Οι τίτλοι των εφημερίδων, των ιστοσελίδων και των τηλεοπτικών ρεπορτάζ για τις γαλλικές εκλογές μοιάζουν με deja vu: «το φάντασμα της Ακροδεξιάς πλανιέται πάνω από το Παρίσι», «ακροδεξιός κίνδυνος στην καρδιά της Ευρώπης», «ο εφιάλτης της Λεπέν τρομάζει τη Γαλλία». Αν ψάξει κανείς τα πρωτοσέλιδα λίγο πριν από τις προεδρικές εκλογές του 2017, θα διαπιστώσει ότι το έργο κάτι του θυμίζει, γιατί το έχει ξαναδεί. Τότε, η Λεπέν, αφού έσπειρε τον πανικό, υπέστη τελικά μια βαριά ήττα στο δεύτερο γύρο από τον Εμανουέλ Μακρόν που την κέρδισε με 66% έναντι 34%. Πριν από ένα μήνα, οι υποστηρικτές του γάλλου προέδρου πίστευαν ότι κάτι ανάλογο θα συμβεί ξανά σε αυτές τις εκλογές. Ο πόλεμος στην Ουκρανία φαινόταν να ενισχύει την εικόνα του Μακρόν και η διχασμένη Ακροδεξιά δεν είχε σοβαρές πιθανότητες να απειλήσει την κυριαρχία του. Και όμως, μέσα σε ένα μήνα, φτάσαμε στο «ντέρμπι», το «θρίλερ» και σε ό,τι άλλο αβέβαιο μπορεί να φέρει ο πρώτος γύρος των εκλογών της Κυριακής, 10 Απριλίου.
Ας δούμε όμως τι ακριβώς έχει συμβεί. Ο Μακρόν μπήκε στην προεκλογική κούρσα με ποσοστό 24% και στα πρώτα γκάλοπ που έγιναν λίγο μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία εμφανιζόταν «απογειωμένος», λαμβάνοντας κατά μέσο όρο ποσοστό 30,3%. Η απογείωση αυτή συντελέστηκε μέσα σε λίγες εβδομάδες και είχε ευθέως σχέση με τον ηγετικό ρόλο που έπαιξε ο γάλλος πρόεδρος στο ξεκίνημα του πολέμου, προκειμένου να βρεθεί μια ειρηνευτική διέξοδος και να αποφευχθεί η κλιμάκωση της κρίσης. Η Λεπέν βρισκόταν τότε «κολλημένη» στο 17,4%, περίπου εκεί που ήταν από την αρχή της προεκλογικής εκστρατείας. Ο ακροδεξιός Ζεμούρ έπαιρνε τότε 11,9%, ο αριστερός Μελανσόν 11,6% και η κεντροδεξιά Πεκρές 11,4%. Όλα αυτά, εδώ και μόλις τρεις εβδομάδες. Γιατί μόλις ο πόλεμος έγινε… συνήθεια και οι Γάλλοι συνειδητοποίησαν τι συνεπάγεται για την τσέπη τους, τα πράγματα άλλαξαν.
Ποια είναι η εικόνα σήμερα; Ο πρόεδρος Μακρόν παίρνει 26% σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις των Elabe, OpinionWay και Ifop, 26,5% στο γκάλοπ της Ipsos και 27% στην έρευνα της Harris Interactive. Η Λεπέν, στο γκάλοπ της Elabe εμφανίζεται στο 25%, (μόλις μια μονάδα πίσω από τον Μακρόν) στα γκάλοπ της Ifop και της Harris Interactive στο 24%, στης Ipsos στο 23% και στης OpinionWay στο 22%. Τρίτος σε όλα τα γκάλοπ είναι ο Μελανσόν, ο οποίος επίσης ανέβηκε τις τελευταίες εβδομάδες και το ποσοστό που του δίνουν κυμαίνεται μεταξύ 16,5% – 18%. Ακολουθούν Ζεμούρ και Πεκρές με ποσοστά μεταξύ 8,5% -11%.
Η μικρή διαφορά που καταγράφεται πλέον ανάμεσα σε Μακρόν και Λεπέν θυμίζει το σκηνικό του πρώτου γύρου των εκλογών του 2017. Τότε ο Μακρόν ήρθε πρώτος με 24,01% και η Λεπέν δεύτερη με 21,30%. Η θριαμβευτική νίκη του Μακρόν στο δεύτερο γύρο (66% – 34%) απέχει πολύ από αυτό που δίνουν σήμερα τα γκάλοπ ως πρόθεση ψήφου των Γάλλων στο δεύτερο γύρο, αν το δίδυμο είναι ο Μακρόν με την Λεπέν. Τα ποσοστά σήμερα: OpinionWay 54% – 46%, Ipsos 53% – 47%, Harris Interactive 51% – 48%, Elabe 51% – 49%.
Για να αντιληφθούμε τι πραγματικά συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στην πολιτική σκηνή της Γαλλίας πρέπει να λάβουμε υπόψη τα εξής:
Πρώτον, τα παραδοσιακά μεγάλα κόμματα έχουν υποχωρήσει και δεν παίζουν πια σημαντικό ρόλο. Η Κεντροδεξιά, με υποψήφια την Πεκρές κινείται στο επίπεδο του 10% και οι Σοσιαλιστές, με υποψήφια πρόεδρο την Ινταλγκό, δήμαρχο Παρισίων, παίρνουν μόνο 2%! Ο Μακρόν, που προέρχεται από το Σοσιαλιστικό Κόμμα, κατάφερε να κυριαρχήσει χωρίς να έχει ο ίδιος ισχυρό κόμμα ενώ και η Λεπέν, αφού κληρονόμησε το Εθνικό Μέτωπο από τον πατέρα της, τελικά του άλλαξε όνομα και το μετονόμασε σε Συναγερμό.
