Πολλές είναι οι φωνές που τις τελευταίες εβδομάδες υποστηρίζουν – άλλοτε καλοπροαίρετα, άλλοτε χαιρέκακα – ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση υστέρησε σημαντικά έναντι των ΗΠΑ ως προς την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας. Ανεξαρτήτως του ότι αυτό δεν συμβαίνει, δείχνουν να αγνοούν οι φωνές αυτές μια βασική αρχή: ότι οι συγκρίσεις γίνονται μεταξύ συγκρίσιμων μεγεθών και ότι, κατά το κοινώς λεγόμενο, δεν συγκρίνονται μήλα με πορτοκάλια.
Οι ΗΠΑ είναι ένα ομοσπονδιακό κράτος, με ισχυρό κεντρικό προϋπολογισμό, στο οποίο οι αποφάσεις λαμβάνονται από τον πρόεδρο και την κυβέρνησή του και από δύο νομοθετικά σώματα. Ενώ η ΕΕ είναι μια υβριδική ένωση 27 κρατών, με πολύ μικρότερο, αναλογικά, ενιαίο προϋπολογισμό και για τη λήψη των αποφάσεών της πρέπει να ομονοήσουν 27 κυβερνήσεις, το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο και σε πολλές περιπτώσεις τα 27 εθνικά κοινοβούλια. Για παράδειγμα, δέκα μήνες μετά τις ιστορικές αποφάσεις του Ιουλίου 2020, εκκρεμεί ακόμη η επικύρωση από πέντε εθνικά κοινοβούλια της απόφασης που θα επιτρέψει την ενεργοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης.
Και όμως, παρά αυτές τις σημαντικές διαφορές, η Ευρώπη δεν υστέρησε έναντι των ΗΠΑ στην οικονομική αντιμετώπιση της πανδημίας. Για του λόγου το αληθές, ας συγκρίνουμε τις εκατέρωθεν του Ατλαντικού ενισχύσεις: Πράγματι, τα μέχρι σήμερα «πακέτα» των ΗΠΑ, μαζί με το τελευταίο «πακέτο» Μπάϊντεν των 1,9 τρισ. δολαρίων , αθροίζουν το όντως εντυπωσιακό ποσό των 5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Σύμφωνα δε με όσα έχει εξαγγείλει ο πρόεδρος Μπάϊντεν, θα ακολουθήσει μια γιγάντια πρωτοβουλία ενίσχυσης των υποδομών, ύψους 2,2 τρισ. δολαρίων και άλλη μια ύψους 1 τρισ. ευρώ για ενίσχυση των υπηρεσιών υγείας και εκπαίδευσης καθώς και για μια σειρά κοινωνικών προγραμμάτων. Το λάθος όμως στο οποίο πέφτουν όλοι οι – καλοπροαίρετοι και μη – επικριτές της ευρωπαϊκής προσπάθειας είναι ότι συγκρίνουν το ποσό αυτό μόνο με τα 750 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης, λάθος στο οποίο υπέπεσε πρόσφατα στη χώρα μας και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατά την παρουσίαση των – κατόπιν εορτής – προτάσεων του κόμματός του για το Ταμείο Ανάκαμψης.
Κονδύλια, ενισχύσεις, χαλάρωση…
Η σύγκριση με τις ενισχύσεις που δόθηκαν στην Ευρώπη, για να έχει κάποια κοινή βάση, πρέπει να συμπεριλάβει, εκτός των 750 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης, και τον πολυετή προϋπολογισμό της ΕΕ ύψους 1 τρισ. ευρώ, και τις εθνικές ενισχύσεις των κρατών-μελών προς τις επιχειρήσεις τους συνολικού ύψους 3 τρισ. ευρώ, και τα δάνεια 500 δισ. ευρώ που αποφασίστηκαν επειγόντως στην έναρξη της κρίσης. Κατά συνέπεια, το συνολικό ποσό δεν φαίνεται να υπολείπεται του αντίστοιχου αμερικανικού. Πρέπει επίσης η σύγκριση να λάβει υπόψη της και το γιγαντιαίο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Kεντρικής Τράπεζας, το οποίο στα τέλη του 2020 ήταν συνολικού ύψους 1,85 τρισ. ευρώ. Πού είναι λοιπόν η υστέρηση της ΕΕ έναντι των ΗΠΑ;
Είναι γεγονός ότι η περίοδος εκταμίευσης των ενισχύσεων στην ΕΕ θα είναι κάπως μεγαλύτερη από ότι στις ΗΠΑ. Τούτο όμως οφείλεται κατά ένα μέρος, στη διαφορετική οικονομική λογική μεταξύ των ευρωπαϊκών και των αμερικανικών ενισχύσεων. Αν εξαιρέσουμε τις προαναφερθείσες εξαγγελλίες για ενίσχυση των υποδομών, της υγείας και της εκπαίδευσης, τα μέχρι σήμερα τρία «πακέτα» των ΗΠΑ περιλαμβάνουν στο μεγαλύτερο μέρος τους άμεσες εισοδηματικές ενισχύσεις, που ενισχύουν την κατανάλωση, δηλαδή την πλευρά της ζήτησης – και ταυτόχρονα ενισχύουν βεβαίως και τους φόβους για «υπερθέρμανση» της αμερικανικής οικονομίας και άνοδο του πληθωρισμού. Αντίθετα, οι ευρωπαϊκές ενισχύσεις, αφορούν κυρίως επιχειρήσεις και υποδομές, δεν έχουν βραχυπρόθεσμη στόχευση, αλλά υπηρετούν μεσο-μακροπρόθεσμους στόχους και αποσκοπούν σε μονιμότερη οικονομική ανάκαμψη, σε αύξηση της ανθεκτικότητας των ευρωπαϊκών οικονομιών και τη μετάβαση σε νέα παραγωγικά πρότυπα, με κυρίαρχα αυτά της πράσινης και ψηφιακής οικονομίας.
