Απόψεις

H χαρά τού να θυμάσαι ότι είσαι θνητός

Δεν χρειάζεται μόνο οι βιβλικοί τυφώνες να μας θυμίζουν ότι είμαστε θνητοί. Μια άλλου τύπου υπενθύμιση ότι οι ημέρες μας σε αυτόν τον πλανήτη είναι μετρημένες μπορεί να είναι το καλύτερο φάρμακο για αυτή την αγωνία μας να τα προλάβουμε όλα
Λένα Παπαδημητρίου

Μη μου πείτε ότι και εσείς δεν στενοχωρηθήκατε, έστω λίγο, που ο τυφώνας Mίλτον υποβιβάστηκε στην κατηγορία 1, από την 4 που προβλεπόταν. Τα δελτία ειδήσεων, πάντως, σίγουρα. Διότι αναγκάστηκαν να αρκεστούν σε λίγες μόνο εικόνες βιβλικής καταστροφής, σε μόλις 12 κουτσομποφόρ, κάτι ψωραλέους αλιγάτορες μέσα σε πλημμυρισμένα σπίτια, λίγες μαρτυρίες τρομαγμένων ομογενών και… that’s it.

Πού εκείνες οι ουρές χιλιομέτρων που σχημάτιζαν τα οχήματα των έντρομων πολιτών, οι εκκλήσεις και οι ιαχές της δημάρχου της Τάμπα ότι όποιος δεν φύγει «θα πεθάνει», τα «γράψτε στα χέρια σας τα ονόματά σας» για να ταυτοποιηθούν στη συνέχεια οι σοροί σας, και όλη εκείνη η χαιρέκακη προσδοκία μιας επικείμενης «μακριά από μας» καταστροφής;

Οχι βέβαια ότι όλο αυτό ήταν καμια αληθινή άσκηση στην εξοικείωση με τη θνητότητά μας. Οπως άλλωστε και οι απώλειες διασήμων, που σχεδόν έχουν εξελιχθεί σε trend: ποιος θα ποστάρει πρώτος την πιο σπάνια ή εντυπωσιακή φωτογραφία του θανόντος στο άνθος της νιότης του. Ή (ειδικά για τους δημοσιογράφους) ποιος θα ποστάρει τον εαυτό του να εναγκαλίζεται τον διάσημο μακαρίτη.

Πάλι καλά δηλαδή που είδαμε και τον κοστουμάτο Hades, ο Αδης στο «Κaos» του Netflix (και ας μην πήρε το πράσινο φως για δεύτερο κύκλο). Ο Ντέιβιντ Θιούλις στον ρόλο –με τη φοβερή μαυρούκα Περσεφόνη (Ρέικι Αγιόλα) στο πλάι του– έδωσε πραγματικά άλλο τόνο στον Aλλο Κόσμο.

Οπως και να ‘χει, λένε ότι βοηθάει το memento mori (το «να θυμάσαι ότι θα πεθάνεις»). Διότι μια ουσιαστική επαφή με τη θνητότητά μας είναι ό,τι πιο καταπραϋντικό για αυτόν τον αγώνα στρες και ανεκπλήρωτων προσδοκιών στον οποίο ξοδεύεται η ζωή μας. Διόλου τυχαίο ότι κοτζάμ έρευνα («From Terror to Joy: Automatic Tuning to Positive Affective Infornation Following Mortality Salience», 2007) είχε καταδείξει ότι το να σκέφτεσαι πως κάποια στιγμή θα «τα τινάξεις», παραδόξως ενισχύει τη θετική σκέψη.

Εχεις 4.000 εβδομάδες, τι θα τις κάνεις;

Σε αυτό καταλήγει λίγο πολύ και ο γνωστός δημοσιογράφος/γκουρού του time management Ολιβερ Μπέρκμαν στο καινούργιο του βιβλίο, «Meditations for Mortals». Πρόκειται για ένα μοντέρνο εγχειρίδιο επιβίωσης, που έρχεται να σου θυμίσει ότι ακριβώς επειδή ο χρόνος σου είναι πεπερασμένος, καλό είναι να κάτσεις να τον απολαύσεις.

