Η σεξουαλική παρενόχληση στην Ελλάδα είναι σαν την χαμένη Ατλαντίδα. Ολοι ξέρουν ότι υπάρχει, αλλά υποτίθεται ότι κανείς δεν την έχει δει | CreativeProtagon
Απόψεις

Γιατί το #MeToo δεν θα γίνει ποτέ #ΚιΕγώΕπίσης;

Χάρβεϊ Γουάινσταϊν, Μπιλ Κόσμπι, Κέβιν Σπέισι και τώρα καταγγελίες χορευτών εις βάρος του Βέλγου Γιαν Φαμπρ. Υπάρχει όμως και στη χώρα μας πλούσια λίστα με ονόματα ισχυρών ανδρών που τάζουν θέσεις ζητώντας ανταλλάγματα. Γιατί δεν καταγγέλλεται τόσο η σεξουαλική παρενόχληση στην Ελλάδα;
Αστερόπη Λαζαρίδου

Ο κόσμος είναι μικρός. Και η Ελλάδα, ακόμα μικρότερη. Η σεξουαλική παρενόχληση στην Ελλάδα είναι σαν την χαμένη Ατλαντίδα. Ολοι ξέρουν ότι υπάρχει, αλλά υποτίθεται ότι κανείς δεν την έχει δει.

Οταν τον περασμένο χειμώνα άρχισε το ντόμινο αποκαλύψεων σχετικά με ιστορίες σεξουαλικής παρενόχλησης ή και κακοποίησης εις βάρος του Μπιλ Κόσμπι, του Χάρβεϊ Γουάινσταϊν και του Κέβιν Σπέισι, όλοι συζητούσαμε γι’ αυτό.

Τον πρώτο τον ξέραμε ως κωμικό που μεσουρανούσε τηλεοπτικά στα 80s. Τον δεύτερο δεν τον ξέραμε, εκτός αν είχαμε το κινηματογραφικό βίτσιο να διαβάζουμε τους τίτλους τέλους των ταινιών για να διαπιστώσουμε ότι πριν από τα σκάνδαλα, υπέγραφε την παραγωγή στις 8 από τις 10 ταινίες του Χόλιγουντ. Τον τρίτο εννοείται ότι τον ξέραμε μέσα από όλους εκείνους τους κινηματογραφικούς ρόλους. Κι όταν το 2011 ήρθε στην Επίδαυρο για να υποδυθεί τον«Ριχάρδο Γ’» σε σκηνοθεσία Σαμ Μέντες, ήταν τόση η ζήτηση, που αντί για δύο, έγιναν τελικά τρεις οι παραστάσεις στο αρχαίο θέατρο. Με την ουρά που σχημάτιζαν τα αυτοκίνητα μέχρι να φτάσουν, να θυμίζει πομπή για ένα πραγματικά σπουδαίο γεγονός.

Σήμερα Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2018, η είδηση ότι 20 πρώην χορευτές και χορεύτριες του βέλγου Γιαν Φαμπρ τον καταγγέλλουν μέσω επιστολής σε ολλανδικό περιοδικό τέχνης για σεξουαλική ταπείνωση, ρατσιστικά σχόλια και παρενόχληση, μετέφερε γεωγραφικά την πινέζα του κουτσομπολιού από τις ΗΠΑ, στην Ευρώπη. Ο Φαμπρ, που είναι άλλωστε και παλιός μας γνώριμος αφού είχε βρεθεί για λίγο στο τιμόνι του Φεστιβάλ Αθηνών το 2016, προτού παραιτηθεί για λόγους ευθιξίας επειδή τον είχαν κρίνει αυστηρά για το «βελγοκεντρικό» πρόγραμμά του, αρνήθηκε τις κατηγορίες περί σεξισμού και παρενόχλησης. Μίλησε για τα όρια της τέχνης που είναι ρευστά και ασαφή.

