Το κεφάλι μου βαρύ, το τερέτισμα των τζιτζικιών που αντηχεί, σκληρό και μονότονο, με υπνωτίζει· το νιώθω, έχω αρχίσει να παραδίδομαι αμαχητί στην αυγουστιάτικη απραξία. Πρέπει να σηκωθώ να κάνω κάτι χρήσιμο ή έστω ευχάριστο –να χαζέψω λίγο το κινητό μου, να ξεπλύνω το μαγιό μου, να αγχωθώ για τον χειμώνα ή να κόψω κανένα φρούτο για τα παιδιά –αλλά μένω εκεί με το βλέμμα μου καρφωμένο στο ταβάνι.
Λίγο ακόμα και, ποιος ξέρει, μπορεί και εγώ να κάνω κάποια μεγάλη ανακάλυψη για την ανθρωπότητα· λέγεται ότι ο Ντεκάρτ επινόησε τις καρτεσιανές συντεταγμένες, ενώ χάζευε μια μύγα να περπατά πάνω στο ταβάνι.
Στο πρόσφατο άρθρο του «Ηοw to embrace nothing» («Πώς να αγκαλιάσεις το τίποτα») στο Αtlantic, ο Αρθουρ Σ. Μπρουκς μιλάει για τα οφέλη αυτής της αδράνειας σε όλη τη διάρκεια του χρόνου. Δίνει μάλιστα και οδηγίες για το πώς μπορεί να καταφέρει κανείς κάτι που π.χ. για τα λιοντάρια ή τους εφήβους είναι «ευκολάκι».
Μία βασική συμβουλή είναι να κάνεις πράγματα που αφήνουν το μυαλό σου να μετεωρίζεται π.χ. να περπατάς στη φύση ή να κοιτάζεις τα σύννεφα, κάτι που τρεις ψυχολόγοι του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν έχουν βαφτίσει «soft fascination» δηλαδή «ήπια σαγήνη». Βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την «έντονη σαγήνη», π.χ. βλέπω σε μια οθόνη τον «Σασμό» ή το «Βetter call Saul», που αιχμαλωτίζει την προσοχή σου και εμποδίζει αυτό το άσκοπο και τόσο αναζωογονητικό σουλάτσο του μυαλού.
Αραχτοί αλλά διόλου light
Δεν μιλάμε για απλή τεμπελιά ή για παραίτηση, ούτε για την λατινική «αcedia» (από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα), ένα εκρηκτικό μείγμα μελαγχολίας και οκνηρίας. «Το να είσαι άπραγος δεν σημαίνει ούτε καν να ξεκουράζεσαι» εξηγούσε αριστοτεχνικά, το 1936, ο τσέχος συγγραφέας Κάρελ Τσάπεκ. «Αν ξεκουράζεσαι, κάνεις κάτι χρήσιμο, προετοιμάζεσαι για παραπάνω δουλειά. Η απραξία δεν σχετίζεται με καμία εργασία, του παρελθόντος ή του μέλλοντος· δεν φέρει αποτελέσματα και προσδοκά το τίποτα».
Εν έτει 2022 κανείς δεν χαζεύει από το παράθυρο (εκτός και αν είναι σε καραντίνα ή είναι Αύγουστος). Πρόσφατα βρέθηκα στην αίθουσα αναμονής ενός ιατρείου χωρίς το κινητό μου και μου ήρθε… τρέλα. Λογικό, έχουμε πλέον επαναπρογραμματιστεί να μην αντέχουμε να μην κάνουμε απολύτως τίποτα για έστω λίγα λεπτά της ώρας (απόρροια του εθισμού στην τεχνολογία αλλά και της «προτεσταντικής ηθικής περί εργασίας» που ήθελε να φέρει σώνει και καλά και στη Νότια Ευρώπη η Ανγκελα Μέρκελ).
Ο προαναφερθείς Μπρουκς αναφέρει χαρακτηριστικά μια σχετική μελέτη («Just think: The challenges of the disengaged mind») που πραγματοποιήθηκε το 2014. Οι ερευνητές άφησαν τους συμμετέχοντες μόνους τους σε ένα δωμάτιο για 6 έως 15 λεπτά, χωρίς να έχουν απολύτως τίποτα να κάνουν. Ανακάλυψαν ότι ήταν ικανοί να επινοήσουν το οτιδήποτε –ακόμα και να πραγματοποιήσουν οδυνηρά ηλεκτροσόκ στον εαυτό τους –από το να μείνουν μόνοι με τις σκέψεις τους.
