Ο ήχος μηνύματος στο κινητό διέκοψε την απογευματινή, χριστουγεννιάτικη ραστώνη μου: «Η παραγγελία σας είναι έτοιμη για παραλαβή από το κατάστημα του Συντάγματος». Ιδού, λοιπόν, το πρώτο μου click away εκτός ορίων δήμου!
Ξεκίνησα το επόμενο πρωί το μικρό ταξίδι μου, με ενθουσιασμό από τη μία, αλλά και μια ακατανόητη αίσθηση από την άλλη, ότι κάνω κάτι που δεν είναι ακριβώς φυσιολογικό. Σαν εσώκλειστη που της δίνεται άδεια για έξοδο και αισθάνεται περίεργα που μπορεί να πάει και λίγο παραπέρα. Βγαίνοντας από το μετρό, είδα αυτό που τελευταία βλέπω μόνο από τις φωτογραφίες στο διαδίκτυο. Τον χριστουγεννιάτικο στολισμό του Συντάγματος, το δέντρο, τον πελώριο αρκούδο που έχουν βάλει στην αρχή της Ερμού. Τι κρίμα που δεν μπορούν να τα δούνε αυτά τα παιδιά μου, πόσο θα χαίρονταν. Μια μικρή θλίψη με κατέλαβε στη σκέψη.
Προχωρώντας προς το Κολωνάκι από τη Βασιλίσσης Σοφίας, να σου και τα φώτα που φέτος στολίζουν τον δρόμο. Πόσα γέλια κάναμε πέρσι με τα άλλα, εκείνα που έμοιαζαν με μυγοσκοτώστρες. Αλλά και με τα φώτα της Πανεπιστημίου, που τα παρομοίαζαν με κρεμαστά Πόκεμον.
Ενώ τα φετινά, άλλο πράγμα. Κλασικά, χαρούμενα, κομψά. Τι ωραία να περνάς με το αμάξι το βράδυ και να τα βλέπεις από πάνω σου, ή ακόμα καλύτερα, να περπατάς και να τα χαζεύεις. Ονειρα θερινής ή, για την ακρίβεια, χειμερινής νυκτός. Αν δεν μένεις στο κέντρο ή αν δεν έχεις δουλειά που δικαιολογείται να είσαι κέντρο, δεν θα τα δεις ποτέ.
Μπορείς να απολαύσεις τον στολισμό του δήμου κατοικίας σου, βεβαίως. Οι βόλτες δεν απαγορεύονται εκεί. Απλώς το κέντρο μιας πόλης, πόσο μάλλον της πρωτεύουσας, έχει ιδιαίτερη σημασία, και κατά τις γιορτές γίνεται το επίκεντρο της προσοχής. Περιμένεις διακαώς να το επισκεφτείς κάθε Χριστούγεννα, να δεις πώς το στόλισαν, να το περπατήσεις, να το χαρείς. Φέτος, όμως, δεν επιτρέπεται να το κάνεις. Για τους περισσότερους κατοίκους είναι κάτι σαν απαγορευμένος καρπός.
«Για ποιον στόλισαν φέτος το κέντρο της Αθήνας;».
Η παραπάνω ερώτηση έρχεται πολύ συχνά μπροστά μου στα κοινωνικά δίκτυα. Αλλοι την εκφράζουν με παράπονο, άλλοι με θυμό, άλλοι αναρωτιούνται γιατί σπαταλήθηκαν τόσα χρήματα για κάτι που δεν μπορούν να απολαύσουν ελεύθερα όλοι οι πολίτες.
Ο Δήμος Αθηναίων, σε ανακοίνωσή του, ανέφερε ότι ο στόχος ήταν η πόλη να λάμψει περισσότερο φέτος, για να εκπέμψει μήνυμα αισιοδοξίας και ελπίδας. Ως προς το κόστος του στολισμού, αναφέρεται συγκεκριμένα: «Ο Δήμος Αθηναίων προμηθεύεται εορταστικό στολισμό κόστους 599.800 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ), ο οποίος φυσικά, δεν είναι μόνο για μία χρονιά. Αντιθέτως, θα προστεθεί στον περσινό εξοπλισμό των δωρεών με αποτέλεσμα το φως και η λάμψη των Χριστουγέννων να φτάσει σε ακόμα περισσότερα σημεία της Αθήνας. Τώρα που είναι περισσότερο αναγκαίο από ποτέ. Αυτονόητο είναι ότι η συγκεκριμένη δαπάνη δεν θα επηρεάσει στο ελάχιστο το εκτεταμένο πλέγμα κοινωνικών παρεμβάσεων που έχει σχεδιάσει ο Δήμος Αθηναίων για το επόμενο διάστημα».
Ας ξεκινήσουμε από το δεδομένο ότι το κέντρο μιας πρωτεύουσας πρέπει να στολίζεται. Ακόμα και σε μια περίοδο δύσκολη, όπως αυτή που διανύουμε, ακόμα κι αν δεν μπορούμε να το απολαύσουμε όλοι, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών, το κέντρο πρέπει να φεγγοβολήσει το γιορτινό του μήνυμα. Είναι συμβολικό, είναι συνειρμικό και λειτουργεί θετικά στην ψυχολογία μας, ακόμα κι αν είμαστε κλεισμένοι σπίτια μας. Το «για ποιον στόλισαν το κέντρο της Αθήνας φέτος», λοιπόν, είναι άκυρη ερώτηση.
Το γιατί ο Δήμος Αθηναίων επέλεξε να προμηθευτεί επιπλέον εορταστικό εξοπλισμό, σε μια ομολογουμένως δύσκολη χρονιά, που έχει φέρει καταστροφή στην οικονομία, είναι ένα άλλο θέμα. Θα μπορούσε να κινηθεί αλλιώς και να μην μπει σε έξοδα; Να βρει οικονομικότερους τρόπους να στολίσει το κέντρο;
Μήπως, εν τέλει, το να εκπέμψει ένα πιο ήσυχο μήνυμα αισιοδοξίας, θα άρμοζε καλύτερα στις περιστάσεις;
ΥΓ. Πάντως τα επόμενα Χριστούγεννα, έχουμε στολίδια να φάνε κι οι κότες, το μόνο σίγουρο.