H σκηνή στις «Αγριες Μέλισσες». Ενας πίνακας Αποκαθήλωσης | ANT1/WebTV
Απόψεις

Γιατί βλέπω «Αγριες Μέλισσες»

Στην τρίτη σεζόν οι «Αγριες Μέλισσες» έγιναν η πρώτη πολιτική-κοινωνική καθημερινή σειρά στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης. Αυτό που βλέπουμε φέτος είναι μία σπουδή επάνω στην καταπίεση που σου ασκεί το σύστημα, η κοινωνία, η οικογένειά, οι προκαταλήψεις σου. Είναι και μία δραματική απογύμνωση της αγίας ελληνικής οικογένειας με ένα καταγγελτικό μήνυμα κατά των στερεοτύπων
Κώστας Γιαννακίδης

Το επεισόδιο της περασμένης Πέμπτης στις «Άγριες Μέλισσες» τελείωσε με μία καθηλωτική σκηνή που σοκάρει τον τηλεθεατή χωρίς να του δίνει περιθώριο αναπνοής, καθώς ακολουθούν οι τίτλοι τέλους. Πρόκειται για μία σκηνή κατά την οποία δύο γυναίκες ανάβουν φως σε σκοτεινό δωμάτιο και βλέπουν μπροστά τους, αιωρούμενο, το κορμί ενός νέου άνδρα που αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει. Οι γυναίκες είναι η μητέρα και η θεία του νεαρού που κακοποιήθηκε όταν ο πατέρας του ανακάλυψε ότι είναι ομοφυλόφιλος. Στη σκηνή μπαίνει και η αδελφή του άνδρα, η εικόνα επενδύεται από την κατάλληλη μουσική και ο θεατής βλέπει έναν πίνακα Αποκαθήλωσης.

Ειδικός δεν είμαι. Δεν καταθέτω άποψη, αλλά συναίσθημα. Πιστεύω ότι ήταν μία από τις καλύτερες σκηνές που έχω δει στην ελληνική τηλεόραση. Και κατά την άμουση, απαίδευτη ματιά μου, η τρίτη σεζόν που παρακολουθούμε τώρα επιτρέπει στη σειρά να διεκδικήσει μία θέση ανάμεσα στα καλύτερα προϊόντα μυθοπλασίας εγχώριας παραγωγής. Αυτό θα συνέβαινε και αν η σειρά τελείωνε με την ολοκλήρωση της δεύτερης περιόδου. Αλλά δεν θα ήταν τόσο εμφατικό. Ναι, ασφαλώς στις δύο πρώτες σεζόν ήταν μία καλή σειρά με κινηματογραφική προσέγγιση, έξυπνη γραφή, εξαιρετικούς ηθοποιούς και χαρισματική σκηνοθεσία που ξεπερνούσε τους περιορισμούς του μπάτζετ. Όμως ήταν ραμμένη πάνω στον γνωστό καμβά της επιτυχίας: πάθη, μυστικά και απαγορευμένοι έρωτες στην ελληνική επαρχία. Και την παρακολουθούσες επειδή, παρά τις σεναριακές υπερβολές (ή αφέλειες) που επέβαλαν οι περιορισμοί της παραγωγής, σου έδινε πολλά παραπάνω από τα στοιχεία που βρίσκεις και σε σαπουνόπερα.

Το σενάριο των δύο πρώτων σεζόν υπηρετούσε την ανάγκη μιας ηθογραφίας πάνω στην ελληνική κοινωνία των αρχών του ’60, εστιάζοντας σε χαρακτηριστικά που είναι και σήμερα ζωντανά. Σε πολλές περιπτώσεις, η σεναριακή αφήγηση αποκτούσε τα χαρακτηριστικά παραβολής, ενώ το βάθος και η εξέλιξη των χαρακτήρων αναδείχθηκαν με εντυπωσιακό, για ελληνική σειρά, τρόπο. Με τον κίνδυνο να γίνω βλάσφημος, στη συνταγή που χρησιμοποιήθηκε για τη διαχείριση των χαρακτήρων βρήκα στοιχεία από το ύψιστο αριστούργημα, το «Breaking Bad», αλλά σε fast forward –η συναισθηματική εξέλιξη των χαρακτήρων έπρεπε να γίνει πιο γρήγορα. Και νομίζω ότι αν οι σεναριογράφοι δεν έπρεπε να κάνουν τους απαραίτητους συμβιβασμούς για τις ορέξεις του ελληνικού κοινού, θα μας έδιναν πολύ πιο διεισδυτική προσέγγιση σε καταστάσεις και χαρακτήρες. Αλλωστε οι ίδιοι άνθρωποι έγραψαν τον εξαιρετικό «Σιωπηλό δρόμο» που είδαμε στο Mega.