Busy και στον γκρεμό
Ούτε αυτή η πανδημία δεν κατάφερε να μας αλλάξει. Η υποχρεωτική αδράνεια των λοκντάουν με τις ριζικές μετατοπίσεις που επέφερε στην απασχόληση μας υπενθύμισε, ναι, μια πραγματικότητα που είχαμε λησμονήσει: ότι υπάρχει και ένας άλλος τρόπος να ζεις. Αλλά ήταν καταναγκαστική και μετά από το πρώτο διάστημα του μέλιτος (και «του μπανανόψωμου»), άρχισε να γίνεται ασφυκτική, «ψυχαναγκαστική», ψυχοφθόρα.
Πώς γίνεται να περνάει η ζωή, χωρίς να είσαι χρήσιμος, αποδοτικός, παραγωγικός; Ο σύγχρονος μεταλλαγμένος workaholic απέδειξε ότι δεν κάμπτεται ούτε μπροστά στο τέλος του κόσμου. Διόλου τυχαίο ότι η εργασιακή ημέρα επιμηκύνθηκε τους πρώτους μήνες της πανδημίας κατά 48,5 λεπτά.
Ισως, μόνο οι πάσχοντες από Long Covid (περί τα 3 εκατομμύρια στη Βρετανία, περί τα 20 στις ΗΠΑ, στην Ελλάδα εκτιμάται ότι έχει ήδη «χτυπήσει» 1,1 εκατομμύριο) είναι η ζωντανή υπενθύμιση ότι οι ρυθμοί πρέπει αναγκαστικά κάποια στιγμή να πέφτουν. Μα δεν μπορώ πια να τρέξω, να ανέβω τις σκάλες, κουράζομαι με το παραμικρό, δεν μπορώ να ζήσω όπως ζούσα πριν, πρέπει να βρίσκω κάποιο χρόνο μέσα στην ημέρα που να κάνω κάτι για τον εαυτό μου. Ιδανικά να μην κάνω τίποτα. Δεν είναι ζήτημα τεμπελιάς ή λουφαρίσματος. Είναι ζήτημα υγείας.
Ξαπλωτή ανυπακοή
Σίγουρα κάποια πρόοδος έγινε. Ενδεικτική η μεγαλύτερη στον κόσμο πιλοτική εφαρμογή της τετραήμερης εργασίας που ξεκίνησε στις 6 Ιουνίου σε πάνω από 3.000 εργαζόμενους σε 70 επιχειρήσεις στην Βρετανία και θα διαρκέσει έξι μήνες (μέχρι στιγμής αρκετοί συμμετέχοντες μιλούν για μεγαλύτερη παραγωγικότητα και λιγότερο στρες).
Λίαν ενδεικτικό και το κίνημα της «απλωμένης αρίδας» στην Κίνα. Θυμίζω ότι τον Απρίλιο του 2021 ένας 31χρονος Kινέζος, πρώην εργάτης σε εργοστάσιο, έκλεισε τις κουρτίνες στο δωμάτιό του, κουκουλώθηκε με ένα σεντόνι στο κρεβάτι του και πόσταρε μια σέλφι του με τη λεζάντα: «Lying flat is justice» («Η ξάπλα είναι δικαιοσύνη»). Εγινε viral γιατί εκατομμύρια κινέζοι millennials θα ήθελαν να δουν τον εαυτό τους οριζοντιωμένο να ατενίζει το κενό.
Το κίνημα «lying flat» έγινε το αντίδοτο στην υπερανταγωνιστική κουλτούρα των «996 εβδομάδων» – τόσο δουλεύουν οι κινέζοι εργαζόμενοι (και ολοένα και περισσότεροι έλληνες): έξι μέρες την εβδομάδα από τις 9 το πρωί μέχρι τις 9 το βράδυ.
Ποια τερετίσματα τζιτζικιών και ποιες μύγες στο ταβάνι; Θα αγναντέψουμε για λίγο το πέλαγος (οι τυχεροί) ή τον ουρανό, θα κάνουμε για λίγο τους φιλοσοφημένα «αργόσχολους» όσο διαρκεί αυτός ο Αύγουστος και μετά, βουρ, θα επιστρέψουμε ξανά σε αυτά που ξέρουμε. Θα αρχίσουμε και πάλι το τρέξιμο–πού καιρός για χάσιμο–, δεν θα πρέπει να αφήσουμε λεπτό ανεκμετάλλευτο, αυτή τη φορά πρέπει να προετοιμαστούμε για την πολυκρίση που μας αναμένει το φθινόπωρο (παγκόσμια ύφεση, ενεργειακό, πόλεμος στην Ουκρανία, Πελόζι στην Ταϊβάν κ.ο.κ.).
Μήπως τα πέντε λεπτά ατενίσματος του κενού είναι πια ζήτημα επιβίωσης;