Κάνοντας σεξ με το πάτωμα

Εχω κάποιους φίλους ηθοποιούς και χορευτές που είχαν περάσει από τις οντισιόν του Φαμπρ. Μεταξύ άλλων, τους είχε δοθεί και η εξής σκηνοθετική οδηγία: «Κάνε πως κάνεις σεξ με το πάτωμα και φτάνεις σε οργασμό, ενώ είσαι υπό την επήρεια ναρκωτικών». Για όσους δεν έχουν ασχοληθεί ποτέ εκ των έσω με την τρέλα και την μανία του θεάτρου, τέτοια προστάγματα θυμίζουν περισσότερο καψόνια στον στρατό, παρά καλλιτεχνική διαδικασία. Επίσης, για κάποιους θα μπορούσε να θεωρηθεί ως «σεξουαλική ταπείνωση», ενώ ο Φαμπρ και ο κάθε Χ Φαμπρ, μπορεί κάλλιστα  να πει πως είναι απλά το σκηνοθετικό του όραμα. Και ο μόνος τρόπος να τεστάρει αν ο ηθοποιός είναι διατεθειμένος να ξεπεράσει τα όριά του επί σκηνής αναζητώντας νέους τρόπους έκφρασης.

Ο Φαμπρ κατηγορείται από τους 20 αυτούς πρώην συνεργάτες του ότι τους καλούσε και στο σπίτι του υποσχόμενος ρόλους και αφήνοντας υπονοούμενα και για εκτός σκηνής «συνεργασία». Στην επιστολή αναφέρεται επίσης το εξής περιστατικό που λένε ότι συνέβη κατά τη διάρκεια πρόβας: ο σκηνοθέτης έκανε συνεχώς σχόλια για το σώμα μίας χορεύτριας, λέγοντας ότι έχει παχύνει. Κάποιος του είπε ότι δεν επιτρέπεται να μιλάει έτσι, επικαλούμενος το «body shaming». Ο Φαμπρ απάντησε ότι αυτό είναι νέα μόδα και παλιά δεν ίσχυε καμία τέτοια απαγόρευση, συμπληρώνοντας ότι η χορεύτρια μπορεί και να είναι έγκυος, γι’ αυτό πάχυνε. Το επεισόδιο αυτό ολοκληρώθηκε με τη χορεύτρια να φεύγει τρέχοντας από τη σκηνή.

Κάποια άλλη φορά, σε κάποια άλλη πρόβα, όπως συνεχίζει η επιστολή-καταγγελία, ο Φαμπρ είχε πει σε μία ξένη χορεύτρια, ότι αν δεν συνεχίσει να είναι τόσο καλή όσο παλιά, θα τη στείλει πίσω στη χώρα της. Και σε συνέντευξή του στο βελγικό κανάλι VRT είχε πει, υποτίθεται χαριτολογώντας: «Πιστεύω ότι όλες οι μορφές ζωής πρέπει να προστατεύονται, συμπεριλαμβανομένων και των γυναικών». Είναι από εκείνες τις περιπτώσεις που όλοι παγώνουν, κάποιος λέει «πλάκα έκανα», αλλά κανένας δεν γελάει.

Οπως στην περίπτωση του βέλγου καλλιτέχνη, έτσι και στις υπόλοιπες περιπτώσεις διασήμων που κατηγορούνται από άνδρες και γυναίκες, δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τι ακριβώς συνέβη. Μας πέφτει μακριά η Αμερική, μας πέφτει μακριά και το Βέλγιο.

Παρενόχληση Made in Greece

Στη δική μας γειτονιά όμως; Στα δικά μας θέατρα; Στα δικά μας τηλεοπτικά πλατώ; Στα δικά μας γραφεία; Στα δικά μας καταστήματα; Δεν συμβαίνουν αντίστοιχα περιστατικά; Αν έχουμε την ψευδαίσθηση ότι δεν συμβαίνουν, τότε μάλλον δεν είμαστε από την Ελλάδα, αλλά από άλλο πλανήτη.

Σε κάθε χώρο εργασίας, οι συνήθεις ύποπτοι είναι γνωστοί, κι εκτός από ύποπτοι, τις περισσότερες φορές είναι και ένοχοι. Το ελληνικό θέατρο έχει τους δικούς του Γουάινσταϊν, Κόσμπι, Σπέισι και Φαμπρ, δεν χρειάζεται να ξενιτευτείς για να ακούσεις ιστορίες σεξουαλικής παρενόχλησης ή λεκτικής ταπείνωσης εν ώρα εργασίας. Είναι γνωστοί, αναγνωρίσιμοι, δημοφιλείς, επιτυχημένοι και ζουν ανάμεσά μας. Δίνουν συνεντεύξεις, ανεβάζουν παραστάσεις, τρώνε πρωινό, πάνε τα παιδιά τους στο σχολείο.

