Η πολιτική σκηνή της Ευρώπης αντιμετωπίζει μια αυξανόμενη τάση αστάθειας και δυσκολίας στη διακυβέρνηση. Τελευταίο παράδειγμα η Αυστρία, όπου απέτυχαν οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης, οδηγώντας τον κεντροδεξιό Καγκελάριο Καρλ Νεχάμερ να ανακοινώσει την παραίτησή του, ανοίγοντας τον δρόμο για την πιθανή ανάληψη της εξουσίας από την ακροδεξιάς για πρώτη φορά μεταπολεμικά. Πρόκειται για μια ιστορική εξέλιξη με δεδομένο ότι το Κόμμα της Ελευθερίας έχει ιδρυθεί το 1956 από πρώην Ναζί, ενώ ακόμα και σήμερα δεν κρύβει το θαυμασμό του στη ρητορική του σκοτεινού παρελθόντος.
Είχε προηγηθεί στη Γερμανία, η διάλυση της Βουλής και η προκήρυξη πρόωρων εκλογών στις 23 Φεβρουαρίου, μετά την πτώση της (ομολογουμένως παράταιρης) κυβέρνησης του καγκελαρίου Όλαφ Σολτς.
Στη Γαλλία, η κυβέρνηση του Μισέλ Μπαρνιέ κατέρρευσε μετά την υπερψήφιση πρότασης μομφής, σηματοδοτώντας την πρώτη φορά από το 1962 που γαλλική κυβέρνηση πέφτει λόγω ψήφου δυσπιστίας, ενώ και στην Ισπανία ο κυβερνητικός συνασπισμός κλυδωνίζεται.
Αυτά τα γεγονότα δεν αποτελούν μεμονωμένα περιστατικά. Δεν αποτελούν συμπτώσεις, αλλά εντάσσονται σ’ ένα ευρύτερο φαινόμενο πολιτικής δυσκυβερνησίας, που συνδέεται με μια πολιτική νεωτερικότητα του 21ου αιώνα, όπου η απορρύθμιση, η ρευστότητα και ο κατακερματισμός χαρακτηρίζουν τα πολιτικά συστήματα. Οι εκλογές στις δυτικού τύπου – φιλελεύθερες δημοκρατίες τείνουν να διεξάγονται ολοένα και συχνότερα πρόωρα, χωρίς να καταλήγουν σε σταθερές κυβερνήσεις.
Η σχέση των πολιτών με τα παραδοσιακά κόμματα περνά βαθιά κρίση. Η εθνικιστική Ακροδεξιά και οι νέοι σχηματισμοί εκτός της πολιτικής παράδοσης δεν διαμορφώνουν μόνο συνθήκες ρήξης με το παρελθόν, αλλά και ένα νέο πολιτικό πλαίσιο που δυσκολεύει τη συνεργασία για τον σχηματισμό σταθερών κυβερνήσεων. Η επέλαση του λαϊκισμού, η θεοποίηση του αντισυστημισμού και η απαξίωση των παραδοσιακών ιδεολογιών συμβάλουν στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος δυσκυβερνησίας. Στα παραπάνω προστίθεται ως σημαντικός παράγοντας, αν και όχι ως γενεσιουργός αιτία, η τοξικότητα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ο αλγόριθμος που στις περισσότερες πλατφόρμες ενισχύει το φαινόμενο του echo chamber, δηλαδή την αντήχηση των δικών μας απόψεών, δυσκολεύει την κατανόηση της άλλης άποψης, πολύ περισσότερο της αποδοχής και της σύνθεσης. Επιπρόσθετα, η Τεχνητή Νοημοσύνη έχει κάνει πλέον δυσδιάκριτη τη γραμμή που διαχωρίζει την αλήθεια από το ψέμα, ενώ αντιμετώπιση των fake και deep fake news γίνεται πιο δύσκολη. Εξάλλου η θολή και διαστρεβλωμένη πραγματικότητα είναι το ιδανικό περιβάλλον ανάπτυξης των αντιδημοκρατικών αντιλήψεων.
Παρά τις κυβερνητικές αναταράξεις, οι ευρωπαϊκές δημοκρατίες συνεχίζουν να λειτουργούν. Οι σύγχρονοι θεσμοί είναι ισχυροί, αλλά αυτή η αντοχή δεν είναι απεριόριστη. Η πολιτική αναποτελεσματικότητα διαβρώνει τη Δημοκρατία και μπορεί να την αποδημήσει. Αυτός είναι και ο διακηρυγμένος στόχος διαφόρων δρώντων που οραματίζονται ή έχουν ήδη εφαρμόσει επικίνδυνες – απολυταρχικές πολιτικές.
Είναι συνεπώς σημαντικό να μην αφήσουμε τη σύγχρονη Δημοκρατία να εγκλωβιστεί σ’ έναν φαύλο κύκλο αποσάθρωσης.
Όχι μόνο η ιστορία, αλλά και πρόσφατες εξελίξεις δείχνουν ότι η Δημοκρατία δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη και τα φαντάσματα του παρελθόντος είναι υπαρκτά.
Όπως σημειώνει ο David Runciman, η Δημοκρατία μπορεί να αποτύχει παραμένοντας τυπικά άθικτη. Γι’ αυτό και η έγκαιρη αντιμετώπιση των παραγόντων που οδηγούν στη δυσκυβερνησία είναι κρίσιμη.
Η λύση περνά από την πολιτική αποτελεσματικότητα, τον ρεαλισμό, τον συνδυασμό τεχνοκρατικού σχεδιασμού και ενσυναίσθησης, τη θεσμική θωράκιση και την πολιτική συνεννόηση, προκειμένου να αποφευχθεί η διολίσθηση σε μια δημοκρατική δυστοπία και να διατηρηθεί η ευρωπαϊκή ενότητα και προοπτική.
Αρκεί να ρίξει κάποιος μια ματιά στην ειδησεογραφία των ημερών για να διαπιστώσει ότι δεν είμαστε αντιμέτωποι με μια θεωρητική απειλή. Η ιδέα της ανατροπής μιας δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης μπορεί απροκάλυπτα και ανερυθρίαστα να ξεκινά από ένα poll στο Χ (πρώην Twitter).
Τα «τείχη» συνεπώς έχουν ήδη θεμελιωθεί σε ορισμένα σημεία και δεν θα μπορούμε να πούμε αργότερα ότι δεν ακούσαμε ποτέ «κρότον κτιστών ή ήχον».
* Ο Παναγιώτης Κακολύρης είναι Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Δικτύου Πολιτικών Ιδρυμάτων και συνιδρυτής του Strategic Thinking Lab.