Απόψεις

Ενας έλληνας φίλος μου έσπασε το πόδι του στο Οσλο

Οσα μου περιέγραψε δεν προσφέρονται για εύκολες συγκρίσεις Ελλάδας - Νορβηγίας ούτε για αφορισμούς προς το ΕΣΥ και τους κατάκοπους και συχνά ηρωϊκούς λειτουργούς του. Είναι όμως συγκλονιστικά για τον τρόπο οργάνωσης ενός δημόσιου συστήματος Υγείας και προέρχονται από έναν άνθρωπο που τα έζησε από πρώτο χέρι και μου τα αφηγήθηκε με λεπτομέρειες
Αργύρης Παπαστάθης

Την Κυριακή των ευρωεκλογών, μετά τη ψήφο, επισκέφθηκα στο σπίτι του στην Αθήνα έναν φίλο μου που έσπασε το πόδι του σε επαγγελματικό ταξίδι στο Οσλο. Με υποδέχτηκε με δύο πατερίτσες που είχαν κολλημένο στο πλάι το όνομα του νοσοκομείου που τον περιέθαλψε: Oslo Universitetssykehus (καλή τύχη στην προσπάθειά σας να το προφέρετε…). Είναι το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Οσλο όπου εργάζονται 24.000 άνθρωποι. Και φυσικά είναι κρατικό.

Ο φίλος μου, που είναι άνω των 60 ετών, ταξίδεψε μόνος του στην πρωτεύουσα της Νορβηγίας για να εκπροσωπήσει την εταιρεία στην οποία εργάζεται σε μια σειρά από ραντεβού. Το βράδυ προ των συναντήσεων, λίγο μετά τα μεσάνυχτα, γλίστρησε στο μπάνιο και έσπασε το πόδι του. Βρέθηκε στο πάτωμα. Σύρθηκε ως το κομοδίνο και έπιασε το κινητό του. Τηλεφώνησε στην Αθήνα, οι δικοί του άνθρωποι ειδοποίησαν το ξενοδοχείο, ένας εργαζόμενος άνοιξε την πόρτα και κάλεσε το ασθενοφόρο.

Βρέθηκαν μετά από λίγο κοντά του δύο διασώστριες του «ΕΚΑΒ» της Νορβηγίας. Η Κριστίνα και η Μαρία. Προφανώς και θυμάται τα ονόματά τους. Του είπαν να μην ανησυχεί και καθώς τον είδαν ταραγμένο του έκαναν αμέσως καρδιογράφημα. Σύντομα, ο φίλος μου βρέθηκε σε ένα «ασθενοφόρο, κινητό χειρουργείο» όπως μου το περιέγραψε. Παρότι πονούσε πολύ, έπιασε στα αγγλικά την κουβέντα με τη Μαρία που βρισκόταν δίπλα του (η Κριστίνα οδηγούσε).

«Το ασθενοφόρο με εντυπωσιάζει», της λέει.

«Είναι πολύ παλιό, δεν είναι από τα καινούργια», απάντησε εκείνη.

Πρώτη στάση το 24ωρο κέντρο εκτάκτων περιστατικών. «Είναι σπασμένο το πόδι σας» του είπε αμέσως ο γιατρός. Φάρμακα για τον πόνο, ακτινογραφίες και ξανά στο ασθενοφόρο. Η Κριστίνα και η Μαρία τον περίμεναν για να τον μεταφέρουν πολύ γρήγορα στο Oslo Universitetssykehus, στην ορθοπεδική κλινική.

Αυτό προβλέπει το πρωτόκολλο: αν δεν χρειάζεται να παραμείνεις άλλο στο γιγάντιο κτίριο των επειγόντων (σαν κανονικό νοσοκομείο), το ίδιο πλήρωμα ασθενοφόρου, που ξέρει το περιστατικό, περιμένει τον ασθενή και τον οδηγεί μέχρι το κρεβάτι του νοσοκομείου που θα τον περιθάλψει.

Η Κριστίνα και η Μαρία τον χαιρέτισαν και έφυγαν, αφήνοντάς τον σε ένα δίκλινο δωμάτιο. Τα πλαστικά χωρίσματα δημιουργούσαν μια αίσθηση ιδιωτικότητας. Ο γιατρός που τον είδε μέσα στη νύχτα, περίπου στις 3 τα ξημερώματα, τον διαβεβαίωσε ότι όλα θα πάνε καλά, ότι το πρόβλημα στο πόδι του ήταν μεν κάπως δύσκολο, αλλά θα αντιμετωπιστεί. Λεπτομέρεια: ο γιατρός είχε ήδη διαβάσει τις ακτινογραφίες που είχαν σταλεί σε εκείνον ηλεκτρονικά (από το 24ωρο κέντρο των επειγόντων) πριν φτάσει ο φίλος μου με το ασθενοφόρο.

