Ποιο είναι το «Κόμμα Κασσελάκη» στην ελληνική κοινωνία; Οι γνώμες για το μέγεθός του διίστανται. Ανάμεσα στους υποστηρικτές του επικρατεί η πίστη ότι αποτελούν ένα ποτάμι που δεν σταματιέται. Ο ίδιος ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αποφεύγει τέτοιου είδους μεγαλοστομίες, αλλά δεν παραβλέπει να προβάλλει την εικόνα ενός λαοπρόβλητου ηγέτη που αποζητά την επαφή με τον λαό. Βέβαια, οι εμφανίσεις του είναι πάντα σε προστατευμένο περιβάλλον, τα σμήνη των θαυμαστών δεν διάγουν κατά κανόνα την πρώτη νιότη τους και ποτέ δεν τον είδαμε να μιλά σε πολύ μεγάλα κοινά -αλλά παραμένει το γεγονός ότι δεν αποφεύγει να τους συναντά.
Ο πάλαι ποτέ πολιτικός του κηδεμόνας Πολάκης, διακηρύσσει ότι εάν στις εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ «ψηφίσουν κανονικοί άνθρωποι, ο Κασσελάκης δεν βγαίνει» —αλλά αυτή η κανονικότητα δεν προσδιορίζεται ούτε ποσοτικά ούτε ποιοτικά. Oμως, ας μη γελιόμαστε: αν η πλειοψηφία της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ αισθανόταν σιγουριά ότι θα τον κατανικήσει σε εσωκομματικές εκλογές, θα του επέτρεπε να κατέβει. Όσο για τις μετρήσεις, όταν έγιναν, τον υπολόγισαν στη ζώνη του 4-5% πανελλαδικά, ανεξάρτητα από την ετικέτα που (δεν) θα είχε σε μια πιθανή εκλογική αναμέτρηση.
Ποιοι είναι λοιπόν αυτοί οι άνθρωποι και γιατί ακολουθούν τον Κασσελάκη; Πριν από 14 μήνες η απάντηση ήταν κάπως πιο εύκολη. Σε έναν ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος μόλις είχε υποστεί μια αναπάντεχη –τουλάχιστον ως προς το μέγεθός της– συντριβή, ο ουρανοκατέβατος Κασσελάκης πρόσφερε μια ψευδαίσθηση glamour που θα τον έβγαζε από τη μίζερη θέση στην οποία είχε βρεθεί. Αν προσθέσει κανείς δίπλα σε αυτό ότι είχε δημιουργηθεί –όχι αδικαιολόγητα– η αίσθηση ότι η υποψηφιότητά του είχε την ευλογία του Τσίπρα, η εξήγηση για την επιτυχία του είναι έτοιμη. Πλέον όμως, όλοι είχαν την ευκαιρία να ραντίσουν τους ευσεβείς πόθους τους με σταγόνες πραγματικότητας. Ο Στέφανος Κασσελάκης, αποδείχθηκε ένας άνθρωπος του οποίου ο δημόσιος λόγος περιορίζεται στο να μιλά ακατάσχετά για τον εαυτό του. Για οτιδήποτε άλλο, γνωρίζουμε ότι το ενδιαφέρον του (αν όχι και οι δυνατότητές του) είναι πεπερασμένο και οι απόψεις του σταθερές όσο και τα νερά του Ευρίπου. Στην Κουμουνδούρου, οι μαρτυρίες για έναν άνθρωπο ασταθή και κυκλοθυμικό, που έστηνε μεταμεσονύκτιους καβγάδες με ασήμαντες αφορμές, πληθαίνουν. Κι όσο για την πιθανότητα «να νικήσει τον Μητσοτάκη», αυτή ανήκει πια στη ζώνη των ανεκδότων με τον Μπόμπο.
Τι κρατά λοιπόν ζωντανή την λατρεία ενός –μικρού έστω– τμήματος της κοινωνίας για τον Κασσελάκη; Μάλλον ακριβώς όλα αυτά. Ο Στέφανος Κασσελάκης αποτελεί ίσως την πληρέστερη και –διόλου ασήμαντο– επιτυχημένη ενσάρκωση ενός ανθρωπότυπου, ο οποίος ανθεί παραδοσιακά στην ελληνική κοινωνία και μετά το διπλό σοκ της κρίσης και της πανδημίας (στις οποίες απέτυχαν να απαντήσουν καθοριστικά οι συλλογικές διεργασίες) κυκλοφορεί ανεξέλεγκτος και θυμωμένος. Είναι ένας ανθρωπότυπος που ανάγει τα πάντα στον εαυτό του, μιλά πολύ για πράγματα που γνωρίζει λίγο, ασφυκτιά από τους διαμορφωμένους κανόνες συνύπαρξης και ξιφουλκεί εναντίον τους, δεν δεσμεύεται υπερβολικά πολύ από αυτά που λέει και δεν είναι διατεθειμένος να αναμετρηθεί με τις συνέπειες των πράξεών του. Ο άνθρωπος αυτός, τον οποίον συναντάμε δίπλα μας ολοένα και συχνότερα, βρίσκει στο πρόσωπο του πρώην προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ κάποιον που μπόρεσε να εκδικηθεί τους κανόνες για λογαριασμό του. Το γεγονός ότι ο Στέφανος Κασσελάκης δεν κρύβει ότι διαθέτει οικονομική επιφάνεια, βοηθά εν προκειμένω. Σε όλον τον κόσμο, οι πολιτικοί που έγιναν μεταβολιστές αυτής της ιδιότυπης μνησικακίας που ενδημεί στις κοινωνίες μετά την κρίση και την πανδημία, είναι κατά κανόνα επιχειρηματίες –αν όχι εκατομμυριούχοι.