Και φυσικά, δεν είναι μόνο το θέατρο. Οπου υπάρχουν σχέσεις εξουσίας, υπάρχει και η κατάχρησή της για σεξουαλικούς και άλλους λόγους. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι κάποιος κάπου κάποτε θα σου έχει κάνει την όλο νόημα ερώτηση: «τη θες πολύ τη δουλειά;».

Αν τη θες πολύ, αμέσως μετά θα σου αποκαλύψει τι πρέπει να κάνεις για να την αποκτήσεις. Ακόμη κι αν δεν ενδώσεις όμως, σύντομα θα συνειδητοποιήσεις ότι η απόρριψη είναι ένα πιάτο που δεν χωνεύεται καθόλου εύκολα: οι εργασιακοί χώροι είναι γεμάτοι από κομπλεξικούς εργοδότες ή συναδέλφους που διαδίδουν πόσο εξώλης και προώλης είναι εκείνη που στην πραγματικότητα, δεν είπε ποτέ το ναι. Ούτε στη δουλειά, ούτε στις κατ’ οίκον υπερωρίες που εκείνη απαιτούσε.

Εμείς και οι «ξένοι»

Μπροστά λοιπόν στο τσουνάμι του κινήματος του #MeToo, η Ελλάδα μοιάζει με καραβάκι που πλέει ανέμελο στα ρηχά. Είναι εύκολο και διασκεδαστικό να κουτσομπολεύεις τους «ξένους». Δεν έχεις τίποτα να χάσεις αν βρίσεις τον Γουάινσταϊν επειδή κάποτε την είχε πέσει στην Γκουίνεθ Πάλτροου.

Αντιμετωπίζουμε αυτά που συμβαίνουν στο «χωριό» μας σα να έχουμε πάρει έναν παράξενο όρκο σιωπής. Ποιος ηθοποιός θα τολμήσει για παράδειγμα να καταγγείλει δημοσίως ότι ο τάδε σκηνοθέτης τον είχε παρενοχλήσει σεξουαλικά και όταν εκείνος δεν ενέδωσε, άρχισε να βλέπει τη μία πόρτα θεάτρου να κλείνει μετά την άλλη;

Ολοι κουτσομπολεύουν, όλοι ξέρουν ποιος είναι ποιος, όμως κανένας δεν αποκαλύπτει. Ψιθυρίζουμε, αλλά δεν αρθρώνουμε. Περιγράφουμε με ασάφεια, κρυβόμαστε πίσω από γενικότητες. Και όσοι έχουμε υπάρξει θύματα, και όσοι έχουμε υπάρξει μάρτυρες τέτοιων συμπεριφορών. Δεν είναι εύκολο να μιλήσουμε. Κι αυτό συμβαίνει επειδή ξέρουμε ότι το θύμα θα δικαστεί πολύ νωρίτερα από τον θύτη. Και πιθανότατα, να κριθεί ένοχο επειδή «έδωσε δικαιώματα, το προκάλεσε, πήγαινε γυρεύοντας».

Υπερασπιζόμαστε με πάθος την Τζένιφερ Λόρενς και την Γκουίνεθ Πάλτροου, αλλά θα κοιτάξουμε με καχυποψία την κολλητή μας φίλη αν μας πει ότι της συνέβη κάτι αντίστοιχο. Και όσο φοβόμαστε πως αν μιλήσουμε θα μπλέξουμε, το #MeToo δεν θα γίνει ποτέ #ΚιΕγώΕπίσης. Θα κοιτάζουμε τη ζωή μέσα από οθόνες, αλλά δεν θα βλέπουμε πιο πέρα από τη μύτη μας.

Θα κοινοποιούμε, αλλά δεν θα ανακοινώνουμε. Θα βάζουμε χάσταγκ μέχρι να μας πάρει και πάλι ο ύπνος του δικαίου πάνω στο πληκτρολόγιο.