Ενας άλλος εργαζόμενος του νοσοκομείου του ζήτησε το διαβατήριο για να συμπληρώσει το εισιτήριο και τον διαβεβαίωσε ότι ως ευρωπαίος πολίτης δεν θα χρειαστεί να πληρώσει τίποτα. «Ξέρετε, είμαστε κρατικό νοσοκομείο, δεν έχουμε μονόκλινα δωμάτια», του είπε κάπως απολογητικά. Επίσης, τον πληροφόρησε ότι το νοσοκομείο διαθέτει και δωμάτια ξενοδοχείου για τους συγγενείς των ασθενών, φυσικά δωρεάν. Δύο συγγενείς του φίλου μου έφτασαν αλαφιασμένοι την επομένη το πρωί, αλλά έμειναν τελικά στο δωμάτιο που είχε αφήσει εκείνος όταν χτύπησε.

Την πρώτη νύχτα έγιναν αιματολογικές εξετάσεις, του πήραν το ιατρικό ιστορικό του και τον πληροφόρησαν ότι το χειρουργείο θα γινόταν το μεθεπόμενο πρωί γιατί είχαν πολλά επείγοντα περιστατικά. Ακουγε και ο ίδιος ελικόπτερα στο βάθος και υπέθεσε ότι μετέφεραν περιστατικά από άλλες περιοχές της Νορβηγίας.

«Ο κάθε ασθενής που μπαίνει σε ένα κρατικό νορβηγικό νοσοκομείο είναι ένας VIP» μου λέει στην κουβέντα που κάνουμε. Και περιγράφει το σοκ που υπέστη το επόμενο πρωί όταν του έφεραν ένα μενού και τον πληροφόρησαν ότι μπορεί πατώντας ένα κουμπί να παραγγείλει ό,τι θέλει (ως ορθοπεδικός ασθενής δεν είχε διατροφικούς περιορισμούς).

Παρακάτω, δύο σελίδες από το μενού (για ευνόητους λόγους έχουν σβηστεί τα τηλέφωνα):

Το πρωί που έγινε η επέμβαση, η χειρουργός που τον ανέλαβε του λέει:

«Πρέπει να σας ενημερώσω για το τι θα κάνουμε»

«Δεν θέλω να μου πείτε τίποτα» 

«Είμαι υποχρεωμένη να σας τα πω», επέμεινε εκείνη και τον διαβεβαίωσε ότι βρισκόταν σε καλά χέρια.

Την επόμενη μέρα, μετά την επέμβαση που κράτησε πολλές ώρες και πήγε καλά, ο ασθενής και η χειρουργός έπιασαν ξανά την κουβέντα:

«Πώς βρίσκετε τη διαφορά ανάμεσα στα νοσοκομεία της Νορβηγίας και της Ελλάδας;», ρώτησε η γιατρός.

«Τα νοσοκομεία στην Ελλάδα είναι πάρα πολύ καλά, απλά το ξενοδοχειακό κομμάτι…» απάντησε ο φίλος μου και της αφηγήθηκε τη θετική του εμπειρία από το Νοσοκομείο Λιβαδειάς που τον περιέθαλψε μετά από ένα παλαιότερο ατύχημα.

Για την εμπειρία του στο Oslo Universitetssykehus μου είπε ότι τον βοηθούσαν να κάνει μπάνιο δύο φορές την ημέρα σηκώνοντάς τον στα χέρια και ότι άρχισε αμέσως φυσικοθεραπεία πρωί και απόγευμα. Εννοείται ότι το κανόνισε το ίδιο το νοσοκομείο. Θυμάται ακόμη πως οι νοσηλευτές και οι νοσηλεύτριες άλλαζαν βάρδια κάθε έξι ώρες και ότι για έξι δίκλινα δωμάτια υπήρχαν πάντοτε στη βάρδια πέντε νοσηλευτές.

Οταν τελείωσε η νοσηλεία του και ήταν έτοιμος να βγει με τις πατερίτσες και τα φάρμακα που του έδωσαν, ο φίλος μου προσπάθησε με τρόπο να ρωτήσει τη χειρουργό του αν οφείλει κάτι —«για όνομα του Θεού, εδώ είναι κρατικό νοσοκομείο» ήταν η απάντηση. Στη συνέχεια, ρώτησε αν εκτός από δύο κουτιά με γλυκά μπορούσε να αφήσει κάτι στους νοσηλευτές και τις νοσηλεύτριες που τον φρόντισαν. «Αν θέλετε βεβαίως, αλλά να ξέρετε ότι θα απολυθούν αμέσως» ήταν η απάντηση.

«Συγγνώμη που αν και δεν είμαι Νορβηγός σας δημιούργησα όλη αυτή την αναστάτωση» είπε ο φίλος μου αποχαιρετώντας τη γιατρό που έκανε την επέμβαση.