Γιατί κάτι άλλο, τέλος πάντων, πρέπει να κάνουμε με αυτές τις τέσσερις χιλιάδες (4.000) εβδομάδες που μας αναλογούν (υπό καλές συνθήκες) πάνω σε αυτόν τον πλανήτη (αν πούμε ότι το μέσο προσδόκιμο ζωής είναι τα 80). Στο προηγούμενο βιβλίο του, το μέγα μπεστ σέλερ με αυτόν ακριβώς τον τίτλο («Tέσσερις Χιλιάδες Εβδομάδες: Διαχείριση Χρόνου για Θνητούς», στα ελληνικά από τις εκδ. Κλειδάριθμος), o Μπέρκμαν τα έλεγε έξω από τα δόντια: «Eίναι ένα παράλογα, τρομακτικά, προσβλητικά σύντομο διάστημα».

Σύμφωνα με το «Atlantic», ο 49χρονος Βρετανός, που τώρα ζει στο Μπρούκλιν (και που, σημειωτέον, μισεί εν γένει τα… άλλα βιβλία αυτοβοήθειας), το φιλοσόφησε και κατέληξε ότι πρέπει κάτι να γίνει. Μας έχει όλους κουράσει πλέον αυτός ο ατέρμονος αγώνας με τον χρόνο (μια φίλη μού έλεγε προ ημερών ότι βάζει ξυπνητήρι στις 6 το πρωί για να προλάβει να διαβάσει κάτι που της αρέσει).

Το νέο βιβλίο του Μπέρκμαν περιλαμβάνει 28 μίνι μαθήματα (πρακτικά κυρίως, αλλά με μπόλικες, έξυπνα μεταβολισμένες διδαχές του ζεν βουδισμού), τα οποία σκοπό έχουν να σου θυμίσουν ότι απλά «δεν υπάρχει τρόπος να χειριστείς την κατάσταση τού να είσαι άνθρωπος τον 21ο αιώνα». Οσο δηλαδή και να αγχώνεσαι για το θα πώς δαμάσεις τους λογαριασμούς, τα προβλήματα και τα εισερχόμενα στο inbox σου, δεν πρόκειται να τα καταφέρεις ποτέ (και, μεταξύ μας, όσο και να χτυπήσεις ξύλο ή να κουνηθείς από τη θέση σου, στο ίδιο μέρος με όλους τους άλλους θα καταλήξεις).

Αυτό που στην πραγματικότητα «πουλάει» ο τετραπέρατος Βρετανός δεν είναι η υπόσχεση ότι θα καταφέρεις να ξεπεράσεις τις δυσκολίες της ζωής σου, αλλά η αναπάντεχη ανακούφιση τού να χαλαρώσεις μέσα σε αυτές.

Ενδεικτικό το τελευταίο κεφάλαιο με τίτλο «Showing Up», στο οποίο αποκαλύπτει τη ρίζα της σύγχρονης κακοδαιμονίας, που δεν είναι άλλη από την κουλτούρα της παραγωγικότητας. Αυτή, λέει,  μετατρέπει τη ζωή σε κάτι που απλώς πρέπει να «ξεπεράσεις», μέχρι κάποια απροσδιόριστη καλύτερη στιγμή. Αυτή η στιγμή, τονίζει, δεν θα έρθει «αν δεν παραδεχτούμε ότι αυτό το δυσάρεστο  νερό, που δεν μπορούμε να ελέγξουμε και που διαρκώς αλλάζει, είναι το μόνο που έχουμε για να κολυμπάμε».

Πιο λιανά, αποφεύγοντας να σκέφτεσαι τον θάνατο, αποφεύγεις να απολαύσεις τη ζωή. Και όμως, ό,τι και να έχεις καταφέρει ή να μην έχεις καταφέρει, όσα και να έχεις βγάλει ή όσα και να χρωστάς, ο Πορθμέας του Aδη σε περιμένει μασουλώντας ποπ κορν στην άκρη του τούνελ. Αν το θυμάσαι, μπορεί και να περάσεις καλύτερα.

Τι να τις κάνεις, βέβαια, όλες αυτές τις μοντέρνες υπενθυμίσεις της τρωτότητας όταν κάποιοι τα έχουν πει τόσο, μα τόσο καλύτερα; Ας θυμηθούμε π.χ. τι έλεγε ένας αρχαίος, αξεπέραστος «life coach»: «Οπου να ‘ναι θα ξεχάσεις τα πάντα. Οπου να ‘ναι θα σε ξεχάσουν οι πάντες» («Τα Εις εαυτόν», Ζ’ Βιβλίο, Μάρκος Αυρήλιος, εκδ. Κάκτος). Eίναι δυνατόν να κάθεσαι να αγχώνεσαι;