Η απάντηση-χαστούκι του Εμμανουήλ Καραλή (που χώθηκε στις καρδιές μας ως Μανόλο) στον εφιάλτη-προπονητή των εφηβικών του χρόνων, Δημήτρη Κυτέα ήταν τελειωτική, εκτυφλωτική, θριαμβευτική, ανεξάντλητη ηδονής! Εκείνο το «Σ΄αγαπώ, σ΄αγαπώ» που αλληλοφώναζαν σφιχταγκαλιασμένοι μάνα-γιός, ήταν το τελειωτικό συν-τέλος μιας μακράς κοινής μάχης ενάντια στον ρατσισμό και στον κάθε λογής γελοίο κομπλεξικό, πέραν βέβαια της απέραντης περηφάνιας εκείνης για το παιδί της ως αθλητή και ως δουλεμένη προσωπικότητα. Το όλον, από την αρχή μέχρι στο «τέλος» – όχι τέλος, ήταν ακραία ακραία ακραία συμβολικό εκτός από το ρεαλιστικό του πράγματος, δηλαδή την ύψιστη τιμή κατάκτησης του τίτλου Ολυμπιονίκη. Την ύψιστη συγκίνηση να λάβεις τη σημαία στα χέρια σου.
Αντιγράφω από ένα σωρό αναγνώσματα της τότε εποχής: «Δυο φορές στο παρελθόν, το 2017 και το 2019, ο Εμμανουήλ Καραλής είχε καταθέσει υπομνήματα προς τον ΣΕΓΑΣ μέσω δικηγόρου, καταγγέλλοντας τον προπονητή και παλαίμαχο επικοντιστή, Δημήτρη Κυτέα, για ρατσιτική συμπεριφορά στο προπονητήριο του ΟΑΚΑ. Σύμφωνα με ένορκες καταθέσεις, ο προπονητής μιλούσε υποτιμητικά, τόσο για εκείνον, όσο και για την οικογένειά του και νουθετούσε τους συναθλητές του “να μην φωτογραφίζονται με τον μαύρο γιατί εκτίθενται”».
Τον Ιούνιο του 2020, ο ΣΕΓΑΣ επέβαλε στον Κυτέα ποινή απαγόρευσης εισόδου στους αγωνιστικούς χώρους και συμμετοχής στις εκδηλώσεις της Ομοσπονδίας για ένα χρόνο, με αναστολή. Μια ποινή «χαδάκι». Μια ποινή που αρκετά χρόνια μετά μετατράπηκε από χαδάκι σε μπουνιά στο στομάχι Κυτέα με την παντοδυναμία του Εμμανουήλ Καραλή ως Ολυμπιονίκη, ο οποίος δήλωσε μετά την νίκη του: «Τώρα που ηρέμησα λίγο σκέφτομαι ό,τι έχω περάσει ως αθλητής, ως άνθρωπος, όλες τις δυσκολίες που έχω περάσει, την κατάθλιψη, τον ρατσισμό, τους τραυματισμούς. Και μπορώ να πω ότι όλα αυτά με έκαναν τον άνθρωπο που είμαι τώρα. Ένας δυνατός άνθρωπος που πλέον έχει αυτοπεποίθηση και ένας… τρίτος Ολυμπιονίκης».
Και αν δεν γίνεις Ολυμπιονίκης; Αν δεν είσαι Καραλής; Αν δεν έχεις τη μάνα στο πλευρό σου; Αν δεν διαθέτεις την τιτάνια αντοχή να καταθέτεις υπομνήματα και να μπαίνεις σε δικαστικούς αγώνες με, συνήθως, απέναντί σου μια «συνομοταξία», μια προστατευτική «ενότητα», μια «καμόρα» που κάνει τα τυφλά μάτια; Η αποστροφή, ο χλευασμός του διαφορετικού, τα αιμοβόρα κόμπλεξ αποδίδονται μόνο σε κάποιον Κυτέα;
Να το προχωρήσω… Φαντάζεστε ακόμα και τον ίδιο τον Κυτέα της ιστορίας μας να κάμπτεται, να σκύβει το κεφάλι, να απλώνει το χέρι ζητώντας «Συγγνώμη» μετά από το, ακόμα πιο ηχηρό ξεμπρόστιασμά του; Πλέον τον έμαθα κι εγώ! Μα, αναγνώστες μου, όπως και να γίνει, οι «Κυτέες» είναι ανίκητοι. Το μυαλό τους είναι κολλημένο. Μέσα τους, από βαθιά μέσα τους, ποτέ δεν εκριζώνεται ότι καλά έπραξαν ό,τι έπραξαν, απλώς θυμώνουν για το ό,τι τους «αδίκησαν», δεν τους κατάλαβαν, υπερέβαλαν. Ο δράστης κλαψουρίζει «θύμα». Με «Κυτέες» θα συναντηθούν πολλά πολλά παιδιά, έφηβοι και ενήλικες, στην καθημερινότητά τους.
Γράφω αυτό το κείμενο για να μας παροτρύνω να ήμαστε εσαεί σε επιφυλακή. Οι «Κυτέες» είναι δυστυχώς αμετανόητοι, ανίκητοι, και γεννοβολάνε νέους «σκυταλοδρόμους» ράτσας τους. Να μην διστάζουμε να στεκόμαστε αυτόματα στο πλευρό του θύματος. Να μην καταδεχόμαστε να κάνουμε στραβά μάτια. Μόνο η συνωμοσία του καλού θα μας σώσει. Να γινόμαστε τοίχος. Αυτά. Με μια ευεργετική ανάσα για ένα σωρό θύματα αλλά και με αιώνια αγωνία για κάθε παιδί και όποια ψυχή ζει εκφοβισμό κάθε είδους.