Ζηλεύω εκείνους που πηγαίνουν στη θάλασσα και στήνουν μπροστά της το δικό τους σκηνικό. Μια ψάθα στην άμμο, καρεκλάκια που διπλώνουν, το φορητό ψυγειάκι τους. Τους κοροϊδεύουμε που καταφτάνουν φορτωμένοι με εξοπλισμό, που προσπαθούν να μπήξουν ομπρέλες θαλάσσης στην άμμο, τους λέμε ντεμοντέ, αλλά εκείνοι τελικά είναι πιο άνετοι, στην πλευρά της παραλίας που αναπνέει, που μοιάζει ακόμα με παραλία και όχι με το κακόγουστο παράπηγμα στην άμμο στο οποίο συνωστιζόμαστε οι περισσότεροι.
Θέσεις προσωρινής διαμονής, στις οποίες στοιβάζονται εκατοντάδες σώματα με τα συμπράγκαλά τους. Για να φτάσεις στη θάλασσα πρέπει να πηδήξεις δεκάδες ζευγάρια σαγιονάρες, κουβαδάκια, αντηλιακά, τσάντες, πλαστικά ποτήρια καφέ σφηνωμένα στην άμμο και απομεινάρια τροφών που έπεσαν κάτω, πριν φτάσουν στο στόμα κάποιου πεινασμένου λουόμενου. Όσο προχωράει η μέρα, τόσο περισσότερο ζέχνουν από τα σκουπίδια μας οι «ξαπλωστροπολιτείες» του καλοκαιριού. Ακόμα και το κύμα που σκάει μπροστά τους αφρίζει από τη βρώμα μας.
Κι όμως, για να βρεις μια θέση σ’ αυτούς τους κακάσχημους οικισμούς της άμμου, που αν τους δεις από πάνω μοιάζουν με κομμάτια φρούτου που τα έχουν καλύψει μυρμήγκια, κάνεις τα πάντα. Αγχώνεσαι να φτάσεις εγκαίρως, κλείνεις ηλεκτρονικά θέση, κάνεις κολεγιά με τον υπεύθυνο, τσακώνεσαι, ανέχεσαι την άθλια μουσική που συνήθως βγαίνει από τα ηχεία του μπιτσόμπαρου και μυρίζεις τα χνώτα του άλλου, ο οποίος είναι δίπλα, μπροστά και πίσω σου, στο μισό μέτρο. Αν απλώσεις το χέρι μπορεί να πιάσεις το δικό του.
Και όλο αυτό το πληρώνεις χρυσάφι. Βλέπω τις τιμές στις οργανωμένες παραλίες. Έχει και με τρία ευρώ ξαπλώστρα, έχει και με ογδόντα. Ξαπλώστρες του λαού και ξαπλώστρες του Κολωνακίου.
Ξαπλώστρες του μεροκάματου και ξαπλώστρες του Κεφαλαίου. Ξαπλώστρες με λεκιασμένες μαξιλάρες και ξαπλώστρες με μαξιλάρες από μετάξι. Αναλόγως του βαλαντίου, μπορεί να έχεις δίπλα σου την κυρά Νίτσα την κομμώτρια, μπορεί και τον εφοπλιστή και τον εισοδηματία.
Ολοι διεκδικούν μια θέση στον ήλιο. Μια ξαπλώστρα στον ήλιο, για την ακρίβεια. Και μοντέλα μπορεί να έχεις δίπλα σου, τα οποία πληρώνονται γι’ αυτό. Στη Μύκονο έχουν βγάλει αγγελία, τα ωραία κορμιά μπορούν να σπεύσουν για τη θέση εργασίας «κράχτες στην ξαπλώστρα της πρώτης γραμμής». Δίδεται αμοιβή και η διαμονή στο νησί πληρωμένη.
Οι δάσκαλοι στα νησιά δεν βρίσκουν ούτε υπόγειο να μείνουν, τα μοντέλα της ξαπλώστρας καλούνται να μείνουν τζάμπα. Η υγειονομική περίθαλψη καταρρέει, ακόμα και στους δημοφιλείς προορισμούς τα ασθενοφόρα τα βλέπεις με το κιάλι, αλλά οι κιτς οικισμοί της άμμου αναπτύσσονται με ρυθμούς Ντουμπάι και επενδύουν σε θανατηφόρες αναλογίες και οπίσθια. Έτσι κι αλλιώς, όσο κι αν παριστάνουμε τους εναλλακτικούς και τους συνειδητοποιημένους, κατά βάθος συνεχίζουμε να κοιτάμε και να ποθούμε το ανούσιο της επιφάνειας.
Παντού ξεφυτρώνουν «ξαπλωστροπολιτείες», στο όνομα μιας τουριστικής ανάπτυξης κακόγουστου σχεδιασμού και αισθητικής. Η οποία, βέβαια, ξεκινά από τη νοοτροπία του Δυτικού πολιτισμού. Που βλέπει το καλοκαίρι μυωπικά. Που αντιμετωπίζει τις καλοκαιρινές διακοπές σαν πακέτο υπηρεσιών και επιδειξίας. Που προτιμά να τα σκάσει χοντρά για να πάει τρεις μέρες στο τρέντι νησί παρά να βρει ένα μέρος λιγότερο δημοφιλές και να παραθερίσει εκεί δύο βδομάδες, με το ίδιο μπάτζετ.
Ξεχάσαμε να ψάχνουμε. Ξεχάσαμε ότι τις καλύτερες βουτιές τις κάναμε κάπου στη μέση του πουθενά, σε παραλίες που ξεπρόβαλαν στον δρόμο μας καθώς εξερευνούσαμε τόπους και τοπία.
Ξεχάσαμε πώς είναι να ξαπλώνεις στην άμμο, να κάθεσαι πάνω σε βότσαλα, να στρώνεις την πετσέτα σου πάνω σε βράχο.
Το εσωτερικό μας GPS, μας πλοηγεί αυτόματα στην πλέον συνηθισμένη διαδρομή, εκεί όπου τρομάζουμε να βρούμε να παρκάρουμε αμάξια και σώματα. Δεν μας νοιάζει αν στριμωχτούμε μαζί με άλλους πενήντα σε λίγα τετραγωνικά άμμου, αρκεί να τα βρούμε όλα έτοιμα. Δεν μας νοιάζει αν η ξαπλώστρα είναι ξεχαρβαλωμένη από τη χρήση, αρκεί που την προλάβαμε. Θα σκάψουμε τις τσέπες μας για να μπορέσουμε να πληρώσουμε αυτή την αποκρουστική βολή και θα πείσουμε τον εαυτό μας ότι μας αρέσει.
Μετατρέψαμε τα καλοκαίρια σε αυτόματους πωλητές ξαπλώστρας και καφέ, ελπίζοντας ότι θα βγει και λίγη ευχαρίστηση μαζί με τις υπηρεσίες που αγοράζουμε.
Αλήθεια, βγαίνει;