Διαφορετικές αφετηρίες
Το σημαντικότερο, όμως, στοιχείο της σύγκρισης, είναι οι διαφορετικές αφετηρίες των προσπαθειών στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Οι ΗΠΑ ξεκινούν από μια αφετηρία που βρίσκεται πολύ πίσω από αυτή της Ευρώπης, όσον αφορά στην ύπαρξη του κοινωνικού κράτους. Κατακτήσεις που μετρούν πολλές δεκαετίες στην ΕΕ στους τομείς της δημόσιας υγείας, της κοινωνικής ασφάλισης ή της δημόσιας εκπαίδευσης, παραμένουν ακόμη και σήμερα μεγάλα ζητούμενα στην αμερικανική οικονομία και κοινωνία. Αλλά και στις υποδομές, η κατάσταση δεν είναι καλύτερη. Σύμφωνα με ανακοίνωση – από το 2017 – της ένωσης πολιτικών μηχανικών των ΗΠΑ, οι υποδομές της χώρας τους βρίσκονται «πολύ κάτω από τα standards» και απαιτούνται επενδύσεις 2 τρισ. δολαρίων για να έλθουν στο επιθυμητό επίπεδο.
Οσα, δηλαδή, εξαγγέλλει τώρα ο πρόεδρος Μπάιντεν. Ανάλογα είναι και τα κενά που πρέπει να καλυφθούν στην υγεία και την εκπαίδευση και σε κοινωνικές παρεμβάσεις, για τα οποία εξαγγέλθηκε η προαναφερθείσα ενίσχυση του 1 τρισ. δολαρίων. Στην πραγματικότητα, θα χρειάζονταν πολλά πακέτα Μπάιντεν για να μπορέσουν οι ΗΠΑ να πλησιάσουν το κοινωνικό κράτος της Ευρώπης. Η όποια δε σύγκριση επιχειρείται, είναι ατελής και ανιστόρητη αν δεν λάβει σοβαρά υπόψη της και αυτή την σημαντική παράμετρο.
Είναι λοιπόν σαφές, ότι ένα σημαντικό μέρος της αντιμετώπισης των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας στις ΗΠΑ αφιερώνεται, και τούτο προς τιμήν του προέδρου Μπάϊντεν, στο να καλύψει κενά πολλών ετών, σε μια κατεύθυνση που η Ευρώπη έχει κατακτήσει εδώ και αρκετές δεκαετίες. Θα ήταν λοιπόν υπερβολή αν, σε αντίθεση με τους πρόθυμους επικριτές, υποστηρίζαμε ότι ζούμε μια περίοδο κατά την οποία η Αμερική θέλει να μοιάσει στην Ευρώπη; Και από την άλλη πλευρά, δεν είναι τουλάχιστον άστοχο να προβάλλουμε ως πρότυπο προς μίμηση μια όντως αξιέπαινη προσπάθεια, η οποία όμως έχει ως κύριο στόχο να φθάσουν οι ΗΠΑ σε επίπεδα κοινωνικού κράτους, στα οποία ήδη βρισκόμαστε στην Ευρώπη;
Ο ρόλος της ΕΕ στον Κόσμο
Αν λείπει κάτι από την Ευρώπη, δεν είναι οι χρηματοδοτήσεις, αλλά, στο μεν επίπεδο των παραγωγικών μεταρρυθμίσεων, η πραγματοποίηση καλύτερης σύνδεσης των πανεπιστημίων της με τις εξελισσόμενες παραγωγικές ανάγκες, στο δε γεωπολιτικό πεδίο, η εμπέδωση της στρατηγικής της αυτονομίας μέσα σ’ έναν πολυπολικό κόσμο, με άλλα λόγια η ενίσχυση της πολιτικής της δυνατότητας για μεγαλύτερη επιβολής των θέσεών της.
Σε μια περίοδο, που αρχίζει να αποκτά χαρακτηριστικά ενός νέου αντιπαραθετικού διπολισμού ΗΠΑ-ΚΙΝΑΣ, η Ευρώπη πρέπει να διεκδικήσει για τον εαυτό της τον ρόλο του παράγοντα που συμβάλει δημιουργικά στην παγκόσμια πολυπολική ισορροπία. Αυτό είναι και το μεγάλο στοίχημά της για το μέλλον.
Ο Αλέκος Κρητικός είναι πρώην στέλεχος της ΕΕ, Ειδικός Σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ / Ο Γιώργος Φλωρίδης είναι πρώην υπουργός