Τα Zara τα ξέρετε όλοι, ακόμη και αν δεν ψωνίζετε από εκεί. Είναι η κορωνίδα της λεγόμενης fast fashion, της γρήγορης μόδας, αυτής που πλημμυρίζει τον κόσμο με φθηνά προϊόντα, τα οποία σε τρεις ημέρες έχουν εξαφανιστεί από τα ράφια και σε τρεις μήνες –ή τρεις πλύσεις, όποιο έρθει πρώτο– έχουν παραχωθεί στο βάθος κάποιας ντουλάπας. Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η γρήγορη μόδα επιβαρύνει τρομερά το περιβάλλον, αλλά ποιος τους ακούει τους ειδικούς;
Παρακολούθησα, λοιπόν, τη Δευτέρα την παρουσίαση του βιβλίου του καθηγητή του Παντείου Ξενοφώντα Κοντιάδη για το «Φαινόμενο Κασσελάκη», με καλεσμένο τον ίδιον τον Στέφανο Κασσελάκη και τον ομότιμο καθηγητή του ΕΚΠΑ Αντώνη Λιάκο. Και όπως άκουγα τη συζήτηση, που στην πραγματικότητα δεν ήταν παρά παράλληλοι μονόλογοι που θα ζήλευε ο Πιραντέλο, ένιωσα ότι τελικά ζω μέσα σε ένα κατάστημα Zara.
Ολοι ζούμε μέσα σε ένα κατάστημα Zara. Που δεν πουλάει φθηνά ρούχα, αλλά ετοιματζίδικη πολιτική, φασόν ιδέες, λύσεις και πρόσωπα. Ή, προσωπεία, όπως θα έλεγε ο Κοντιάδης, άλλο που το εξηγούσε μισή ώρα και ο συνομιλητής του είτε δεν το άκουγε είτε έκανε ότι δεν το άκουγε.
Η όλη κουβέντα, αλλά και η βάση της κουβέντας, δηλαδή το ίδιο το βιβλίο, ήταν μια διαρκής αποδόμηση του διαρκούς. Δεν είναι λογοπαίγνιο αυτό, και ας ακούγεται ως τέτοιο: ο Κοντιάδης έγραψε μέσα σε έναν μήνα ένα βιβλίο για έναν άνθρωπο που αναρριχήθηκε στην κορυφή της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε 25 μέρες. Αυτό είναι ένα καταπληκτικό τρολάρισμα ή μια εξίσου καταπληκτική αυτοαναίρεση:
– Πώς έγινες αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ σε 25 ημέρες;
– Εσύ, δηλαδή, πώς έγραψες βιβλίο μέσα σε έναν μήνα;
– Εμένα αυτή είναι η δουλειά μου.
– Και μένα αυτή είναι η δική μου.
Αν ήταν τίμιοι όλοι αυτοί, βέβαια, και ήθελαν να κουβεντιάσουν πολύ ειλικρινά, θα έβγαιναν να μας πουν ότι, κοιτάξτε, έχετε γίνει όλοι φύτουλες με τα social, το attention span σας –η διάρκεια της προσοχής σας– έχει συρρικνωθεί στα λίγα δευτερόλεπτα, οπότε είδαμε φως και μπήκαμε. Ο ένας για να σας κυβερνήσει και ο άλλος να σας πουλήσει βιβλία.
Αυτό θα έπρεπε να είναι το θέμα της κουβέντας: Γιατί φοράμε όλοι Zara; Και ακόμη πιο πέρα, γιατί επιλέγουμε να ζήσουμε μέσα σε μια ολοκληρωτική λογική Zara;
Επειδή είναι φθηνά, κατ’ αρχάς. Προσιτά, τέλος πάντων. Επειδή προσφέρουν τεράστια ποικιλία και δεν βαριέσαι ποτέ. Επειδή μπορείς να τα αλλάζεις σαν τα πουκάμισα (το απολαμβάνω αυτό το κείμενο, μου δίνει ευκαιρίες για πολλά χαζολογοπαίγνια). Επειδή δεν έχουν καμία πραγματική αξία: δεν χρειάζεται να τα πας στο καθαριστήριο· τα χαρίζεις.
