| REUTERS/Zorana Jevtic/ Shutterstock/ CreativeProtagon
Απόψεις

Ερντογάν και Βαλκάνια: Νεο-οθωμανική διείσδυση

Η Τουρκία δεν ενδιαφέρεται να καλύψει κενά. Σε γενικές γραμμές θέλει να αυξήσει την πολιτική επιρροή και αντιστοίχως την ισχύ της. Το μικρό πληθυσμιακό και οικονομικό μέγεθος των βαλκανικών κρατών επιτρέπει τέτοιες κινήσεις. Εμφανίζεται ως προστάτης των μουσουλμανικών μειονοτήτων που τις θεωρεί κατάλοιπα ενός εξιδανικευμένου οθωμανικού παρελθόντος
Πιέρρος Ι. Τζανετάκος

Στον Ταγίπ Ερντογάν αρέσει να περπατά στα παλαιά εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Είτε προς τη Μέση Ανατολή είτε στα Βαλκάνια. Οι δε Τούρκοι δεν ξεχνούν εύκολα το αυτοκρατορικό παρελθόν τους. Ειδικά στα χρόνια της μακράς κυριαρχίας του ΑΚΡ καλλιεργείται συστηματικά ένας ιδιότυπος ισλαμιστικός εθνικισμός, τα αποτελέσματα του οποίου αντανακλούν οριζοντίως στην τουρκική κοινωνία- ανεξαρτήτως διαστρωμάτωσης και με ιδιαίτερη απήχηση στις νέες γενιές. Εν έτει 2024 η Τουρκία διαμορφώνει τη σύγχρονη ταυτότητά της στη βάση των παραδοσιακών, κυρίαρχων αξιών: θρησκεία και έθνος.

Ομως η τρίτη, τα τελευταία χρόνια, περιοδεία του Ερντογάν στα Βαλκάνια δεν έγινε απλώς και μόνο αναπολώντας τα παλιά μεγαλεία. Η Τουρκία διευρύνει συστηματικά την επιρροή της στην περιοχή. Δεν αρκείται στις χώρες με έντονο μουσουλμανικό στοιχείο, όπως είναι η Αλβανία, η Βοσνία ή το Κόσσοβο. Μόλις την Παρασκευή, ο Ερντογάν υπέγραψε στο Βελιγράδι με τον σέρβο πρόεδρο Βούτσιτς συμφωνία ανάπτυξης των αμυντικών βιομηχανιών τους, με τα περίφημα τουρκικά drones να αποτελούν το επίκεντρο της διμερούς συνεργασίας τους.

«Η διπλωματική παρουσία της Τουρκίας στα Βαλκάνια βαίνει κλιμακωτά. Στην πρώτη βαθμίδα ενδιαφέροντος είναι Αλβανία και Βοσνία Ερζεγοβίνη, χώρες με πλειοψηφία μουσουλμανικού πληθυσμού. Στην δεύτερη βαθμίδα είναι χώρες με έντονο μουσουλμανικό στοιχείο, όπως η Βουλγαρία και τα Σκόπια», λέει στο Protagon ο καθηγητής Διεθνούς Δικαίου της Παντείου και βουλευτής της ΝΔ Αγγελος Συρίγος. Και προσθέτει ότι «στην οικονομία τα πράγματα είναι διαφορετικά. Υπάρχει έντονη παρουσία της Τουρκίας σε όλα τα βαλκανικά κράτη λόγω φθηνών προϊόντων και κατασκευαστικών εταιρειών».

Εως το 2017, όταν ο Ερντογάν ταξίδεψε για πρώτη φορά επισήμως στη Σερβία, οι δύο πλευρές βρίσκονταν σε ανοικτή αντιπαράθεση με αιτία το Κόσσοβο, καθώς η Αγκυρα στήριζε κατά κόρον το μουσουλμανικό κρατίδιο – προαιώνιο εχθρό του Βελιγραδίου. Εκτοτε οι τουρκικές επενδύσεις επί σερβικού εδάφους ξεπέρασαν τα 400 εκατομμύρια δολάρια ανά έτος, ενώ το 2022 οι εξαγωγές έφθασαν τα 2,13 δισ. δολάρια. Η Σερβία είναι σήμερα για την Αγκυρα η πλέον σημαντική αγορά από τις χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας, ενώ χιλιάδες τούρκοι τουρίστες επισκέπτονται καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου το Βελιγράδι. Οταν πρόκειται για προβολή σημαίας, ειδικά στην ευαίσθητη περιοχή των Βαλκανίων, ο Ερντογάν δεν κοιτά θρησκείες.

