Δεν ζουν απλά ανάμεσά μας, είμαστε όλες εμείς. Γιατί καμία δεν θα μπορέσει ποτέ να ανταποκριθεί στις δυσθεώρητες, προσδοκίες, στις άπειρες συμβουλές, στα ηλίθια στάνταρντ. Παραφράζοντας τον κινηματογραφικό επιθεωρητή Κάλαχαν (Κλιντ Ιστγουντ), «οι απόψεις για το ποια είναι κακή μητέρα είναι– pardon his French– σαν τις κωλοτρυπίδες: ο καθένας έχει από μία».
Και η εποχή παίζει, φυσικά, τον ρόλο της. Τη δεκαετία π.χ. του 1950, στις ΗΠΑ του «Κόκκινου Τρόμου» και της ομοφοβίας, «κακή» μητέρα ήταν εκείνη που παραχάιδευε τον γιό της, εκθηλύνοντάς τον, καθιστώντας τον δηλαδή ανίκανο να δημιουργήσει ενήλικες ετεροφυλοφιλικές σχέσεις, αλλά και ευάλωτο σε εκβιασμούς ρώσων κατασκόπων. Και «ντιγκιντάγκας» και «κομμουνιστής», τι σόι μάνα είσαι τέλος πάντων;
Σήμερα, η «κακή» μητέρα έχει πολλές μορφές. Να υπογραμμίσω εδώ ότι με τον όρο «κακή» δεν αναφέρομαι στις βάναυσες και βαθιά διαταραγμένες μητέρες της επικαιρότητας. Αναφέρομαι σε όλες εκείνες τις «όχι αρκετά καλές» μητέρες που μοχθούν να αναθρέψουν παιδιά σε μια εποχή που οι κρίσεις πολλαπλασιάζονται σαν τα μανιτάρια.
«Κακή» μπορεί να είναι σήμερα η «μητέρα-ελικόπτερο», που εξακολουθεί να λέει «θα διαβάσουμε», «πάμε νηπιαγωγείο» και «δίνουμε εξετάσεις». Μπορεί να είναι, ακόμα, η μητέρα που δουλεύει από το σπίτι και χάνει την ψυχραιμία της όταν η κόρη της, μαθήτρια της Β’ Δημοτικού, της αρπάζει επίτηδες το κινητό τη στιγμή που τηλεφωνεί ο προϊστάμενος από το γραφείο.
«Κακή» μπορείς, επίσης, να είναι η μαμά που δεν προλαβαίνει να μαγειρέψει και βγάζει πάλι την έτοιμη πίτσα από την κατάψυξη, ή η μάνα «attention whore», που την εποχή της τηλεκπαίδευσης ξεχνούσε επίτηδες στο διάλειμμα ανοιχτό το μικρόφωνο για να ακουστεί να λέει ότι έχει στολίσει ένα υπέροχο χριστουγεννιάτικο δέντρο και ότι πάει να βγάλει από τον φούρνο το φανταστικό σουφλέ σπανάκι.
«Κάκιστη» μπορεί να είναι ακόμα σήμερα η μάνα που αποφασίζει να μη θηλάσει ή που θέλει να γεννήσει στο σπίτι. Οπως και η άλλη, που υποστηρίζει το «gentle parenting» (όταν δηλαδή ο οκτάχρονος γιος της ουρλιάζει μέσα στο σουπερμάρκετ, τού λέει με χαμόγελο: «Μπράβο, αγάπη μου, έρχεσαι σε επαφή με τα συναισθήματά σου»).
«Κακή» ίσως είναι και η παλαιάς κοπής μητέρα, που βάζει τιμωρία, η άλλη που είναι υπερπροστατευτική ή που δεν είναι επαρκώς ενσυναισθητική και προσαρμοστική, αυτή που βαριέται θανάσιμα να διαβάζει παραμύθια ή που βλαστημάει από μέσα της επειδή «τρώει» κάθε Σαββατοκύριακο να πηγαίνει σε παιδικούς αγώνες ποδοσφαίρου.
