Στην κορύφωση του ακήρυκτου πολέμου μεταξύ τής τότε ισχυρής καθολικής Ισπανίας των Αψβούργων και της αναδυόμενης στη διεθνή σκηνή προτεσταντικής Αγγλίας, ο βασιλιάς της Ισπανίας Φίλιππος Β’ αποφάσισε να εισβάλει στην Αγγλία. Ετσι, τον Μάιο του 1588 ξεκίνησε ένας μεγάλος στόλος 130 πλοίων από τη Λισαβόνα, η «ανίκητη αρμάδα», υπό τον δούκα της Μεδίνα Σιδόνια, με σκοπό να ενωθεί με χερσαίες δυνάμεις από τη Φλάνδρα για να επιτεθεί στην Αγγλία. Οι Αγγλοι σχημάτισαν έναν στόλο με 53 πλοία, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου είχε ναυπηγηθεί πρόσφατα, μέσω του εξοπλιστικού προγράμματος της Ελισάβετ Α’ υπό τον λόρδο Τσαρλς Χάουαρντ με τον σερ Φράνσις Ντρέικ ως υποναύαρχο, όπως και τον Τζον Χόκινς.
Η ισπανική αρμάδα έφτασε στην Αγγλία, αλλά αναγκάστηκε να υποχωρήσει και στη ναυμαχία του Γκράβελιν, που έγινε στις 8 Αυγούστου του 1588 ηττήθηκε από τους Αγγλους και εγκατέλειψε το σχέδιο της απόβασης, επιστρέφοντας έπειτα από μακρύ και δύσκολο ταξίδι στην Iσπανία με πολλές απώλειες.
Λέγεται πως όταν μετέφεραν στον Φίλιππο τα νέα της καταστροφής, αναφώνησε «έστειλα την αρμάδα εναντίον ανθρώπων, όχι εναντίον των ανέμων και των κυμάτων του Θεού»!
Ομως δεν ήταν μόνο οι φυσικές δυνάμεις τα αίτια της ισπανική ήττας. Σε αυτές πρέπει να προσθέσουμε κατ’ αρχήν τη διαφορά ικανοτήτων σχετικά με τον ναυτικό πόλεμο που χαρακτήριζε τους διοικητές των δύο στόλων, η οποία μεταφράστηκε και σε διαφορά ως προς την εκτέλεση διαφόρων ελιγμών και την εξέλιξη της ναυμαχίας. Ετσι, ενώ ο ισπανός δούκας Μαδίνα Σιδόνια δεν είχε ναυτική εμπειρία, ο σερ Φράνσις Ντρέικ ήταν ένας από τους καλύτερους ναυτικούς της εποχής του, τόσο ως θαλασσοπόρος (ήταν ο πρώτος Αγγλος που έκανε τον γύρο του κόσμου), όσο και ως πολεμιστής, έχοντας, ως πειρατής, καταλάβει διάφορα ισπανικά πλοία μέχρι τότε. Επίσης ο αρχηγός του αγγλικού στόλου Χάουαρντ, είχε σημαντικές διοικητικές ικανότητες και ταυτόχρονα, αναγνωρίζοντας την αξία του Ντρέικ, του είχε δώσει πολλές εξουσίες, τις οποίες συνήθως ένας ναύαρχος τις κράταγε για τον εαυτό του. Οι ικανότητες των Αγγλων ναυάρχων τους επέτρεψαν να αναγνωρίσουν όλα τα αδύνατα σημεία των Ισπανών και να εκμεταλλευθούν όλα τα δικά τους πλεονεκτήματα.
Επιπλέον, τα αγγλικά πλοία είχαν μεγαλύτερες ικανότητες ελιγμών λόγω του σχεδιασμού τους, ενώ παράλληλα είχαν ενσωματώσει πολλές τεχνολογικές καινοτομίες, κυρίως στον σχεδιασμό και στη χρήση των κανονιών, που τους επέτρεπε να ρίχνουν πιο πολλές βολές ανά ώρα από τους Ισπανούς, και, τέλος εμφάνισαν μια νέα τακτική ναυμαχίας, χωρίς μάχη σώμα με σώμα πάνω στα πλοία, όπως γινόταν μέχρι τότε.
Με όλα αυτά τα στοιχεία, θεωρώ ότι η ήττα της «ανίκητης αρμάδας» αποτελεί ένα πολύ καλό παράδειγμα των διαφόρων μορφών αριστείας και των επιπτώσεών τους, θέμα που έχει καταλάβει σημαντική θέση στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια.
