Η ελληνική αποστολή έφτασε στο Λίβερπουλ με τον 16χρονο Βίκτορα Βερνίκο και την μπαλάντα του, η οποία δυστυχώς δεν τα κατάφερε. Η ελληνική αποστολή προσγειώθηκε στο Λίβερπουλ και με ένα νέο σχολιαστικό δίδυμο. Τη Μαρία Κοζάκου, η οποία έχει αρκετά χρόνια εμπειρίας στη συγκεκριμένη θέση, και την Τζένη Μελιτά, που διαδέχτηκε τον Γιώργο Καπουτζίδη.
Στον πρώτο ημιτελικό ακούσαμε για πρώτη φορά το νέο ντουέτο και, όπως είθισται να γίνεται, το σχολιάσαμε. Το να σχολιάζουμε τους σχολιαστές της Eurovision είναι, άλλωστε, το δεύτερο αγαπημένο θέμα συζήτησης, μετά τον τραγουδιστή και το τραγούδι που στέλνουμε. Ως έναν βαθμό, δικαίως. Το θέαμα πρωταγωνιστεί εδώ, αυτό χαζεύουμε, και το σχόλιο, είτε γίνεται από εμάς είτε από τους σχολιαστές της αποστολής μας, είναι ένα στοιχείο που παίζει ρόλο στην εμπειρία θέασης αυτού του ιδιότυπου προγράμματος, για όποιον αποφασίζει να αφιερώσει το σαββατόβραδό του για να το δει.
Ο σχολιασμός της Eurovision έχει κι αυτός τη δική του ιστορία. Η Δάφνη Μπόκοτα, η οποία αντικατέστησε το 1987 τη Μακώ Γεωργιάδου, κράτησε το τιμόνι της παρουσίασης έως το 2004 και ταυτίστηκε με τον θεσμό όσο κανένας άλλος. Η αλήθεια είναι ότι η γυναίκα είχε εξειδικευτεί. Ηξερε τι έλεγε, πώς το έλεγε, και για εκείνη την περίοδο, που η Eurovision είχε ένα πιο σοβαροφανές προφίλ, ήταν μια καλή επιλογή.
Με την απομάκρυνση της Δάφνης Μπόκοτα από τη θέση του σχολιαστή ξεκίνησε η σκυταλοδρομία. Το 2005 μας καλησπέρισε από το Κίεβο της Ουκρανίας η ελληνοσουηδή παρουσιάστρια Αλεξάνδρα Πασχαλίδου. Ηταν μια μάλλον χλιαρή παρουσίαση, αλλά εκείνη τη χρονιά η Ελενα Παπαρίζου έφερε την πρωτιά με το «Νumber One» και το προσπεράσαμε. Το 2006 ο διαγωνισμός ήρθε στην Αθήνα και ο σχολιασμός πέρασε στα χέρια του Γιώργου Καπουτζίδη και της Ζέτας Μακρυπούλια, που τότε έσκιζαν με το «Παρά Πέντε».
Ηταν η πρώτη φορά που η κρατική τηλεόραση επένδυσε σε σχολιαστικό δίδυμο και ήταν και η πρώτη φορά που αναζήτησε, και έβαλε, το χιούμορ στη συνταγή. Το δίδυμο και το χιούμορ λειτούργησαν και το 2007 η σκυτάλη πέρασε στον Φώτη Σεργουλόπουλο και τη Μαρία Μπακοδήμου, ενώ τις επόμενες δύο χρονιές παρουσίασαν οι αδελφές Μαγγίρα.
Το 2010 η Ρίκα Βαγιάννη και η Τζένη Μπαλατσινού ένωσαν τις φωνές και το σχόλιο τους στο Οσλο της Νορβηγίας, ενώ το 2011 τα ηνία της παρουσίασης πήρε η Λένα Αρώνη, σόλο. Η εποχή της λιτότητας είχε μόλις ανοίξει και είχε αρχίσει να τα ρουφάει όλα στη μαύρη τρύπα της. Πήγαν περίπατο οι ανταγωνιστικές αποστολές και μάλλον έγινε οικονομία και με τους σχολιαστές (και το χιούμορ).
