– Να δώσουμε τη θάλασσα γύρω απ’ το Καστελόριζο;
– Οχι βέβαια, είναι ελληνικό νησί με υφαλοκρηπίδα.
– Τότε να πάτε διακοπές στο Καστελόριζο, για να ενισχύσετε τους εκεί έλληνες ακρίτες;
– Ε, πού να τρέχουμε τώρα. Είναι μακριά και θέλει δυο αεροπλάνα.
– Μα αν είναι μακριά για εσάς και τη διασκέδασή σας, δεν είναι μακριά για τον ελληνικό στόλο και τα αεροπλάνα μας;
– Αλλο αυτό, εκείνοι πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους.
– Αρα δεν πρόκειται για πατριωτισμό, αλλά για δουλειά.
– Πατριωτισμό νιώθουμε όλοι, αλλά τη δουλειά θα την κάνουν εκείνοι που πληρώνονται για αυτήν και την ξέρουν, πώς αλλιώς θα γίνει;
– Μπορεί όμως να κληθείς κι εσύ στα όπλα ή το παιδί σου.
– Αν κληθώ εγώ ή το παιδί μου, θα πάμε. Αλλά μέχρι να ντυθούμε στο χακί, θα ’χει λήξει το θερμό επεισόδιο.
– Κι αν κρατήσει πιο πολύ; Κι αν πάμε σε γενικευμένο πόλεμο;
– Ε, τι διάολο, πόσο γενικευμένο; Μια βδομάδα; Μετά θα επέμβουν οι ξένοι, δεν μπορεί.
– Οπότε, ούτε η βδομάδα είναι αρκετή για να βρεθεί ο γιος σου στο μέτωπο.
– Ξέρω ’γώ, μάλλον.
– Αρα, μιλάς εκ του ασφαλούς.
– Μην το βλέπεις έτσι, οι αντικειμενικές συνθήκες είναι αυτές.
– Ενας πόλεμος όμως θα κοστίσει.
– Το ξέρω.
– Κι αφού θα κοστίσει, πόσα είσαι διατεθειμένος να δώσεις;
– Τι να δώσω; Αφού δεν έχω.
– Πώς δεν έχεις; Να δώσεις έναν μισθό σου.
– Και τι θα τρώω εκείνον τον μήνα;
– Ναι, αλλά εσύ θα πεινάσεις έναν μήνα, ο άλλος θα δώσει τη ζωή του.
– Ναι, δεν λέω, αλλά γιατί με βάζεις σε αυτό το δίλημμα; Τα όπλα και τα πυρομαχικά αυτά, θα πρεπε να τα έχουμε ήδη. Τόσα δισεκατομμύρια ξοδέψαμε τα προηγούμενα χρόνια. Εγώ τα πλήρωσα.
– Θα ’πρεπε, αλλά τώρα είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε πόλεμο με αυτά που έχουμε κι αυτά δεν φτάνουν.
– Κι εγώ τι φταίω; Πάλι εγώ θα την πληρώσω δηλαδή; Βαρέθηκα.
– Να μην πάρει τα αναδρομικά ο παππούς, να πάνε σε όπλα.
– Γιατί; Δεν τα δούλεψε ο παππούς; Και πώς θα ζήσει ο γιος μου αν δεν δοθούν τα αναδρομικά; Από τη σύνταξη του γέρου συντηρείται ο εγγονός.
– Ναι, αλλά από έναν κρατικό κορβανά βγαίνουν όλα τα λεφτά. Δεν υπάρχει χρήμα και για όπλα και για αναδρομικά.
– Πάλι το ίδιο παραμύθι; Μια ζωή εμείς θα πληρώνουμε; Αν πρέπει να πάρουν λεφτά, ας τα πάρουν απ’ τους πλούσιους.
– Δηλαδή, οι πλούσιοι να πληρώσουν, οι επαγγελματίες να πολεμήσουν, αλλά ο πατριώτης θα είσαι εσύ.
– Μη διαστρέφεις τα λόγια μου. Ο καθένας θα προσφέρει όπως και όσο μπορεί.
– Απλώς εσύ δεν μπορείς.
– Ας δώσουν πρώτα οι έχοντες και μετά θα δω κι εγώ.
– Κι αν ο Πρωθυπουργός αποφασίσει να κάτσει σε τραπέζι διαπραγματεύσεων με την Τουρκία;
– Εχει μπέσα ο Τούρκος να μιλήσεις μαζί του; Και για ποιο πράγμα; Εφ’ όλης της ύλης;
– Πάντως, όχι μόνο για την οριοθέτηση που ζητάμε εμείς, οι Τούρκοι δεν θα κάτσουν μόνο για αυτό σε τραπέζι.
– Δεν το δέχομαι, θα είναι προδοσία.
– Κι αν με βάση τα στοιχεία που έχει στα χέρια του ο Πρωθυπουργός, ηττηθούμε σε θερμό επεισόδιο ή σε πόλεμο;
– Ούτε αυτό το δέχομαι. Γιατί να ηττηθούμε;
– Διότι οι Τούρκοι είναι περισσότεροι, ισχυρότεροι και δεν τους κοστίζει η ανθρώπινη ζωή;
– Μπούρδες, χέστες είναι οι Τούρκοι. Δεν πολέμησαν ποτέ οι ίδιοι, βάζουν άλλους να πολεμάνε για πάρτη τους.
– Ενώ οι δικοί μας είναι εμπειροπόλεμοι…
– Οχι, αλλά η ελληνική ψυχή και ναυτοσύνη θα νικήσουν.
– Ε, αν είναι να νικήσουμε έτσι κι αλλιώς λόγω DNA, να επιδιώξουμε εμείς το θερμό επεισόδιο.
– Οχι, βέβαια, αλλά δεν θα κωλώσουμε κιόλας.
– Μα ήδη το «Oruc Reis» σουλατσάρει στην ελληνική υφαλοκρηπίδα και κάνουμε τα κορόιδα. Δεν το χτυπήσαμε, διπλωματικά κινούμαστε.
– Κακώς, κατά τη γνώμη μου, αλλά, τέλος πάντων, χρειάζεται και η διπλωματία. Δεν μπορεί όμως να τραβήξει πολύ αυτό.
– Θα έπρεπε δηλαδή να τους έχουμε ήδη καθαρίσει;
– Ετσι κι αλλιώς, θα γίνει κάποια στιγμή. Πόσο θα κρατήσει δηλαδή αυτό το παιχνίδι;
– Αν δεν μας συμφέρει η σύγκρουση, μήνες και χρόνια.
– Μήνες και χρόνια αυτή η οικονομική αιμορραγία και αυτό το καθημερινό σπάσιμο νεύρων; Ε όχι.
– Οπότε να δώσουμε τη θάλασσα του Καστελόριζου και να ξεμπλέξουμε;
– Οχι, είπαμε, θα είναι προδοσία.