Η κρίση στην Ουκρανία καταδεικνύει ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει πρόβλημα με την ισχύ. Ενώ το έλλειμμά της σκληρής ισχύος (hard power) αναδύθηκε πρόσφατα στο επίκεντρο της προσοχής, οι ελλείψεις στη φιλοσοφική και πολιτική σκέψη είναι πολύ πιο ανησυχητικές. Εξάλλου, δεδομένων της στροφής της Γερμανίας στην αμυντική/εξωτερική πολιτική, των συζητήσεων της Φινλανδίας και της Σουηδίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ και του μεγέθους των ευρωπαϊκών οικονομικών δεσμεύσεων για επανεξοπλισμό, η Ευρώπη πιθανότατα θα διαθέτει σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα περισσότερους στρατιωτικούς πόρους από οποιαδήποτε άλλη οντότητα εκτός από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά ακόμα και τότε, θα έχει πρόβλημα ήπιας ισχύος (soft power).
Στην Ευρώπη βρίσκονται σε εξέλιξη δύο ταυτοτικά εγχειρήματα τα οποία αποξενώνουν βαθιά τον υπόλοιπο κόσμο. Αμφότερα εκπροσωπήθηκαν στον δεύτερο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών, κατά τον οποίο ο νυν πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν νίκησε την ακροδεξιά εθνικίστρια Μαρίν Λεπέν, εξασφαλίζοντας μια δεύτερη θητεία.
Ο Μακρόν ανέδειξε την υποψηφιότητά του ως μια επιλογή όσον αφορά το είδος του πολιτισμού που η Γαλλία και η Ευρώπη θέλουν να έχουν. Απεικόνισε τη χώρα του ως την απόλυτη ενσάρκωση της πεφωτισμένης αστικής αρετής. Για τον Μακρόν (και για μένα) το ευρωπαϊκό εγχείρημα είναι μια περίτεχνη προσπάθεια υπέρβασης της αιματηρής ευρωπαϊκής ιστορίας των εθνικισμών, των ιμπεριαλισμών και των γενοκτονιών. Η ΕΕ προορίζεται να σφυρηλατήσει μια νέα ευρωπαϊκή ταυτότητα βασιζόμενη σε αστικές αρχές όπως το διεθνές δίκαιο (ενάντια στο «δίκαιο του ισχυρού»), η φιλελεύθερη δημοκρατία (ενάντια στον λαϊκιστικό πλειοψηφισμό), η ιδιωτικότητα (ενάντια στον «καπιταλισμό της επιτήρησης») και τα ανθρώπινα δικαιώματα (ενάντια στο κράτος επιτήρησης).
Αυτό το εγχείρημα συνεπάγεται ένα νέο είδος πατριωτισμού ενώ έχει προκαλέσει και μια αντεπανάσταση εκείνων που πιστεύουν ότι η παγκοσμιοποίηση και η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση απειλούν τον πλούτο, τον πολιτισμό και το κύρος τους. Η Λεπέν αυτοπαρουσιάζεται ως η προστάτιδα αυτής της νέας-παλιάς εκδοχής της ευρωπαϊκής ταυτότητας. Περιγράφοντας τον Μακρόν ως έναν πράκτορα της παγκοσμιοποίησης που θα οδηγήσει τη Γαλλία και την Ευρώπη στην πολιτιστική αυτοκτονία, ισχυρίζεται ότι εκπροσωπεί τους ξεχασμένους αγρότες και εργάτες των οποίων τα συμφέροντα έχουν παραμεληθεί προς όφελος των οικονομικών ελίτ και των προσφύγων.
Η διαρθρωτική δυναμική του γαλλικού εκλογικού συστήματος έχει εντείνει τη διαλεκτική σχέση μεταξύ αυτών των δύο εκδοχών της ευρωπαϊκής ταυτότητας, με την παραδοσιακή διαμάχη μεταξύ της Κεντροαριστεράς και της Κεντροδεξιάς να αντικαθίσταται από μια αναμέτρηση μεταξύ του χριστιανικού εθνοτικού εθνικισμού και του διεθνιστικού πατριωτισμού της κοινωνίας των πολιτών. Αλλά η Γαλλία δεν αποτελεί εξαίρεση. Παρόμοιες διαιρέσεις εντοπίζονται σε όλη την Ευρώπη. Τα κινήματα που κάνουν λόγο για «ανάκτηση του ελέγχου» έχουν κινητοποιήσει τους ψηφοφόρους ενάντια στο άνοιγμα και τον διεθνισμό που στηρίζουν τη νέα ευρωπαϊκή ταυτότητα.
Ο εσωτερικός πολιτισμικός πόλεμος της Ευρώπης έχει υπονομεύσει την ήπια ισχύ της. Η ΕΕ αρέσκεται να πιστεύει ότι είναι θιασώτρια της δημοκρατίας, ωστόσο πολλές από τις μεγαλύτερες δημοκρατίες του κόσμου – η Βραζιλία, η Ινδία, η Ινδονησία και η Νότια Αφρική – ήταν απρόθυμες να συμπαραταχθούν μαζί της στην Ουκρανία και οι αντιμαχόμενες ταυτότητες της Ευρώπης συνέβαλαν αμφότερες σε αυτό.