Περί αριστείας στη χώρα μας
Υποστηρίζω ότι μπορούμε να διακρίνουμε τρεις στάσεις ως προς την αριστεία. Η πρώτη στάση συναντάται σε τμήματα της Αριστεράς (κυρίως ΣΥΡΙΖΑ) με την αριστεία να χρησιμοποιείται με αρνητικό τρόπο. Παρατηρούμε ότι σε κάθε ολίσθημα της κυβέρνησης Μητσοτάκη εκτοξεύεται ο ειρωνικός χαρακτηρισμός: να τι κάνουν οι «άριστοι». Εδώ, η αριστεία δεν εμφανίζεται ως γενικά αποδεκτή αξία, ώστε αυτοί που αστοχούν ή κάνουν λάθος κ.λπ. να κατηγορούνται ότι δεν είναι άριστοι, αλλά το μήνυμα είναι ότι «κι εσείς που λέτε ότι είστε άριστοι, δεν είστε». Αρα, σε τελική ανάλυση, δεν χρειαζόμαστε την αριστεία, αφού και αυτοί που την υποστηρίζουν δεν αξίζουν.
Με αυτόν τον τρόπο γίνεται μία λογική παραχάραξη, αφού όποιος υποστηρίζει την αριστεία δεν πρέπει να είναι κατ’ ανάγκη ο ίδιος άριστος! Αν στην κοινωνία έχει εμπεδωθεί η αξία της αριστείας, τότε κάποια στιγμή θα βρεθεί κάποιος καλύτερος στη θέση κάποιου χειρότερου. Ετσι, η παραπάνω κριτική ουσιαστικά υπονομεύει την αξία της αριστείας στην κοινωνία.
Από την άλλη πλευρά υπάρχουν οι υποστηρικτές της αριστείας. Κι εδώ, όμως, μπορούμε να διακρίνουμε ανάμεσα σε δύο είδη: Υπάρχει η αριστεία που βασίζεται σε ουσιαστικά χαρακτηριστικά, ικανότητες, γνώσεις και εμπειρία, αλλά υπάρχει και η ψευδεπίγραφη αριστεία, που εμφανίζει ως άριστους (για τις θέσεις διοίκησης) όσους κατέχουν μία σειρά από τυπικά στοιχεία, όπως παλιά ήταν η κατοχή γης (εξ ου και αριστοκράτες) ή ο πλούτος, η οικογενειακή θέση, ή ακόμα και μια σειρά τυπικών προσόντων, όπως πτυχία «καλών» πανεπιστημίων σε διάφορα περιορισμένα όμως γνωστικά αντικείμενα, που δεν εξασφαλίζουν γενικότερη ικανότητα διοίκησης.
Η αριστεία και η ήττα της «ανίκητης αρμάδας»
Οι παραπάνω διακρίσεις φαίνονται αμέσως στην ήττα της «ανίκητης αρμάδας». Κατ’ αρχήν η διάκριση μεταξύ της αριστείας που βασίζεται σε πραγματικές ικανότητες σε σχέση με την αριστεία (που χαρακτήρισα ως ψευδεπίγραφη) είναι φανερή στην επιλογή της διοίκησης των δύο αντίπαλων στόλων. Οι Ισπανοί είχαν ως ναύαρχο έναν ευγενή χωρίς ναυτική εμπειρία, που ήταν «άριστος» ασχέτως ικανοτήτων, ενώ οι Αγγλοι, εκτός από τον εγνωσμένων ικανοτήτων ναύαρχο, που ήταν και αυτός ευγενής, είχαν ως υποναύαρχο έναν πρώην πειρατή (!), τον Ντρέικ, για τις ικανότητες του οποίου η βασίλισσα Ελισάβετ δεν είχε κανένα πρόβλημα να του δώσει τίτλους ευγενείας (πράγμα πολύ σπάνιο εκείνη την εποχή). Πρόκειται για λαμπρό παράδειγμα της σημασίας που έχει η αξιοκρατία στην επιλογή της ηγεσίας στην έκβαση κρίσιμων καταστάσεων. Πράγματι, ενώ από απόψεως υλικών μέσων υπερείχαν συντριπτικά οι Ισπανοί, τη νίκη την πήραν οι Αγγλοι.
Επίσης, η ενσωμάτωση των καινοτομιών στον σχεδιασμό των πλοίων και στη χρήση των κανονιών, που έγινε στην Αγγλία, δεν θα μπορούσε να υλοποιηθεί παρά μόνο σε ένα πλαίσιο μιας κοινωνίας που αναζητά κάτι καλύτερο από αυτό που υπάρχει και το εφαρμόζει, επομένως η αξία της αριστείας είναι αποδεκτή και μάλιστα με την ευρεία έννοια, όχι μόνο ως άμιλλα μεταξύ των μελών της κοινωνίας και επιλογή των καλύτερων στις θέσεις κλειδιά, αλλά και ως αναζήτηση καλύτερων μεθόδων, τεχνικών κ.λπ. Σε αντίθεση βρίσκονται οι κοινωνίες που παραμένουν κολλημένες σε κάποια σχήματα επιτυχημένα μεν στο παρελθόν, τα οποία συνεχώς αναπαράγουν, ανεξάρτητα από τις μεταβολές που συμβαίνουν γύρω τους… και μετά φταίνε τα στοιχεία της φύσης.