Δεν έχουμε μόνο εμείς ιστορικό αφήγημα, έχουν και οι Τούρκοι. Κι αν εμείς θεωρούμε την εκδοχή μας στέρεα και αυταπόδεικτη (διότι μεγαλώσαμε μαζί της) με την δική τους να φαντάζει αυτόχρημα γελοία, καλά θα κάνουμε να αντιληφθούμε ότι υπάρχουν παγκόσμιοι παίχτες που με το ζόρι καταφέρνουν να δείξουν σε ποιο σημείο του χάρτη βρίσκονται οι δύο αυτές χώρες που «τσακώνονται». Πόσο μάλλον να εντρυφήσουν και να πάρουν (δίκαιη) θέση πάνω στα εξειδικευμένα προβλήματα που παρουσιάζει μια στενή θάλασσα γεμάτη ιστορικά φαντάσματα που δεν ησυχάζουν ποτέ.
Το τελευταίο διάστημα, με το αμόκ που έχει πιάσει την ερντογανική πολιτική τάξη, ακούμε από διάφορους επισήμους να λένε κάτι αλλόκοτα πράγματα που μας αφήνουν εμβρόντητους. Για παράδειγμα, η φράση του ίδιου του Ερντογάν προς ακροατήριο Τούρκων δικαστών «βάζουν μπροστά μας ένα κράτος που, σε όλη την ιστορία του, κρύβεται πίσω από άλλες χώρες , και προσπαθούν να φτάσουν στους δικούς τους κρυφούς στόχους. Κι αυτό είναι μεγάλη αδικία». Το ακούμε και μένουμε κατάπληκτοι. Κρυφτήκαμε ποτέ εμείς οι Ελληνες πίσω από άλλους; Είναι δυνατόν να το λέει αυτό και να μην κοκκινίζει;
Κι όμως, αυτή είναι η μόνιμη τουρκική επωδός όχι μόνο της εξωτερικής τους πολιτικής, αλλά της ίδιας της ιστορικής παιδείας που δίνεται μέσα από το εκπαιδευτικό τους σύστημα. Κατ’ αρχήν, για τους Τούρκους η Ελλάδα αρχίζει να υφίσταται το 1828-30. Οταν λοιπόν εμείς μιλούμε για του 300 του Λεωνίδα ή για τον Μέγα Αλέξανδρο ή για την χιλιόχρονη βυζαντινή αυτοκρατορία, οι Τούρκοι σμίγουν τα φρύδια. «Τι δουλειά έχει η σημερινή Ελλάδα με κείνους τους αρχαίους;» αναρωτιούνται με ειλικρίνεια. Η Τουρκία δεν αναγνωρίζει καμιά ιστορική συνέχεια των Ελλήνων από την αρχαιότητα, συνεπώς ούτε και κανένα δικαίωμα τους που απορρέει απ’ αυτή την συνέχεια. Για αυτούς, η Ελλάδα ξεπήδησε εκ του μηδενός από τα εδάφη της αυτοκρατορίας τους και έκτοτε άρχισε να υπάρχει.
Πώς ξεπήδησε; Οχι ως αγώνας υπόδουλων Ελλήνων με εθνική συνείδηση που πέτυχαν την ανεξαρτησία τους από τον οθωμανικό ζυγό, αλλά ως προεόρτιο της λύσης του περίφημου Ανατολικού Ζητήματος που μαγείρεψαν οι τότε Μεγάλες Δυνάμεις. Για τους Τούρκους, η επανάσταση του ’21 ήταν μια ασήμαντη ανταρσία αυτοχθόνων εντός της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, σαν εκατοντάδες άλλες που ξεσπούσαν εδώ κι εκεί στα αχανή εδάφη τους, οι οποίες αργά ή γρήγορα καταστέλλονταν. Γιατί όμως αυτή η συγκεκριμένη «ανταρσία» είχε άλλη τύχη και κατέληξε στην δημιουργία κράτους; Διότι επενέβησαν οι Μεγάλες Δυνάμεις στο Ναυαρίνο και επέβαλαν δια των κανονιοφόρων τους τη δημιουργία ενός κρατιδίου στα νότια βαλκάνια, που θα ήταν η γέφυρα και το υπομόχλιο τους τους για τον μελλοντικό διαμοιρασμό της παρακμάζουσας αυτοκρατορίας τους.
Οι Τούρκοι είχαν πάντα την πεποίθηση ότι η Ελλάδα ήταν ένα μικρό και αδύναμο κρατίδιο που κατασκευάστηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις και συντηρείται επί δύο αιώνες ως βραχίονας της δυτικής πολιτικής εναντίον τους. Η θεωρία του «χαϊδεμένου παιδιού της Δύσης» που ακούμε τακτικά από τους Τούρκους (κι απ’ τον ίδιο τον Ταγίπ), είναι ο πυρήνας του τρόπου που βλέπουν την Ελλάδα. Κατά την γνώμη τους, δίχως τους δυτικούς, οι Έλληνες θα ήταν ένα τίποτα, μια χαψιά για την Τουρκία αν το αποφάσιζε. Όμως υπάρχουν ως κράτος και συντηρούνται και πλουτίζουν και επεκτείνονται, ως μισθοφορικός βρόγχος των δυτικών στον λαιμό της Τουρκίας. Δείτε την χρονική σειρά που έχουν στο μυαλό τους.
