατηγορητήριο» του Κασσελάκη, σχεδόν τα ίδια λέει ο Βελόπουλος και περίπου σε αυτόν τον ρυθμό έχει αποφασίσει να χορεύει ο Ανδρουλάκης.

Λένε όλοι αυτοί και πολλοί άλλοι ότι ο Καραμανλής πρέπει να προσέλθει αυτοβούλως στη Δικαιοσύνη ως αυτοκατηγορούμενος ή ακόμα και να πάει να χτυπήσει την πόρτα του Κορυδαλλού για να χωθεί σε ένα κελί. Κάπως έτσι θα έχει ικανοποιηθεί αυτό το αόριστο και επικίνδυνο «κοινό περί δικαίου αίσθημα».

Δεν σημαίνει τίποτα για όλους αυτούς ότι δεν υπάρχει κατηγορούμενος δίχως αδίκημα και κατηγορία, πολύ περισσότερο δεν υπάρχει ένοχος. Αλλά τι σημασία έχουν όλα αυτά; «Η κυβέρνηση συγκαλύπτει» και δολοπλοκεί, και αναρωτιέται κανείς τι να ήθελε άραγε να πετύχει με αυτό το δυστύχημα που, κατά ορισμένους, σχεδόν σχεδίασε και προμελέτησε.

Υπάρχει ένα κρίσιμο ερώτημα που τίθεται από τα ίδια τα γεγονότα των ημερών και τη θλιβερή πολιτική τους εκδοχή. Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Ποια συνθήκη τα ευνοεί και τα επιτρέπει;

Ορισμένες απαντήσεις προκύπτουν από την ίδια την πραγματικότητα. Το βασικό στοιχείο που επιτρέπει να συμβαίνουν όλα αυτά είναι ότι η μεγάλη πλειονότητα της (μειοψηφούσας) έλλογης και συνετής μερίδας του πληθυσμού, καθώς και οι εκπρόσωποί της σε όλους τους τομείς, απλώς παρατηρούν έντρομοι, φοβισμένοι και άβουλοι τους ακραίους να επελαύνουν. Και θεωρεί ότι η ενεργοποίηση των θεσμικών φραγμών, που υπάρχουν αλλά σχεδόν κανείς δεν τολμά να τους εφαρμόσει, θα θεωρηθεί «αντιδημοκρατική», «ολοκληρωτική», «φασιστική».

Στην προκειμένη περίπτωση τα πράγματα είναι κάπως απλά. Στις επικίνδυνες ακροβασίες και τις μικρονοϊκές πολιτικές σκοπιμότητες σχετικά με το δυστύχημα των Τεμπών υπάρχει τουλάχιστον ένα πεδίο στο οποίο θα μπορούσε να σωθεί η κατάσταση. Και αυτό είναι η Δικαιοσύνη.

Οχι όμως γενικώς και αορίστως.

Πολύ συγκεκριμένα, η ηγεσία του Αρείου Πάγου θα όφειλε να έχει παρέμβει δημοσίως επειδή την αφορά άμεσα το ζήτημα, και να έχει ξεκαθαρίσει κάποια πράγματα. Μεταξύ άλλων, ότι τίποτε από αυτά που ακούγονται στο πολιτικό και παραπολιτικό τσίρκο δεν έχει νομική υπόσταση και βαρύτητα και ότι στην ουσία πρόκειται για αθέμιτες απόπειρες παρέμβασης στο έργο της Δικαιοσύνης.

Υπό αυτό το πρίσμα, η ηγεσία της Δικαιοσύνης θα όφειλε να προστατεύσει τον εαυτό της και να μη μετατρέπεται σε παιχνίδι στα χέρια του οποιουδήποτε.

Με λίγα λόγια, θα μπορούσε και θα έπρεπε να έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θα δεχθεί πολιτικές παραστάσεις στον χώρο της, όπως αυτή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ ή οποιουδήποτε άλλου επιχειρεί κινήσεις εντυπωσιασμού χρησιμοποιώντας για αυτό τη Δικαιοσύνη. Σε απλά ελληνικά: Υπάρχει και η «πόρτα», ακόμη και αν αυτή πρέπει να τη δουν κάποιοι πολιτικοί αρχηγοί – ή ίσως ειδικά για αυτούς.

Ο δρόμος αυτός, του λαϊκισμού και της αλογίας, είναι προφανώς επικίνδυνος και τον έχουμε ξαναδιαβεί. Θα έπρεπε όλα αυτά να έχουν διαμορφώσει συνειδήσεις και να έχουν λειτουργήσει ευεργετικά, για μια ανακατεύθυνση.

Αλλά, όπως έχει επισημανθεί και στο παρελθόν, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε το 62% του δημοψηφίσματος. Και για το τι ψήφισε (που δικαίωμά του) και για το πώς κατάπιε αμάσητο ότι αυτό που ψήφισε πήγε στα σκουπίδια (για καλό και δικό του και των υπολοίπων – άλλη υπόθεση), αλλά και για το πώς αυτός ο συνδυασμός και πολλά άλλα εκείνης της περιόδου διαμόρφωσαν το σημερινό σάπιο πολιτικό-θεσμικό περιβάλλον μας.

Προφανώς και δεν έχουμε ξεμπερδέψει.