Η επόμενη χρονιά ήταν ακόμα πιο υποτονική από άποψη σχεδιασμού και στήριξης της ελληνικής αποστολής. Αλλά ήταν η στιγμή που η Μαρία Κοζάκου μπήκε στο παιχνίδι της παρουσίασης. Και επανήλθε και το σχολιαστικό δίδυμο, το οποίο, ανεξαρτήτως χημείας, λειτουργεί πάντα καλύτερα από έναν μοναχικό παρουσιαστή που στέκεται αμήχανα γιατί δεν έχει με ποιον να διαδράσει. Στο πλευρό της Κοζάκου βρέθηκε τότε ο Γιώργος Φραντζεσκάκης.
Φτάνουμε έτσι στο 2013 και ο Γιώργος Καπουτζίδης επανέρχεται στον ρόλο του παρουσιαστή, παρέα με τη Δέσποινα Βανδή, ενώ μένουν και την επόμενη χρονιά. Το 2015 η Μαίρη Συνατσάκη και η Ντορέττα Παπαδημητρίου παίρνουν τη θέση τους. Από το 2016, όμως, η Μαρία Κοζάκου και ο Γιώργος Καπουτζίδης γίνονται το δίδυμο που με τον σχολιασμό του θα ντύνει σταθερά την παρουσίαση της Eurovision για τα επόμενα χρόνια, με εξαίρεση το 2020, που ο διαγωνισμός δεν πραγματοποιήθηκε λόγω πανδημίας.
Αν βάλεις κάτω το παζλ του ελληνικού σχολιασμού, ο Γιώργος Καπουτζίδης είναι μάλλον το πρόσωπο που συμπληρώνει τα περισσότερα κομμάτια του. Καθόλου τυχαίο, βεβαίως, που επικράτησε των υπολοίπων, μιας και πρόκειται για έναν ευφυή άνθρωπο, καλλιεργημένο και με αμεσότητα στον λόγο του. Ως σεναριογράφος με ικανότητα στη διαχείριση της ατάκας, κατάφερε να εντάξει με επιδεξιότητα στον σχολιασμό το χιούμορ, αναδεικνύοντας τη σπουδαιότητα της ύπαρξής του στην εμπειρία της θέασης. Η χημεία του με τη Μαρία Κοζάκου ήταν επίσης καλή, αν και, εδώ που τα λέμε, ήταν καλή με όλα τα πρόσωπα δίπλα στα οποία βρέθηκε όλα αυτά τα χρόνια.
Ως έναν βαθμό, είναι λογικό που φέτος το κοινό τον αναζητά και δεν μπορεί να συνηθίσει την αλλαγή πόστου. Ο Γιώργος Καπουτζίδης κατάφερε το ίδιο πράγμα με τη Δάφνη Μπόκοτα, αλλά καλύτερα. Ταυτίστηκε με μια ανανεωμένη εκδοχή σχολιασμού της Eurovision, της οποίας ο ίδιος είναι εμπνευστής. Ο ρόλος της Τζένης Μελιτά δεν είναι εύκολος, όπως δεν θα ήταν κανενός ανθρώπου που βρίσκεται στη θέση κάποιου που έχει εδραιωθεί στη συνείδηση και προτίμηση του κοινού για κάτι που έκανε πραγματικά καλά.
«Διαβάζανε παπαγαλία τα χαρτιά τους», «Κάνανε σαρδάμ», «Δεν είχαν χημεία», τρελάθηκαν να λένε στα πάνελ μετά τον πρώτο ημιτελικό της Eurovision, όπου το νέο σχολιαστικό δίδυμο Κοζάκου – Μελιτά πήρε το βάπτισμα του πυρός.
Αλήθεια, ήταν τόσο χάλια; Ή μήπως γινόμαστε δυσκοίλιοι στην κριτική μας όταν πρόκειται για κάτι που δοκιμάζεται πρώτη φορά; Και τι υποκρισία εκεί στα πάνελ της ψυχαγωγικής τηλεόρασης, που από τη μια καμώνονται ότι αγαπούν τα νέα πρόσωπα και από την άλλη τα καταβαραθρώνουν από την πρώτη στιγμή που θα τα δουν μπροστά τους σε πρωταγωνιστικό ρόλο.
Μια χαρά είναι τα κορίτσια. Πολύ καλύτερα από πολλούς συνδυασμούς που έχουμε δει στη Eurovision. Και, εν πάση περιπτώσει, ας κάνουμε την τελική κριτική μας για το πώς τα πήγαν μετά τον τελικό. Είναι πιο λογικό και πιο δίκαιο.