Κατά την τουρκική οπτική, οι δυτικοί έδιωξαν στρατιωτικά τις οθωμανικές δυνάμεις τους από τον ελληνικό χώρο (Ναυαρίνο 1827), επέβαλαν στην Τουρκία της αποδοχή ελληνικού κράτους ενώ αυτή ήταν σε πόλεμο με την Ρωσία (πρωτόκολλα Λονδίνου 1828-30), έδωσαν στην Ελλάδα την Θεσσαλία και μέρος της Ηπείρου δίχως αυτή να ρίξει ντουφεκιά (συμφωνία Κωνσταντινούπολης 1881) και επενέβησαν για να σταματήσει η τουρκική προέλαση προς την Αθήνα στον ατυχή πόλεμο (1897). Έναν χρόνο νωρίτερα (1896) είχαν επιβάλει πάλι με τις κανονιοφόρους τους την ημιαυτονομία της Κρήτης, για να την δώσουν στην Ελλάδα μετά από μια δεκαπενταετία. Μ’ αυτό τον τρόπο και με συνεχή δάνεια που δεν θα ξεπληρώνονταν ποτέ, συντήρησαν επί τούτου ένα θνησιγενές και χρεωκοπημένο κρατίδιο για έναν ολόκληρο αιώνα.
Κι όταν ανέτειλε ο εικοστός αιώνας και το Ανατολικό Ζήτημα μπήκε στην σφαίρα της οριστικής του επίλυσης, πάντα κατά την τουρκική οπτική, πάλι οι δυτικοί μας έβαλαν στο παιχνίδι, ενεργητικά αυτή τη φορά. Μας πούλησαν το θωρηκτό Αβέρωφ (1909) εξασφαλίζοντας ελληνική υπεροπλία στο Αιγαίο, παρά το γεγονός ότι η Τουρκία που το ήθελε πρόσφερε στους Ιταλούς πολύ περισσότερα χρήματα για την αγορά του. Στους βαλκανικούς πολέμους εξοπλιστήκαμε υπέρ του δέοντος απ’ τους Άγγλους και επεκταθήκαμε διότι η Τουρκία έκανε πολυμέτωπο πόλεμο. Η απόβαση των ελληνικών δυνάμεων στην Σμύρνη (1919) ήταν μια καθαρή κατοχή τουρκικών εδαφών από τους δυτικούς μέσω των ελληνικών όπλων. Το αποσόβησαν βέβαια, αλλά η περικύκλωση τους συνεχίστηκε ακάθεκτη. Είχαμε πάρει όλα τα νησιά του Αιγαίου (1912-13), το 1945 πήραμε απ’ τους δυτικούς τα Δωδεκάνησα, προσπαθήσαμε να ενσωματώσουμε την Κύπρο με Ένωση (κι αυτό το αποσόβησαν το 1974), βάλαμε με το ζόρι την ελεύθερη Κύπρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τους απειλούμε διαρκώς να τους αποκλείσουμε απ’ το Αιγαίο με τα 12 μίλια, ενώ τώρα τελευταία απλώσαμε και αγωγούς γύρω-γύρω τους για να απομυζήσουμε τους πόρους της περιοχής δίχως αυτοί να έχουν λόγο και μερίδιο.
Έτσι βλέπουν την διαχρονική ελληνική απειλή οι Τούρκοι. Αυτό που συμβαίνει σήμερα με τους Γάλλους, τους Αμερικανούς, τους Γερμανούς, την Ευρωπαϊκή Ένωση να βρίσκονται στο πλευρό της Ελλάδας (ή έστω σε ευμενή φιλοελληνική ουδετερότητα), για τους Τούρκους είναι η εκατοστή επανάληψη του ίδιου ιστορικού σεναρίου. Ο θρασύς μπόμπιρας της περιοχής μαζί με το ακόμα μικρότερο αδερφάκι του, την Κύπρο, πάνε να βγάλουν τον έντιμο και νόμιμο ιδιοκτήτη από την αυλή του με τσαμπουκάδες που στηρίζονται σε δυτικές πλάτες.
Φυσικά το τουρκικό ιστορικό σύμπαν δεν πολυστέκει στα πόδια του. Αλλά αυτό αποδεικνύεται όταν υποστηρίζεται μπροστά σε έναν Έλληνα που έχει δέκα απαντήσεις σε κάθε ιστορική τους ανακρίβεια ή υπερβολή. Όταν διατυπώνεται μπροστά σε έναν Αμερικανό, έναν Ρώσο, έναν Άραβα ή ακόμα και σε έναν αδιάφορο Ευρωπαίο; Πόσο θέλει αυτός να το υιοθετήσει ή έστω να δει την άποψη τους ισότιμα με όσα ακούει να υποστηρίζουν οι Ελληνες; Καμιά φορά διαμαρτυρόμαστε διότι στις σύγχρονες διεθνείς σχέσεις κυριαρχούν τα συμφέροντα και όχι οι ηθικές αρχές ή οι ιστορικές αξίες. Αλλά κι αυτό να συνέβαινε, πάλι δεν θα ήμασταν αυτόχρημα δικαιωμένοι, ότι δυστυχώς δεν υπάρχει μόνο μια Ιστορία, υπάρχουν πολλές.