Βέβαια, η εμβέλεια του Κασσελάκη δεν είναι μόνο ένα γενικό φαινόμενο, αποτελεί πρωτίστως μαρτυρία της ειδικής αποτυχίας του ΣΥΡΙΖΑ. Δηλαδή της απόλυτης αποτυχίας του να μετατραπεί σε πολιτικό μετασχηματιστή σε μια κοινωνική προσδοκία –η οποία ήταν εξαιρετικά έντονη το 2015, ανεξάρτητα από τη γνώμη που έχει ο καθένας για την κατεύθυνσή της– και τη μετατροπή του σε έναν φορέα που πορευόταν με αυτοαναφορικές βεβαιότητες, καταγγέλλοντας ως εγκάθετο όποιον τις αμφισβητούσε. Ομως, η αμηχανία και ο θυμός που δεν θυμάται προς τα πού θέλει να στραφεί, που τροφοδοτούν τη δημοφιλία του Κασσελάκη, ξεπερνούν τον ΣΥΡΙΖΑ. Ή, τέλος πάντων, έχουν μαζί του τη σχέση που είχε ο μπάρμπα-Μπρίλιος με τον γάλο που τάιζε σε αυτό το μακάβριο παιδικό τραγουδάκι, μέχρι που τελικά φαγώθηκε από αυτόν.
Αυτό το τελευταίο εξηγεί για ποιο λόγο ο Στέφανος Κασσελάκης είναι εύκολα αντιμετωπίσιμος εκτός ΣΥΡΙΖΑ, αλλά εξαιρετικά δύσκολος αντίπαλος εντός ΣΥΡΙΖΑ. Οποισδήποτε εντός ΣΥΡΙΖΑ αντιπαρατάσσεται στον Κασσελάκη εδώ και 14 μήνες βασισμένος σε στοιχεία της πραγματικότητας και της λογικής, συγκρούεται με αυτό στο οποίο μετατράπηκε το κόμμα μετά το 2015: ένας οργανισμός ο οποίος λειτουργεί ανεξαρτητοποιημένος από την πραγματική σημασία των γεγονότων και απόλυτα αφοσιωμένος στην ιδέα ενός ηγέτη ο οποίος είναι ο μόνος ικανός να συνομιλήσει με τον λαό. Σε τελική ανάλυση, το αν αυτός θα είναι ο Τσίπρας ή ο Κασσελάκης, έχει μόνο υποκειμενική σημασία.
Το μέλλον του Κασσελάκη είναι μάλλον εύκολα προβλέψιμο. Εάν η εκδίωξή του από τον ΣΥΡΙΖΑ ολοκληρωθεί, θα παρουσιάσει ένα καινούργιο ολόδικό του κόμμα, θα κινηθεί στο κλασικό μοτίβο «ούτε δεξιά ούτε αριστερά» (που ως τα τώρα μονοπωλεί στην Ελλάδα η Ζωή Κωνσταντοπούλου) και θα μετρήσει πόσους από τους δυνητικά 200.000 ψηφοφόρους του μπορεί να κρατήσει. Το κακό με τις θολές πολιτικές προτάσεις είναι ότι οι υποστηρικτές τους είναι εξίσου ασταθείς με τους ηγέτες τους. Ωστόσο, η πρώτη ύλη για ένα τέτοιο κόμμα είναι υπαρκτή στην ελληνική κοινωνία. Η μερική επιτυχία τόσων και τόσων κομμάτων που φωνάζουν χωρίς να είναι ακριβώς σαφές για ποιο πράγμα, το βεβαιώνει.
Οσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, η συνειδητοποίηση ότι τα αντισώματα μπορούν μαζί με τον ξενιστή να σκοτώσουν και τον οργανισμό είναι επώδυνη. Ειδικά, όταν έρχεται μαζί με τη διαπίστωση ότι δύσκολα θα βρεθούν δυνάμεις να διακινδυνεύσουν το κύρος τους συνομιλώντας με ένα κόμμα του οποίου η εικόνα θα τους εκθέτει. Όταν θα τελειώσουν όλα αυτά και στον παλιό ΣΥΡΙΖΑ θα έχουν απομείνει τουλάχιστον τα γραφεία, θα έχουν την ευκαιρία να κρεμάσουν εκεί ένα κάδρο με μια φράση του Σουν Τζου από την “Τέχνη του Πολέμου”, που άρεσε και στον πρόεδρο Μάο, και θυμίζει ότι «οι τακτικοί ελιγμοί χωρίς στρατηγική είναι ο θόρυβος πριν την ήττα».