«Αλίμονο, 25.000 Νορβηγοί πηγαίνουν στην Ελλάδα κάθε χρόνο και χιλιάδες χρειάζονται κάποια στιγμή τα ελληνικά νοσοκομεία (από μια ηλίαση, ένα τσίμπημα μέλισσας, μέχρι σοβαρά ατυχήματα). Το να περιποιηθούμε δύο Ελληνες τον χρόνο δεν είναι κάτι για εμάς» απάντησε εκείνη. «Αλλωστε σας έχουμε και κάποια υποχρέωση: μην ξεχνάτε πως όταν τελειώνουμε τις σπουδές μας δίνουμε τον όρκο του Ιπποκράτη».

Οσα μου περιέγραψε ο φίλος μου δεν προσφέρονται για εύκολες συγκρίσεις Ελλάδας – Νορβηγίας ούτε βέβαια για αφορισμούς προς το ΕΣΥ και τους κατάκοπους και συχνά ηρωϊκούς λειτουργούς του. Το Oslo Universitetssykehus είναι το μεγαλύτερο νοσοκομείο της Ευρώπης βάσει του αριθμού των εργαζομένων, ενώ σύμφωνα με το Euronews το σύστημα υγείας της Νορβηγίας αξιολογήθηκε το 2021 ως το καλύτερο στον κόσμο. Μιλάμε επίσης για μια πετρελαιοπαραγωγό χώρα μόλις 5,5 εκατ. κατοίκων με κατά κεφαλή ΑΕΠ πενταπλάσιο από αυτό της Ελλάδας.

Επομένως, κάθε σύγκριση θα ήταν άδικη για το δικό μας Εθνικό Σύστημα Υγείας, με τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει (ειδικά μετά τα μνημόνια) και στο οποίο ένας ή δύο νοσηλευτές μπορεί να φροντίζουν τη νύχτα πολλές δεκάδες ασθενών. Ειδικά όλοι όσοι ανήκουν στα χαμηλά και μεσαία στρώματα έχουν εικόνα, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο: και για τις θετικές και για τις αρνητικές του όψεις.

Κλείνοντας, υπάρχει ωστόσο μια σημαντική διαφορά Ελλάδας-Νορβηγίας σε επίπεδο αντίληψης και προτεραιοτήτων της πολιτικής τάξης στο σύνολό της. Οταν πριν από κάποια χρόνια βρέθηκε ένας δικός μου άνθρωπος σε ένα από τα μεγάλα δημόσια νοσοκομεία της Αθήνας, η εικόνα αποδιοργάνωσης ήταν παραπάνω από εμφανής. Δεν υπήρχαν καν μαξιλάρια και στη θέση τους βάζαμε διπλωμένες μάλλινες κουβέρτες. Ενώ τις νύχτες μια νοσηλεύτρια μόνη πάλευε να φροντίσει δεκάδες ανθρώπους.

Ρώτησα γιατί είναι έτσι τα πράγματα. Γιατί όντως: δεν ήταν παντού έτσι —ο άνθρωπός μου μπαινόβγαινε τότε στα νοσοκομεία και αλλού φαινόταν η διαφορά. Μου είπαν ότι ο διοικητής δεν κάνει καλά τη δουλειά του. Γκουγκλάρισα και είδα το όνομα και τη φωτογραφία του πριν από λίγο καιρό: κατέβαινε υποψήφιος περιφερειακός σύμβουλος με έναν από τους γνωστούς μεγαλοπαράγοντες που υπηρέτησαν στο παρελθόν την τοπική μας αυτοδιοίκηση. Δυστυχώς ο εν λόγω δεν εξελέγη περιφερειακός σύμβουλος και πιθανόν ο μεγαλοπαράγοντας του βρήκε μια δουλίτσα: διοικητής σε νοσοκομείο.

(Επρεπε να περάσουν πενήντα χρόνια Μεταπολίτευσης για να ανακοινωθεί η αλλαγή στον τρόπο επιλογής των διοικητών των νοσοκομείων. Εστω και τώρα, είναι θετικό, αλλά θα κριθεί στην πράξη και μόνο εκεί.)

Εδώ, λοιπόν, μπορεί να γίνει μια σύγκριση, καθώς δεν μιλάμε για την επάρκεια των μέσων και τις οικονομικές προϋποθέσεις. Μιλάμε για την προσέγγιση. Είναι βέβαιο ότι πολλοί διοικητές που έχουν υπηρετήσει στα ελληνικά νοσοκομεία, όπως ο εν λόγω «κλαρινογαμπρός», δεν θα μπορούσαν ποτέ να προσληφθούν από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Οσλο, όπου εργάζονται σήμερα 24.000 άνθρωποι. Ούτε για τους καφέδες στο κυλικείο. Γιατί και αυτή είναι μια σοβαρή και υπεύθυνη δουλειά.