| CreativeProtagon
Απόψεις

Γιατί τελικά πήγε στον ΣΚΑΪ ο Τσίπρας;

Παρά το αφήγημα περί σύγκρουσης και αποστολής στις γραμμές του «εχθρού», η συνέντευξη του Πρωθυπουργού ήταν με το βλέμμα στην επόμενη ημέρα, μια προσπάθεια για εκεχειρία καθώς ο ίδιος θα έχει ανάγκη τα ΜΜΕ για τα όσα θα επακολουθήσουν μετά την προδιαγραφόμενη ήττα του στις 7 Ιουλίου
Μιχάλης Μιχαήλ

Λέγονται και γράφονται πολλά για το αποτύπωμα που αφήνει η συνέντευξη που τελικά έδωσε στον ΣΚΑΪ αλλά και για τις επιδιώξεις του Αλέξη Τσίπρα. Τι πέτυχε, αν το πέτυχε, πόσο καλός ή κακός ήταν, τι εντυπώσεις προέκυψαν κοκ. Μικρή σημασία έχουν όλες αυτές οι συζητήσεις και εξαντλούνται το βράδυ της Κυριακής, με το άνοιγμα της κάλπης και την προβλεπόμενη νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Η εκλογική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ είναι προδιαγραμμένη και καμιά συνέντευξη δεν μπορεί να την ανατρέψει, ιδίως όταν δίνεται λίγα εικοσιτετράωρα από την ετυμηγορία των πολιτών. Γιατί λοιπόν αποφάσισε ο κ. Τσίπρας να σπάσει το εμπάργκο που ο ίδιος είχε επιβάλει στο ΣΚΑΪ και να δώσει τη συνέντευξη με τις φθηνές δικαιολογίες σε σειρά ζητημάτων (Μάτι, Πετσίτης, υπερφορολόγηση κ.α) που δεν ικανοποίησαν την κοινή γνώμη;

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να δώσει τη συνέντευξη έχοντας αποδεχθεί μέσα του ότι το «ματσάκι» της Κυριακής δεν γυρίζει. Το ξέρει, δεν του αρέσει ασφαλώς, αλλά η πραγματικότητα είναι σκληρή. Χάνει και μάλιστα καθαρά. Η ΝΔ έρχεται αυτοδύναμη στην εξουσία και μάλιστα με δική του αποκλειστική ευθύνη. Εδωσε λοιπόν τη συνέντευξη όχι τόσο για να συσπειρώσει όσους μπορεί να συσπειρώσει, αλλά κυρίως επειδή έχει το βλέμμα στραμμένο στην επόμενη ημέρα. Διάλεξε τον ΣΚΑΪ όχι για να συγκρουστεί και να δώσει τη μάχη «εκτός έδρας» –ασχέτως αν αυτό πουλάει– αλλά επιδιώκοντας ουσιαστικά μια εκεχειρία με τον όμιλο, με φόντο τη νέα θεσμική ιδιότητα που θα έχει στις 8 Ιουλίου ως αρχηγός πια της αξιωματικής αντιπολίτευσης –χαρακτηριστικό ότι δεν απέρριψε την ανοικτή πρόσκληση να επιστρέψει στο ίδιο στούντιο για συνέντευξη μετά τις εκλογές.

Με αυτό το δεδομένο δεν θα πρέπει να αποκλείεται, τους επόμενους μήνες, ο κ. Τσίπρας να προσπαθήσει να εξομαλύνει τις σχέσεις του και με τα ΜΜΕ του ομίλου Μαρινάκη.

Η ανάγκη αποκατάστασης των βαριά τραυματισμένων σχέσεων με τα ΜΜΕ συνιστά όρο επιβίωσης για έναν ηττημένο πολιτικό που βρίσκεται ύστερα από χρόνια πολιτικής ηγεμονίας στην αντιπολίτευση.

Εκτός των άλλων, η φημολογούμενη απόπειρα του κ. Τσίπρα να διαμορφώσει μετά την ήττα έναν άλλο κομματικό φορέα αντί του ΣΥΡΙΖΑ, αν δεν στηριχθεί από μερίδα των ΜΜΕ δεν θα ευοδωθεί εύκολα. Ξέρει ότι με τη συνδρομή των ΜΜΕ έφτιαξε το προφίλ του από το 2008. Και ξέρει ότι δεν του αρκούν η «Αυγή», το «Κόκκινο» , το «Documento» και η στήριξη της «Εφημερίδας των Συντακτών». Χρειάζεται ανεκτικά ή υποστηρικτικά τηλεοπτικά δίκτυα.

Η αντιπολιτευτική πορεία της επόμενης τετραετίας θα είναι κακοτράχαλη και ο ΣΥΡΙΖΑ, ή όπως αλλιώς θα μετεξελιχθεί, μη έχοντας σταθερά ερείσματα στην κοινωνία και με κοινωνική βάση αχταρμά που δεν του ανήκει σε μεγάλο βαθμό, όπως ο ίδιος ο κ. Τσίπρας παραδέχθηκε, χρειάζεται να μην έχει απέναντί του «εχθρικά» ΜΜΕ. Χρειάζεται προς τούτο να αποφορτίσει την αντιπαράθεση. Ιδιαίτερα αν με τη κυβέρνηση της ΝΔ αποκαλυφθούν «σκοτεινές» ενέργειες κυβερνητικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ και ενδεχομένως στενών συνεργατών του. Σε μια τέτοια περίπτωση το μήνυμα είναι: «Μην με διαλύσετε. Θα γίνω κάτι άλλο».

Ο κ. Τσίπρας έστειλε μήνυμα ότι θα είναι παρών στην επόμενη ημέρα του ΣΥΡΙΖΑ ή του ευρύτερου χώρου. «Οποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα δεν έχω να αποδείξω κάτι ούτε να απολογηθώ» είπε, διαμηνύοντας ότι σε προσωπικό επίπεδο θα επιδιώξει να είναι αυτός ο πρωταγωνιστής στην αντιπολίτευση.

Αυτό άλλωστε είναι το κεντρικό του στοίχημα από εδώ και στο εξής: να διεκδικήσει την πρωτοκαθεδρία της προοδευτικής παράταξης –εξ ου και οι αναφορές στον Ελευθέριο Βενιζέλο και στον Ανδρέα Παπανδρέου.

Για να έχει, όμως, ελπίδες ότι θα το καταφέρει είναι αναγκαίο να έχει επικοινωνιακή στήριξη ή ανοχή. Οι επόμενοι μήνες θα δείξουν. Εξάλλου η διακυβέρνηση του νικητή Κυριάκου Μητσοτάκη και οι αντοχές του Κινήματος Αλλαγής θα καθορίσουν τα περιθώρια επιτυχίας του δικού του εγχειρήματος.