Το πρόβλημα με την ευρωπαϊκή ακροδεξιά είναι προφανές. Παρά τις επικλήσεις της θρησκείας και των παραδοσιακών αξιών, η ξενοφοβία και η ισλαμοφοβία της Λεπέν καθώς και η σιωπηρή αποδοχή της πεποίθησης περί λευκής υπεροχής έχουν αποξενώσει ένα μεγάλο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού, τουλάχιστον τους 1,9 δισ. μουσουλμάνους του κόσμου. Αυτό που προκαλεί μεγαλύτερη εντύπωση είναι ότι και οι προσπάθειες διεθνιστών, όπως ο Μακρόν, να συνθέσουν μια αστική ταυτότητα έχουν επίσης συμβάλει στον περιορισμό της απήχησης της Ευρώπης σε πολλά μέρη του κόσμου.
Η δική του εκδοχή για την Ευρώπη τάσσεται υπέρ της ισότητας των φύλων, υπέρ των δικαιωμάτων των μειονοτήτων και υπέρ των δράσεων για την προστασία του περιβάλλοντος αλλά ήταν επίσης ολοένα πιο πρόθυμη να υποτάξει την κυριαρχική εξουσία στις επιταγές των αγορών και των υπερεθνικών αξιών και οργάνων.
Αυτές οι νέες προτεραιότητες έχουν φυσικά αντιμετωπιστεί με δόσεις υποκρισίας. Πολλές ευρωπαϊκές χώρες που έκλεισαν τις πόρτες τους κατά τη διάρκεια της προσφυγικής κρίσης της Συρίας το 2015, καλωσορίζουν τώρα με θέρμη τους ξανθούς, γαλανομάτες πρόσφυγες που εγκαταλείπουν την Ουκρανία.
Και, όπως σημείωσαν πολλοί συμμετέχοντες στο φετινό Φόρουμ της Ντόχα, η προσήλωση της Δύσης στην αρχή της κυριαρχίας όσον αφορά την Ουκρανία φαίνεται κάπως φαιδρή έπειτα από χρόνια κατά τα οποία δυτικά drones περιπολούσαν στους ουρανούς πάνω από το Πακιστάν και το Αφγανιστάν. Δεν ήταν αυτές οι ίδιες χώρες που επανακαθόρισαν διεθνή σύνορα στο Κόσοβο, ανέτρεψαν τον Μουαμάρ Καντάφι στη Λιβύη και εισέβαλαν στο Ιράκ; Επιπλέον, έπειτα από αιώνες βιασμού του πλανήτη, η Ευρώπη αποφάσισε τώρα να αυτοπαρουσιαστεί ως πρωτοπόρος στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και της προστασίας του περιβάλλοντος.
Ακόμη πιο ενοχλητικός είναι ο τρόπος με τον οποίο οι Ευρωπαίοι τείνουν να καθολικεύουν τη δική τους εμπειρία, συχνά υποθέτοντας ότι αυτό που είναι σωστό για αυτούς είναι σωστό και για τους άλλους. Για διάφορους ιστορικούς λόγους, οι περισσότερες ευρωπαϊκές κοινωνίες έχουν υιοθετήσει μια ισορροπία μεταξύ της πλειοψηφικής δημοκρατίας, των δικαιωμάτων των μειονοτήτων και της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, και τώρα θεωρούμε αυτό το πακέτο αρχών ως δεδομένο. Ομως, όπως έδειξε η Αραβική Ανοιξη, οι άνθρωποι αλλού μπορεί να επιλέξουν το δικαίωμα ψήφου χωρίς να απαιτήσουν το πλήρες πακέτο. Οσοι επαναστάτησαν ενάντια στα αυταρχικά καθεστώτα προσπάθησαν να χειραφετηθούν και όχι να μιμηθούν τη Δύση.
Οπως υποστηρίξαμε εγώ και ο συνάδελφός μου στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων Ιβάν Κράστεφ, ο κόσμος φαίνεται να εγκαταλείπει την εποχή του ιμπεριαλισμού και να εισέρχεται σε μια εποχή απο-αποικιοποίησης. Στην εποχή του ιμπεριαλισμού, η επιτυχία του καπιταλιστικού οικονομικού μοντέλου και των νέων τεχνολογιών επικοινωνίας συνέβαλαν στη διάδοση των δυτικών ιδεών και αξιών παγκοσμίως. Αλλά τώρα οι χώρες και οι κοινωνίες θέλουν ολοένα περισσότερο να διακηρύξουν τις δικές τους αξίες και ιδέες.
Αυτή η αλλαγή παραδείγματος έχει σοβαρές επιπτώσεις για όλους αλλά ιδιαίτερα για την Ευρώπη. Οι δυνάμεις που τάσσονται υπέρ της ευημερίας θα πρέπει να ασπαστούν μια «φιλική προς την κυριαρχία» (sovereignty-friendly) εκδοχή της ήπιας ισχύος. Διαφορετικά, εμείς οι Ευρωπαίοι θα κατηγορούμαστε πάντα ότι χρησιμοποιούμε τους κανόνες και τα πρότυπά μας για να υπερασπιζόμαστε τα προνόμια των λευκών. Θα συνεχίσουμε να βρισκόμαστε σε αντίθεση με το νέο σχέδιο της από-αποικιοποίησης, και, ως εκ τούτου, σε αντίθεση με μεγάλο μέρος της διεθνούς κοινότητας.
Ο Mark Leonard είναι διευθυντής του European Council on Foreign Relations, συγγραφέας του βιβλίου «The Age of Unease: How Connectivity Causes Conflict» (Bantam Press, 2021). Το κείμενο αυτό αναδημοσιεύεται για την Ελλάδα από το Project Syndicate