Οσοι υποπτεύονταν ότι πολιτική μεθόδευση και υστεροβουλία κρύβονται πίσω από την πρωτοβουλία του Αλέξη Τσίπρα να καλέσει σε διάλογο τους πολιτικούς αρχηγούς για την πολυσυζητημένη Συνταγματική Αναθεώρηση, δεν χρειάζεται να ψάξουν και πολύ – ας κοιτάξουν προσεκτικά τη λίστα παραληπτών της σχετικής επιστολής του Πρωθυπουργού.
Εντάξει, ο κ. Τσίπρας μπορεί να λέει ότι είναι θεσμικός και να ονειρεύεται ότι ως τέτοιος θα ανανεώσει το πολίτευμα, όμως και μόνο μια ανάγνωση των πολιτικών τους οποίους αναγορεύει σε συνομιλητές του για το μείζον αυτό πολιτειακό ζήτημα, αρκεί να σε βάλει σε σκέψεις για το τι θέλει τελικά να πετύχει με αυτή τη συζήτηση.
Το περιεχόμενο της επιστολής είναι μια ανθολογία θεωρητικολογίας και καλών προθέσεων, αλλά αυτό μπορεί κανείς να το προσπεράσει. Εδώ που τα λέμε, καλά κάνει ο Πρωθυπουργός και λέει «να μη χάσουμε την ευκαιρία να αφουγκραστούμε τις ανησυχίες και τη βούληση των πολιτών» και μιλά για «αρχιτεκτονική του πολιτεύματος» (μην ξεχνάμε πως είναι και μηχανικός και ξέρει από αρχιτεκτονικές).
Ακολούθως όμως ο κ. Τσίπρας κάνει ένα άνοιγμα επιλεκτικό και εκ πρώτης όψεως ακατανόητο – σε δεύτερη ανάγνωση όμως απολύτως… κατανοητό
Ο Πρωθυπουργός καλεί, φυσικά, σε διαβούλευση τους αρχηγούς των κοινοβουλευτικών κομμάτων Κυριάκο Μητσοτάκη (ΝΔ), Φώφη Γεννηματά (ΚΙΝΑΛ), Δημήτρη Κουτσούμπα (ΚΚΕ), Πάνο Καμμένο (ΑΝΕΛ), Βασίλη Λεβέντη (Ενωση Κεντρώων) και Σταύρο Θεοδωράκη (Το Ποτάμι). Αλλά έπειτα ανοίγει τον διάλογο δημιουργώντας μια κολυμβήθρα του Σιλωάμ.
Για παράδειγμα αναγορεύει σε αρχηγούς κομμάτων την υφυπουργό του Κατερίνα Παπακώστα αλλά και τον Νίκο Νικολόπουλο. Οι οποίοι εξελέγησαν στη Βουλή το 2015 με άλλα κόμματα (ΝΔ και ΑΝΕΛ, αντίστοιχα) αλλά τώρα, μέσα από την επιστολή του Πρωθυπουργού, εμφανίζονται ως κομματάρχες (Νέα Ελληνική Ορμή και Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα Ελλάδας) – μιλάμε δε για τον γνωστό Νικολόπουλο που μεταξύ άλλων εξέθεσε τη χώρα διεθνώς βρίζοντας τον πρωθυπουργό του Λουξεμβούργου.
Αντίστοιχα ο κ. Τσίπρας φροντίζει να προσκαλέσει στη διαβούλευση και τον Θανάση Θεοχαρόπουλο, ο οποίος εξελέγη στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, είναι μέλος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΙΝΑΛ, αλλά στον ελεύθερό του χρόνο εμφανίζεται ως αρχηγός της Δημοκρατικής Αριστεράς (κόμματος που την τελευταία φορά που δοκιμάστηκε στην κάλπη έπιασε 0,48% – και αυτό μαζί με τους Πράσινους του Χρυσόγελου) και ως εναλλακτική αν δεν βγουν οι ψήφοι για τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Και άντε, ας το προσπεράσουμε και αυτό, όλοι οι προαναφερθέντες είναι μέλη του κοινοβουλίου και με μια διασταλτική ερμηνεία μπορείς να τους αναγορεύσεις σε πολιτικούς αρχηγούς και να τους βάλεις στο ίδιο τραπέζι με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, εις το όνομα του διαλόγου που προάγει τη Δημοκρατία και άλλα τέτοια όμορφα.
Ο Γιώργος Παπανδρέου όμως ως τι προσκαλείται; Ως πρόεδρος του ΚΙΔΗΣΟ που κατέβηκε μια φορά σε εκλογές, τον Ιανουάριο του 2015, και απέτυχε; Βουλευτής δεν είναι ο πρώην Πρωθυπουργός και άρα θεσμικά δεν έχει δικαίωμα να έχει λόγο στη διαδικασία της αναθεώρησης του Συντάγματος.
Προσκαλείται προφανώς για να καθίσει δίπλα στη Γεννηματά και να συνεχίσει ο κ. Τσίπρας το φλερτ με ψηφοφόρους και στελέχη της Κεντροαριστεράς, την οποία διεμβολίζει με όποιον τρόπο βρει. Είτε με τους διάφορους προθύμους τύπου Ραγκούση, είτε κολακεύοντας τον κ. Θεοχαρόπουλο με μια πρόσκληση στο πολιτικό τσάι της Αναθεώρησης του Συντάγματος, είτε αναδεικνύοντας τον ΓΑΠ σε συνομιλητή ισότιμο με την πρόεδρο του ΚΙΝΑΛ.
Θα μου πείτε, όλοι έχουν δικαίωμα να πουν την άποψή τους. Σωστό, εδώ είχαν βάλει στην επιτροπή και τον Κιμούλη.
Αλλά αν καλούσαμε στον διάλογο και εξωκοινοβουλευτικούς θα έπρεπε ο κ. Τσίπρας να καλέσει και έναν άλλον αρχηγό, που μάλιστα τα έχει πάει καλύτερα στην κάλπη και στο φινάλε, μοιράστηκε μαζί του τα υπουργικά έδρανα και τα όνειρα της Πρώτης Φοράς Αριστερά. Τον Παναγιώτη Λαφαζάνη της ΛΑΕ.
Αλλά τον σύντροφο Παναγιώτη τον ξέχασε ο κ. Τσίπρας. Δεν του χρησιμεύει, όσο ο συναγωνιστής Παπανδρέου.