Δεύτερον, παρά το γεγονός ότι η Γαλλία πρωταγωνιστεί στην προσπάθεια για κοινή ευρωπαϊκή άμυνα και εξωτερική πολιτική και θεωρείται από τις χώρες που διαδραματίζουν ηγετικό ρόλο στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, η πλειοψηφία των γάλλων ψηφοφόρων τάσσονται υπέρ κομμάτων και υποψηφίων που κινούνται στη γραμμή του ευρωσκεπτικισμού. Σε μια πρόσφατη έρευνα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, οι ακραιφνείς φιλοευρωπαϊστές στην Ιταλία καταγράφηκαν στο 55%, στην Γερμανία στο 45% και στη Γαλλία μόλις στο 27%! Οι καθαρά φίλοευρωπαϊστές υποψήφιοι στις προεδρικές εκλογές είναι ο κεντρώος Μακρόν, ο οικολόγος Ζαντό και η σοσιαλίστρια Ινταλγκό. Όλοι μαζί στα γκάλοπ αθροίζουν το πολύ 32%. Οι ακροδεξιοί Λεπέν και Ζεμούρ μαζί με τον αριστερό Μελανσόν -όλοι τους ευρωσκεπτικιστές- αθροίζουν σχεδόν 50%, ενώ η κεντροδεξιά Πεκρές, με αρκετά στοιχεία ευρωσκεπτικισμού, έχει μια μάλλον διχασμένη εκλογική βάση σε ό,τι αφορά στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Το κρίσιμο ερώτημα, βέβαια, είναι πού εδράζεται ο ευρωσκεπτικισμός στη Γαλλία, αλλά αυτό είναι μάλλον δύσκολο να απαντηθεί με ασφάλεια. Σχετίζεται πάντως σίγουρα με αρκετά από τα ζητήματα που μονοπωλούν τα τελευταία χρόνια την πολιτική ατζέντα και τα οποία αφέθηκαν να αποτελούν προνομιακό πεδίο έκφρασης της γαλλικής Ακροδεξιάς: εθνική ταυτότητα, μετανάστευση, ασφάλεια, κοινωνικές ανισότητες που σχετίζονται με την παγκοσμιοποίηση.
Η Λεπέν κατάφερε εδώ και πολλά χρόνια να επιβάλει αυτή την ατζέντα, την οποία σε ένα βαθμό υιοθέτησε και ο Μακρόν. Οι θέσεις του γάλλου προέδρου σε θέματα εθνικής ταυτότητας, μετανάστευσης και ασφάλειας έχουν μετατοπιστεί σαφώς προς τα δεξιά. Ταυτόχρονα, η εμφάνιση του Ερίκ Ζεμούρ σε αυτές τις εκλογές, ενώ σε πρώτη φάση φάνηκε ότι θα πλήξει την Λεπέν, επειδή λειτούργησε διασπαστικά στο χώρο της Ακροδεξιάς, τελικά φαίνεται ότι οδήγησε στην ενίσχυσης της. Αυτό συνέβη γιατί ο Ζεμούρ, με τις ακραίες θέσεις που διατύπωσε, έκανε την Λεπέν να μοιάζει μετριοπαθής και τη διευκόλυνε έτσι να απευθυνθεί σε κεντρώους ψηφοφόρους που μέχρι πρόσφατα την θεωρούσαν επικίνδυνη.
Η Λεπέν πέτυχε να μετατρέψει αυτή την προεδρική εκλογή σε «ντέρμπι» από την ώρα που έπαψε να έχει ως βασικά θέματα στην ατζέντα της όλα αυτά που την έκαναν σταρ (Mεταναστευτικό, ασφάλεια κλπ) και ανέδειξε ως βασικό ζήτημα την αγοραστική δύναμη των Γάλλων. Επενδύοντας πολιτικά στην οικονομική ανασφάλεια λόγω της κρίσης, κατάφερε να απευθυνθεί σε δυσαρεστημένους κεντρώους ψηφοφόρους που βλέπουν ότι το εισόδημα τους δεν επαρκεί πια για τις ανάγκες τους. Δεν μιλάμε πια μόνο για τους κοινωνικά ασθενέστερους, τους μη προνομιούχους, με τους οποίους ούτως ή άλλως είχε αναπτύξει εδώ και πολλά χρόνια σχέση εμπιστοσύνης. Μιλάμε πλέον και για τη μεσαία τάξη, μέρος της οποίας παύει να την αντιμετωπίζει ως απειλή για τη δημοκρατία και τη βλέπει σαν μια ρεαλιστική λύση για αλλαγή σελίδας.
Μπορεί για όλους αυτούς τους λόγους η Λεπέν να κερδίσει τον Μακρόν και να γίνει η νέα πρόεδρος της Γαλλίας; Δύσκολο, αλλά όχι αδύνατο, με βάση τα στοιχεία των τελευταίων εβδομάδων. Το σίγουρο είναι ότι αν συμβεί κάτι τέτοιο, θα μιλάμε για νέο σκηνικό όχι μόνο στην Γαλλία αλλά στην Ευρώπη. Ένα σκηνικό που σε συνδυασμό με τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις προνομιακές σχέσεις της Λεπέν με τον Πούτιν θα οδηγήσει την Ευρώπη σε αχαρτογράφητα νερά καθιστώντας πιο δύσκολη τη συνεννόηση των χωρών της Δύσης και δρομολογώντας ευρύτερες πολιτικές ανακατατάξεις.