Εναν ανταγωνιστή και συγκάτοικο είχε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο περίφημο «μέτωπο της λογικής» και της ανοιχτής κοινωνίας, μπαίνοντας στη δεύτερη τετραετία της διακυβέρνησής του: Το ΠΑΣΟΚ, που ιστορικά απευθύνθηκε και κέρδισε τον κόσμο της προόδου και του εκσυγχρονισμού της χώρας, ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, με την προσπάθεια για την είσοδο της Ελλάδας στην Οικονομική και Νομισματική Ενωση.
Κανένα άλλο κόμμα δεν θα μπορούσε να αποσπάσει από την ΝΔ το κρίσιμο για την εκλογική επιτυχία κεντρώο ακροατήριο (τον λεγόμενο «μεσαίο χώρο») που ιστορικά έδινε και δίνει τις νίκες στις κάλπες. Εκτός αν πιστεύει κανείς ότι μπορούν να το καταφέρουν ο Βελόπουλος ή το ΚΚΕ του συντρόφου Κουτσούμπα.
Με αυτά τα δεδομένα, ορισμένοι πιστεύουν ότι ο κ. Μητσοτάκης έστησε παγίδα με δύο back to back μεταρρυθμιστικά νομοσχέδια στο ΠΑΣΟΚ και στον πρόεδρό του Νίκο Ανδρουλάκη. Οτι με τον γάμο των ομοφύλων και τώρα για τα μη κρατικά πανεπιστήμια οδήγησε τον ανταγωνιστή του –για το κρίσιμο αυτό ακροατήριο– σε δύσβατα εδάφη και πολιτικές κακοτοπιές. Σε μια κινούμενη άμμο που τον ανάγκασε να πάρει πορεία όχι προς τα εκεί όπου σταθερά (πρέπει να) δείχνει η πυξίδα ενός προοδευτικού και εκσυγχρονιστικού κόμματος, με συνέπεια να μπλοκαριστεί και η πρόσβασή του στη δεξαμενή του μεσαίου χώρου. Αυτό παρατηρούν, τουλάχιστον τις τελευταίες ημέρες, οι εκλογικοί αναλυτές οι οποίοι προσπαθούν να εξηγήσουν την απουσία δημοσκοπικής δυναμικής του ΠΑΣΟΚ μετά την προσπέραση του ΣΥΡΙΖΑ τον περασμένο Νοέμβριο.
Ωστόσο, όσο κι αν κάποιοι βλέπουν τις εξελίξεις υπό το πρίσμα περίπλοκων στρατηγικών, μάλλον ο κ. Μητσοτάκης δεν επιδίωξε να στήσει καμιά παγίδα στον κ. Ανδρουλάκη με τα δύο νομοσχέδια. Αλλωστε είχε τα δικά του προβλήματα να αντιμετωπίσει με τον γάμο των ομοφύλων και τις αντιδράσεις στο κόμμα του (για να μην αναφέρουμε την Εκκλησία). To γεγονός ότι το ποσοστό των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ που δεν ψήφισαν το νομοσχέδιο-ορόσημο ήταν μεγαλύτερο από αυτό της ΝΔ, μάλλον του ήρθε ως «δώρο» από του πουθενά. Και φυσικά ο κ. Μητσοτάκης το αξιοποίησε, μεταξύ άλλων για να διαχειριστεί τις δικές του απώλειες.
Το θέμα μας όμως είναι εδώ το ΠΑΣΟΚ και όχι ο κ. Μητσοτάκης. Και ο κ. Ανδρουλάκης μοιάζει να έχει φτιάξει μόνος του μια παγίδα, στην οποία πέφτει. Διότι η εκλογική βάση του ΠΑΣΟΚ, αλλά και όσοι έχουν φύγει αλλά παρακολουθούν τις εξελίξεις και σκέφτονται αν θα γυρίσουν, έχουν μπερδευτεί: «Οχι» με το στανιό στα μη κρατικά ΑΕΙ, όμως «ναι μεν αλλά» στην ισότητα στον γάμο;
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ απέφυγε να επιβάλει κομματική πειθαρχία στον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών –για να μετρήσει μάλιστα εντυπωσιακές σε πλήθος απώλειες– σε ένα ζήτημα δικαιωμάτων, ταυτοτικού χαρακτήρα, δηλαδή, για την παράταξη που έφερε επανάσταση στο οικογενειακό δίκαιο στη δεκαετία του 1980.
Στον αντίποδα, στο ζήτημα των μη κρατικών πανεπιστημίων, τα οποία στήριζε βάσει προγράμματος αλλά και δηλώσεων μέχρι πριν από λίγες εβδομάδες ο κ. Ανδρουλάκης, η ξαφνική στροφή, το «όχι» και η κομματική πειθαρχία, έδωσαν την εντύπωση του τακτικισμού. Ενας κατώτερος των περιστάσεων τακτικισμός που δεν δείχνει να βασίζεται σε ισχυρά επιχειρήματα αλλά στη διεκδίκηση ψήφων από αριστερά κόμματα τα οποία, ως συνήθως, λένε «όχι σε όλα». Μπορεί όμως το ΠΑΣΟΚ να ανταγωνιστεί το ΚΚΕ; Ενώ από την άλλη οι περισσότεροι συνταγματολόγοι του κεντροαριστερού χώρου λένε ότι δεν υπάρχει θέμα συνταγματικότητας;
Κάπως έτσι, όσοι δεν παρακολουθούν την πολιτική επικαιρότητα «κρεμασμένοι» από τις οθόνες και τα ραδιόφωνα εισέπραξαν μια θολή εικόνα. Ενός κόμματος που δεν επέβαλε πειθαρχία υπέρ της προόδου (ισότητα στον γάμο) αλλά επιβάλλει κομματική πειθαρχία κατά της προόδου που θεωρούσε ότι συνιστούν τα μη κρατικά πανεπιστήμια. Βεβαίως, η τελευταία αυτή εξέλιξη ακολούθησε το εσωτερικό ρήγμα μετά από τη διαφωνία δύο βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, της Νάντιας Γιαννακοπούλου και του Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλου, που κοντολογίς ανέφεραν πως «κανείς δεν κατάλαβε για ποιο λόγο λέμε “όχι”».
Το ζήτημα που άνοιξε με την απειλή διαγραφής των δύο βρίσκεται σε εξέλιξη, οπότε όλα θα φανούν την Παρασκευή, κατά την ψηφοφορία στη Βουλή και μετά. Ενώ στη συνέχεια θα φανεί από τις μετρήσεις αν η γραμμή που επέλεξε ο κ. Ανδουλάκης θα ωφελήσει τελικά το κόμμα του.