«Η διπλωματική και γεωπολιτική επέκταση της Τουρκίας στα Βαλκάνια εντάσσεται στο νεο-οθωμανικό δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας», υποστηρίζει ο διεθνολόγος δρ Ευάγγελος Βενέτης. «Καθώς τα Βαλκάνια είναι μια αυξανόμενα οικονομικά και πληθυσμιακά καχεκτική περιοχή, το Προσφυγικό σε συνδυασμό με το Ισλάμ αποτελούν δυνάμεις γεωπολιτικής επιρροής της Τουρκίας και άλλων ισλαμικών χωρών», προσθέτει.

Οσον αφορά την Αλβανία, τα πράγματα μπορεί να είναι λίγο διαφορετικά, η στρατηγική όμως παραμένει ίδια: επενδύσεις, στρατιωτική συνεργασία, αλλά και πολύ Ισλάμ. Πρώτος σταθμός του Ερντογάν ήταν την περασμένη Πέμπτη τα Τίρανα. Εκτός από τα drone-δώρα στον Εντι Ράμα, ο τούρκος πρόεδρος εγκαινίασε το μεγαλύτερο τζαμί των Βαλκανίων. Το «Ναμαζγκά», με τέσσερις μιναρέδες ύψους 35 μέτρων, ξεκίνησε να χτίζεται το 2015 με χρήματα της περιβόητης Diyanet, της διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων που υπάγεται απευθείας στην τουρκική προεδρία και έχει υπό την σκέπην της τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς των Βαλκανίων. Στο συγκρότημα του τζαμιού περιλαμβάνονται πολιτιστικό κέντρο, βιβλιοθήκη, χώρος εκθέσεων και «σχολείο Κορανίου».

Ο τούρκος πρόεδρος εμφανίζεται δίπλα στον Εντι Ράμα εν είδει πνευματικού πατέρα των αλβανών μουσουλμάνων. Σαν να ήταν σουλτάνος. Δεν αρκείται, όμως, εκεί. Λίγα χρόνια πριν ανέλαβε την ανέγερση περίπου 500 κατοικιών στο Λάτσι της Αλβανίας προκειμένου να εγκατασταθούν εκεί σεισμόπληκτες οικογένειες. Στη χώρα σήμερα δραστηριοποιούνται 600 τουρκικές εταιρείες, ενώ οι επενδύσεις ξεπερνούν τα 3,5 δισ. δολάρια. Ήδη από το 2018 ο Ερντογάν έλεγε στα Τίρανα: «Δεν ξέρω πόσες επενδύσεις έκανε η Ευρωπαϊκή Ένωση στη χώρα σας, οι δικές μας όμως φθάνουν 3 δισ. δολάρια». Στη δε Βοσνία, όπου βρέθηκε την ίδια χρονιά, μετά την επανεκλογή του, ο βόσνιος ομόλογός του τον προσφώνησε ως εξής: «Δεν είσαι απλώς ο πρόεδρος της Τουρκίας. Είσαι ο πρόεδρος όλων μας».

Αν ένα κράτος των Βαλκανίων θα μπορούσε να θεωρηθεί εγγύτερα στην ευρωπαϊκή ένταξη, αυτή είναι Αλβανία – αυτές τις ημέρες μάλιστα ξεκινούν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις. Προφανώς, η εγγύτητα των Τιράνων με την Αγκυρα δεν αρέσει στους Ευρωπαίους, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι εκτός από τα τζαμιά, η Τουρκία κατέχει τη δεύτερη μεγαλύτερη αλβανική τράπεζα, εταιρεία τηλεπικοινωνιών, υδροηλεκτρικούς σταθμούς, ενώ προσεχώς ανοίγει και πανεπιστήμιο. Αν δε η τουρκική παρουσία στην ευρύτερη περιοχή συνδυαστεί με τη βαλκανική πολιτική της Ρωσίας, αναρωτιέται κανείς τι σκέφτονται στις Βρυξέλλες, αλλά και στην Ουάσινγκτον. Το παράδειγμα της Σερβίας είναι το πλέον απογοητευτικό, καθώς εκεί συνδέονται απολύτως τα τουρκικά με τα ρωσικά συμφέροντα, την ώρα που η ηγεσία του Βελιγραδίου συνεχίζει να ισορροπεί τεχνηέντως μεταξύ Ανατολής και Δύσης.

