Απόψεις

«Εχασα τον μπαμπά μου»

Εκτιμώ τους σωστούς μπαμπάδες. 46 χρόνια μετά τον θάνατο του δικού μου… Αδιανόητο νούμερο! Τον θάνατο τον παλεύω, με την απώλεια ακόμα δυσκολεύομαι… Πώς μου ήρθαν όλα αυτά, γιορτινές μέρες; Μα, συνήθως, γιορτινές μέρες έρχονται
Ρέα Βιτάλη

«Εχασα τον μπαμπά μου» έγραψε το νεαρό κορίτσι. Δραστήριο πλάσμα, δυναμικό… Πιο πολύ από αυτό. Θα την περιέγραφα «Δεν καταλαβαίνει Χριστό!». Γνωρίζοντάς την, με χτύπησε βαθιά η φράση που επέλεξε για να αναγγείλει τον θάνατο του πατέρα της. «Εχασα τον μπαμπά μου». Βλέπετε… άλλο πατέρας, άλλο μπαμπάς. Το «μπαμπάς» σε μικραίνει όσων χρονών και να είσαι, είσαι μικρή, κοιτάς από κάτω προς τα επάνω. Μήνες στάθηκε η φράση της μέσα μου. Πόσα, διάολε, συρτάρια διαθέτω μέσα μου; Την είχα, δηλαδή, ξεχάσει και τώρα «τσακ!», από κάπου ανασύρθηκε, μη με ρωτάς με ποια αφορμή. Είναι περίπλοκο με ποια αφορμή δακρύζει παλιά πληγή.

«Ο μπαμπάς μου». Τον μπαμπά μου τον κοίταζα πάντα από χαμηλά και αν σκεφτείς ότι πέθανε στα 14 μου χρόνια δεν πρόλαβα να αλλάξω οπτική. Τον «έχω» σαν ν΄ακολουθούσα πρωινό ήλιο. Ετρεχα πίσω από μια τρυφερή ζέστη. Καμάρωνα κιόλας πολύ για εκείνον. Μερικές φορές και ντρεπόμουν. Και μια φορά μου έπεσε απότομα, στο πάτωμα, το θυμάμαι, ήταν σε μια γιορτή και εγώ έπιασα βλέμματα και στο αυτοκίνητου του είχα πει «Μπαμπά. σε κορόιδευαν» και εκείνος μάλλον το έλαβε σοβαρά υπόψιν του γιατί ούτε καν υπερασπίστηκε τον εαυτό του. Ευτυχώς, δεν μου ξαναέπεσε ποτέ.

Είναι φοβερό για κορίτσι να του πέφτει ο μπαμπάς του. Και για αγόρι. Οποιος γονιός σου πέφτει από το ύψος που τον έβαλες, τραγικό είναι. Αλλά ο πατέρας για κορίτσι είναι… Σκέφτομαι πόσο με στιγμάτισε ο θάνατός του. Πόσα χρόνια πάλευα να τακτοποιήσω και να μην τακτοποιείται η πληγή της απώλειας. Πόσα στάδια πέρασε ο πόνος. Τον πρώτο καιρό, και για πολύ καιρό, με διέλυε ο ήχος αυτοκινήτου σαν του δικού του. Και η μυρουδιά της κολόνιας του με σκότωνε, αλλά και με θύμωνε αστραπιαία, ότι μπορεί και κάποιος άλλος να φοράει Eau Sauvage. Και το τραγούδι «μας»… Ακόμα μου είναι ζόρικο.

Ενα σωρό μικρά, τοσοδούλικα, μου ήταν ανυπόφορα. Τον θάνατο κάποτε τον αποδέχεται ο άνθρωπος, στα τοσοδούλικα την πατάει. Μετά, χρόνια μετά, με πονούσε ότι έχανα σιγά σιγά την αληθινή παρουσία του και τον σκεφτόμουν «φωτογραφία». Τελικά, είναι ύπουλο πράγμα οι φωτογραφίες. Σ’ τον αντικαθιστούν στη μνήμη. Λες και δεν υπήρξε πέραν των φωτογραφιών που έβγαλε. Τώρα, τα τελευταία χρόνια…Αλλο στάδιο. Κάπως λες και έχει διαλυθεί, εξανεμιστεί. Εχει από εκείνον μείνει κυρίως μια αίσθηση.

Λέω «ο μπαμπάς» μου και αισθάνομαι. Θα ήθελα, πολύ θα ήθελα να είχα τη φωνή του καταγεγραμμένη. Μου λείπει δραματικά η φωνή του να την είχα. Τον «βλέπω» ωστόσο στα παιδιά μου. Σαν φλας, ξαφνικά. Τι ευλογημένα συναρπαστικό ταξίδι το DNA! Ο Κώστας. Ο Αρίστος. Τον φέρουν. Ο Κώστας είναι φοιτητής. Ο Αρίστος όμως είναι πατέρας δυο κοριτσιών. Τις χαζεύω πώς τον κοιτάνε. Από χαμηλά προς τα επάνω. Πώς τις πετάει στον αέρα και γελάνε. Πώς τον κοιτάνε και περνάνε όλες τις αποχρώσεις συναισθημάτων που του έχουν στο βλέμμα τους. Πολλά κοιτάζω στα μάτια τους. Και αυτόματα μου τρέχει ένα χαμόγελο, άλλο χαμόγελο. Ενα χαμόγελο γλυκόπονου. Τακτοποιημένου πόνου. Ναι, τόσα χρόνια μετά… Από το 1976, που πέθανε στα 40 του χρόνια…

Μπορώ να εντοπίσω και τις θετικές επιδράσεις που ξέσυρε η απώλειά του. Περίσσεψε χώρος στα μάτια μου να δω και να γνωρίσω τη μαμά μου. Επίσης, είχα πάντα την αίσθηση ενός προστάτη, ενός αγγέλου, ενός προσωπικού αγίου στα φτερά μου, ενώ όμως το βήμα ήταν μόνο δικό μου. Είχα ακέραια την ευθύνη τού κάθε βήματός μου. Αλλά και έδινα πάντα αναφορά στον ουρανό. Ενας διαρκής διάλογος με τη συνείδηση.

Μελέτησα τον πόνο. Απέκτησα αντίληψη του μοιραίου, του εφήμερου, του φευγαλέου, του προσωρινού, του απέραντου σήμερα. Σεβόμουν, τιμούσα, δικαίωνα κάθε επιπλέον χρόνο που μου χαριζόταν περισσότερο από ό,τι χαρίστηκε σε εκείνον. Επένδυσα σε σχέσεις. Αγάπησα και μελέτησα τις λέξεις και τα βλέμματα. Δεν χρονοτριβούσα συνομιλίες.  Δεν αναλώθηκα να ψάχνω «μπαμπά» σε σχέση. Αλλά έδειχνα μεγάλο σεβασμό και ευγνωμοσύνη σε όποιον είχε αντίληψη της τερατώδους ευθύνης να είναι μπαμπάς.

Εκτιμώ τους σωστούς μπαμπάδες. 46 χρόνια μετά τον θάνατό του… Αδιανόητο νούμερο! Τον θάνατο τον παλεύω, με την απώλεια ακόμα δυσκολεύομαι… Πώς  μου ήρθαν όλα αυτά, γιορτινές μέρες; Μα, συνήθως, γιορτινές μέρες έρχονται.