Δεν χρειάζεται να τα προσέξεις· πας και παίρνεις το επόμενο. Δεν χρειάζεται να δώσεις καμία σημασία πώς θα τα ταιριάξεις, πώς θα εξελίξουν το ντύσιμό σου, αν θα σου κάνουν και αύριο, αν θα μπουν στο πλύσιμο· μία που τα ψώνισες, μία που τα ξέχασες στην ντουλάπα σου και δεν τρέχει και τίποτε. Αύριο –κυριολεκτικά αύριο– άλλη κολεξιόν.
Τα Zara φορτώνουν νέα σχέδια στα ράφια κάθε Τρίτη και Πέμπτη. Εχουν ένα τεράστιο τραπέζι, όπου κάθονται 200-300 σχεδιαστές και «εμπνέονται» από τους μεγάλους οίκους, και δίνουν τα σχέδια στους χιλιάδες ανθρώπους που ράβουν και μέσα σε τρεις ημέρες έχεις εκατομμύρια ρούχα.
Αντιστοίχως, όπως μας είπε και ο καθηγητής Λιάκος, «τα παλιά βιβλία δεν μπορούν να δώσουν απαντήσεις στα φλέγοντα ζητήματα τού σήμερα», διότι ο νέος που κάθεται στο μπιτσόμπαρο και σκρολάρει ανηλεώς στο TikTok αποκλείεται να καθίσει να διαβάσει Μαρξ. Ή οτιδήποτε. Ποιος είναι ο Μαρξ εξάλλου;
Ποιοι είναι όλοι αυτοί γενικώς που έβγαζαν τα μάτια τους για να εξελίξουν την ανθρώπινη σκέψη; Ποιος νοιάζεται; Ερχεται νέα κολεξιόν αύριο, με νέα σχέδια και στιλ, η παλιά θα ακυρωθεί αυτομάτως, θα πάψει να υπάρχει, δεν θα έχει υπάρξει ποτέ, σε αυτόν τον θαυμαστό, γρήγορο κόσμο, όλα είναι θνησιγενή σε κλάσματα δευτερολέπτου.
Και –το βασικό– τίποτε δεν έχει συνέχεια.
Κατανοώ τον προβληματισμό ως προβληματισμό. Με έφηβα παιδιά ζω. Θα βάλω το παιδί να διαβάσει Μαρξ; Θα προσπαθήσω να του εξηγήσω τη συνέχεια της πολιτικής, την εξέλιξη των ιδεών, την ανθρώπινη Ιστορία; Ή, θα του πω, «α, κοίτα, παιδί μου, ένας ωραίος τύπος εμφανίστηκε σήμερα, έχει καλό Insta, πάμε όλοι μαζί να τον ψηφίσουμε να περάσουμε την ώρα μας;».
Το πρόβλημα είναι ότι βλέπουμε τι συμβαίνει όταν ακολουθούμε αυτή τη λογική στα πάντα. Το βλέπουμε και το ζούμε στο πετσί μας: σε όλον τον πλανήτη διάφοροι άκυροι εμφανίστηκαν ένα πρωί και κυβερνάνε, διάφοροι άλλοι εμφανίστηκαν ένα πρωί και έγιναν πάμπλουτοι, γενικώς ό,τι θέλει κάνει ο καθένας, αν βρει την κατάλληλη συγκυρία, την οπή για να χωθεί.
Και ο κόσμος χαμένος στο Διάστημα, στην άγνοια και την ταχύτητα. Και η διανόηση ακολουθεί κατά πόδας, αντί να προβάλει τείχος αντίστασης. Αντί να αντισταθεί στο fast food, επινοεί τρόπους να το υποστηρίξει ιδεολογικά, μη και χάσει την πελατεία.
Πάω να ψωνίσω Zara. Ή να γράψω ένα βιβλίο. Ή να σας κυβερνήσω. Ή και τα τρία, προλαβαίνω μέχρι το απόγευμα.