Το αυτομαστίγωμα της μητρός
Προχθές, συνάντησα σε μια κοινωνική εκδήλωση μια σκληρά εργαζόμενη και άκρως επιτυχημένη επαγγελματικά single mother φίλη. «Νιώθω ανίκανη», μου έλεγε για τη σχέση της αυτή την εποχή με τον δεκαεπτάχρονο γιό της. «Εχει βρει διάφορες σχολές στο εξωτερικό που τον ενδιαφέρουν και εγώ δεν είμαι σε θέση να τον βοηθήσω. Δεν είμαι ενημερωμένη και όταν με ρωτάει κάτι, σχεδόν πάντα τού δίνω τη λάθος απάντηση». Είδα την απόγνωσή της. Θεωρούσε σοβαρότατο «έλλειμμά» της ότι δεν γνώριζε απ’ έξω τις καλύτερες σχολές Νευροεπιστημών και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Αν μπορούσε, θα το βροντοφώναζε: «Είμαι άθλια μητέρα!».
Οι ίδιες οι μανάδες είναι, ως γνωστόν, οι πιο άτεγκτοι κριτές εαυτών (τα παιδιά το έχουν πάρει είδηση, εξ ου και το «είσαι η χειρότερη μαμά του κόσμου» εξαπολύεται κατά ριπάς από τα στόματα νηπίων και εφήβων). Ηδη από την στιγμή που βγαίνει θετικό το τεστ της β-χοριακής αρχίζεις να συγκρίνεις, εντελώς παράλογα και ανελέητα, τη μητρότητά σου με αυτή των άλλων. Πάνω απ΄όλα, βέβαια, με το ιδεώδες της εξιδανικευμένης και βιομηχανοποιημένης μητρότητας της νέας χιλιετίας.
Εννοείται ότι τα σόσιαλ μίντια υποδαυλίζουν την έμφυτη τάση της μητέρας προς την αυτοκριτική, την αυτοϋπονόμευση, το αυτομαστίγωμα, το σχεδόν σύμφυτο στη μητρότητα αίσθημα της αποτυχίας. Πώς να συγκριθείς με εκείνη που τρέχει σε όλους τους μίνι μαραθωνίους ή με την άλλη που επιδεικνύει άπειρα instagrammable κάδρα με τον σύντροφό της ή τους συναδέλφους της, στο πλαίσιο μίας ακόμα επαγγελματικής επιτυχίας (που σημαίνει και ότι δεν παραμελεί τη σχέση της και ότι είναι το σωστό πρότυπο «γυναικείας ενδυνάμωσης» για τα παιδιά της);
Βγάλε τη μαμά από την ντουλάπα
Είναι χαρμόσυνη η είδηση ότι η «κακή» μητέρα αρχίζει σιγά σιγά και βγαίνει από την ντουλάπα. Αν μη τι άλλο, στην ποπ κουλτούρα. Ταινίες, σειρές και βιβλία απενοχοποιούν τις καλά κρυμμένες πτυχές της «κακής» (ή «όχι αρκετά καλής») μητρότητας: τη μοναξιά, το άγχος, τη ματαίωση, την αβεβαιότητα, τη σωματική και συναισθηματική κόπωση, τη νοσταλγία «για τη ζωή πριν», την οργή.
Ενδεικτικό εκείνο το «Τα παιδιά είναι μια ολέθρια ευθύνη» που εκστομίζει η Ολίβια Κόλμαν, μια μοντέρνα Καρένινα, με φόντο τις Σπέτσες, στην ταινία «The Lost Daughter» (βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Ελενα Φεράντε).Ή η comedy horror σειρά «The Baby» (HBO), που απεικονίζει την κωμωδία και τον τρόμο στη ζωή της (δυτικής) μανούλας.
Η πανδημία αναμφίβολα βοήθησε, γιατί σήκωσε για λίγο τον πέπλο της τελειότητας. Θυμίζω εκείνες τις μητέρες στη Βοστώνη που βγήκαν φέτος να κραυγάσουν όλες μαζί σε ένα παγωμένο γήπεδο ποδοσφαίρου. Ας ευχηθούμε όλο και περισσότερες να γίνουν από μόνες τους μέλη αυτής της παγκόσμιας λέσχης ούλτρα «κακών», τρισάθλιων μητέρων. Να «πιάσουν» την παγκόσμια «συνομωσία» εις βάρος τους. Να πάρουν πρέφα ότι ποτέ καμία μητέρα, όσο «καλή» και να είναι, δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις δυσθεώρητες προσδοκίες, στις άπειρες συμβουλές, στα ηλίθια στάνταρντ.