Πάνω στο καλό σενάριο ήρθε και έδεσε η ευφυής σκηνοθετική καθοδήγηση του Λευτέρη Χαρίτου και η επιλογή θεατρικών ηθοποιών με τις απαραίτητες δόσεις προσώπων που ήταν ευρέως γνωστά στο τηλεοπτικό κοινό. Ναι, λοιπόν, με αυτά τα συστατικά κάνεις επιτυχία και έχεις και τη συνείδησή σου ήσυχη επειδή έστειλες και μερικά μηνύματα κοινωνικής φύσεως, συμβαδίζοντας με το κύμα του ελληνικού Metoo. Όμως η τρίτη σεζόν είναι άλλη περίπτωση. Για την ακρίβεια, είναι case study.

Στην τρίτη σεζόν οι «Αγριες Μέλισσες» έγιναν η πρώτη πολιτική-κοινωνική καθημερινή σειρά στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης. Το μέγεθος του ρίσκου που ανέλαβαν οι δημιουργοί είναι αντίστοιχο του ποιοτικού αποτελέσματος: τεράστιο.

Δεν είναι εύκολο πράγμα να βάλεις τα πολιτικά (και μάλιστα τα σχετικά πρόσφατα) πάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού της μέσης ελληνικής οικογένειας. Για πολλούς λόγους. Οι άνθρωποι συνήθως ενοχλούνται, δεν τους αρέσουν αυτά. Πολλοί δεν τα καταλαβαίνουν, δεν μπορούν να διακρίνουν πού σταματά η αλήθεια και πού αρχίζει ο μύθος. Θέλουν έρωτες σε πρώτο πλάνο και τις κοινωνικές συνθήκες από πίσω, σαν σκηνικό. Στις «Μέλισσες» τόλμησαν το αντίθετο: είναι μπροστά η ιστορική περίοδος και όλα τα άλλα εκτυλίσσονται στη σκιά της. Ναι, βέβαια, για να υπηρετηθεί αυτός ο σκοπός απαιτούνται ακροβασίες. Ανεκτές. Επίσης για να σταλεί πιο ηχηρά το μήνυμα κατά του φασισμού, κάποιες φορές επιχειρείται ο εξωραϊσμός, το «ξέπλυμα» ολόκληρης της κοινωνίας. Δεν πειράζει. Πριν από μερικά χρόνια είχαμε χρυσαυγίτες στη Βουλή. Εν προκειμένω η σειρά αναλαμβάνει και εκπαιδευτικό ρόλο.

Και έτσι, αυτό που βλέπουμε φέτος είναι μία σπουδή επάνω στην καταπίεση. Στην καταπίεση που σου ασκούν το σύστημα, η κοινωνία, η οικογένεια, οι προκαταλήψεις σου. Είναι και μία δραματική απογύμνωση της αγίας ελληνικής οικογένειας, ένα καταγγελτικό μήνυμα κατά των στερεοτύπων. Είδαμε φιλί μεταξύ ανδρών -ακόμα είναι είδηση για την ελληνική τηλεόραση.

Στην τρίτη σεζόν τους οι «Μέλισσες» εξελίχθηκαν σε μία σειρά που θέτει απαιτήσεις από τον θεατή της. Δεν τον ταΐζει στο στόμα παράνομους έρωτες, πάθη, μίση, βεντέτες. Αυτά, άλλωστε, τα έδωσε στις δύο πρώτες σεζόν. Φέτος η σειρά ζητάει από τον θεατή της να στοχαστεί, όχι ακριβώς πάνω στα δρώμενα, αλλά πάνω στην ιστορική συγκυρία και στη συναισθηματική κατάσταση των χαρακτήρων. Είναι απαιτητικό και, ενδεχομένως, να μην το αντιληφθούν όλοι. Όμως άνοιξε δρόμους που ήταν κλειστοί και φώτισε δωμάτια που έμεναν σκοτεινά και ας είχαν μέσα σώματα κρεμασμένα με σεντόνια.