«Η Τουρκία δεν ενδιαφέρεται να καλύψει κενά. Σε γενικές γραμμές θέλει να αυξήσει την πολιτική επιρροή και αντιστοίχως την ισχύ της. Το μικρό πληθυσμιακό και οικονομικό μέγεθος των βαλκανικών κρατών επιτρέπει τέτοιες κινήσεις. Εμφανίζεται ως ο προστάτης των μουσουλμανικών μειονοτήτων που τις θεωρεί κατάλοιπα ενός εξιδανικευμένου οθωμανικού παρελθόντος», επισημαίνει ο κ. Συρίγος. Εκτιμά δε ότι η Αγκυρα «δημιουργεί στην Αλβανία αντίβαρο στην ελληνική εξωτερική πολιτική (ακόμη και με χρηματοδότηση των Τσάμηδων). Παράλληλα οι εταιρείες της βρίσκουν οικονομική διέξοδο σε ένα γνώριμο λόγω μουσουλμανικού στοιχείου και διαφθοράς περιβάλλον».

Η αλήθεια είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση άρχισε να κόπτεται ξανά για τα Βαλκάνια μετά την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία και τη γενικότερη γεωπολιτική αναταραχή που καταγράφεται τα τελευταία χρόνια παγκοσμίως. Πλέον, η διεύρυνση προς τον Νότο έχει αποκτήσει τόση διπλωματική αξία ώστε ακόμα και οι πλέον σφοδροί πολέμιοί της να σκέφτονται ότι θα μπορούσαν να κάνουν τα στραβά μάτια στην άρνηση των βαλκανικών ηγεσιών να εφαρμόσουν έστω μέρος των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων. Η ζημιά, όμως, έχει γίνει, καθώς εκτός από τις αμφιβολίες των τοπικών ελίτ, έχει μεγεθυνθεί και η απογοήτευση των κοινωνιών έναντι των Βρυξελλών.

Στην πολύπλοκη εξίσωση εμπλέκεται και η Ελλάδα. Πρώτον, διότι η Αγκυρα δεν πρόκειται να σταματήσει την επιχείρηση ελέγχου και χειραγώγησης της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη. Μόλις λίγες ημέρες πριν, ο Ταγίπ Ερντογάν υποδέχθηκε στο Ακσαράι τους ψευδομουφτήδες Κομοτηνής και Ξάνθης, συνοδεία της αποκαλούμενης «Ανώτατης Συμβουλευτικής Επιτροπής Δυτικής Θράκης», ενώ ανώτατες διπλωματικές πηγές από την τουρκική πρωτεύουσα διαμήνυαν μέσω της Χουριέτ στην Αθήνα ότι «πρέπει να σταματήσει τις προσπάθειές της να αρνείται την εθνοτική ταυτότητα της τουρκικής μειονότητας».

Δεύτερον, διότι, ως παλαιότερο και πλέον επιδραστικό μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ στα Βαλκάνια, η Ελλάδα θα όφειλε να είναι αυτή που καθορίζει τις εξελίξεις στην περιοχή. Αντ’ αυτού, φαίνεται να τις ακολουθεί, ευρισκόμενη μάλιστα σε ευθεία αντιπαράθεση τόσο με την Αλβανία, όσο και με τη Βόρεια Μακεδονία. «Η Ελλάδα πρέπει να δείξει ότι είναι η ευρωπαϊκή χώρα που θα οδηγήσει τα δυτικά Βαλκάνια στην ΕΕ και ότι η πορεία τους περνά από την Αθήνα. Αυτό σημαίνει πολιτική αρχών ως προς τους όρους εισδοχής και διπλωματικές παρεμβάσεις για να προχωρούν οι διαδικασίες όταν σκοντάφτουν σε διάφορα γραφειοκρατικά και πολιτικά εμπόδια», υποστηρίζει ο Αγγελος Συρίγος.

Ο Ευάγγελος Βενέτης θεωρεί ότι τα δυτικά Βαλκάνια δύσκολα θα ενταχθούν στην Ευρώπη, διότι το πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό υπόστρωμά τους δεν επιτρέπει την απαραίτητη προσαρμογή. «Η Ελλάδα, ως ορθόδοξη χώρα, σε συνεργασία με τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και εν μέρει την Αλβανία πρέπει να αναλάβει ηγετική πρωτοβουλία οικονομικού, πολιτικού και κυρίως πολιτιστικού χαρακτήρα για να ανασυγκροτήσουν μια ευρωπαϊκή βαλκανική οικονομική συνομοσπονδία ως προστάδιο για μελλοντική ένταξή τους στην Ευρώπη», προσθέτει.