| INTIMENEWS/CreativeProtagon
Απόψεις

Εκλογές ΠΑΣΟΚ: Νίκησε ο Μητσοτάκης;

«Οι ευκαιρίες δεν είναι άπειρες». Ο χρησμός Σημίτη επιβεβαιώθηκε πικρά, για περίπου 800 ψήφους. Η προσδοκία ανάκαμψης της Κεντροαριστεράς μπαίνει και πάλι στο ράφι καθώς το ΠΑΣΟΚ οδεύει στο μια από τα ίδια. Η πρώτη ανάγνωση είναι ότι αυτό ευνοεί τον Πρωθυπουργό που παραμένει χωρίς αντίπαλο. Η δεύτερη είναι πιο σύνθετη και όχι τόσο ευνοϊκή
Αλέκος Παπαναστασίου

Τα φώτα έπεσαν στο ΠΑΣΟΚ, οι δημοσκοπήσεις εξέφρασαν την προσδοκία (βοήθησε και η κατάσταση στον ΣΥΡΙΖΑ), η συγκυρία έμοιαζε ευνοϊκή. Και… έγινε η στραβή. Η παράσταση κατέβηκε πριν καν ανέβει. Οι υποψήφιοι που εξέφραζαν τα πιο δυναμικά στρώματα της κοινωνίας (Παύλος Γερουλάνος και Αννα Διαμαντοπούλου) βρέθηκαν με ποσοστό 40,64% (αθροιστικά) εκτός β’ γύρου.

Αν είχαν συνεννοηθεί μεταξύ τους, ένας από τους δύο θα κέρδιζε και είναι βέβαιο ότι θα άλλαζε τα πράγματα σε ό,τι αφορά την δυναμική του κόμματος. Ακόμη κι έτσι, ο Παύλος Γερουλάνος έφτασε 800 ψήφους μακριά από την ανατροπή. Ενα «αχ» που μάλλον στρίβει περισσότερο το μαχαίρι σε όσους ήλπισαν σε κάτι νέο, στη σιωπηλή πλειοψηφία, που ήταν όντως πλειοψηφία, αλλά βρέθηκε με 40,64% εκτός β’ γύρου γιατί ήταν χωρισμένη στα δύο.

Τέλος, λοιπόν. Η προσδοκία μπαίνει ξανά στο ράφι. Οι δημοσκοπήσεις δίνουν σαφές προβάδισμα στον κ. Ανδρουλάκη και ήδη από το βράδυ της Κυριακής προεξοφλείται ότι η εξέλιξη της κάλπης στο ΠΑΣΟΚ είναι ένα «δώρο» στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ας δούμε πού βασίζεται αυτή η οπτική:

—Ο κ. Ανδρουλάκης νίκησε και πιθανότατα θα νικήσει και την προσεχή Κυριακή αλλά είναι επί της ουσίας αποδυναμωμένος. Το 2021, στον α’ γύρο των εσωκομματικών, έλαβε ποσοστό 36,88% και 99.120 ψήφους επί 270.706 ψηφισάντων.  Την Κυριακή, παρότι όσοι ψήφισαν αυξήθηκαν κατά 32.517 άτομα (φτάνοντας τις 303.223), ο νυν πρόεδρος έλαβε 29,64% και 89.288 ψήφους, χάνοντας 7,24% (και 9.832 ψήφους) σε σύγκριση με το 2021.

Οσες φορές ο Κυριάκος Μητσοτάκης δοκίμασε τα αντανακλαστικά του προέδρου του ΠΑΣΟΚ σε εκσυγχρονιστικές/προοδευτικές μεταρρυθμίσεις —μη κρατικά πανεπιστήμια, γάμος ομοφύλων, επιστολική ψήφος— ο κ. Ανδρουλάκης πέρασε μεγαλοπρεπώς κάτω από τον πήχη. Για τον γάμο το ΠΑΣΟΚ είχε μεγαλύτερες ποσοστιαίες απώλειες ψήφων (από βουλευτές του) σε σύγκριση με τη ΝΔ, ενώ για τα μη κρατικά πανεπιστήμια και την επιστολική ψήφο, ο κ. Ανδρουλάκης έκλεισε το μάτι στον ΣΥΡΙΖΑ του κ. Κασσελάκη —από τον οποίο όμως ηττήθηκε καθαρά στις ευρωεκλογές.

Βεβαίως, υπάρχει και μια άλλη όψη. Αν νικήσει την Κυριακή ο κ. Ανδρουλάκης είναι πολύ πιθανό να θεωρήσει ότι δικαιώνεται (ήδη διαφάνηκε αυτή η τάση) κι έτσι, αντί να ανοίξει το κόμμα, να παραμείνει στην ερμητική προσέγγιση, ιδίως τώρα που θα έχει πραγματικούς αντιπάλους να φοβάται. Το πακέτο αυτό είναι βέβαιο ότι δεν απειλεί τον κ. Μητσοτάκη, το ερώτημα είναι αν τον ευνοεί (θα επανέλθουμε).

—Ο κ. Δούκας απώλεσε σε ένα βράδυ τη βασική του λάμψη, το γεγονός ότι κέρδισε τον Κώστα Μπακογιάννη στον Δήμο της Αθήνας με την επίσημη στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ στον β’ γύρο των εκλογών. Δήλωσε ότι το 70% θέλει αλλαγή προέδρου στο ΠΑΣΟΚ, ωστόσο με την ίδια τραβηγμένη και λαϊκιστική προσέγγιση, το 82% θέλει αλλαγή και στον Δήμο της Αθήνας όπου ήρθε τέταρτος με 18% (και χωρίς να ψηφίζουν Νεοδημοκράτες).

Το άνοιγμα στον ΣΥΡΙΖΑ και στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά δεν έφερε ποτάμι ψηφοφόρων από αυτούς τους χώρους στις κάλπες του ΠΑΣΟΚ (ούτε καν ρυάκι) και τώρα μοιάζει να είναι αργά για να προσεγγίσει το 40,64% των Γερουλάνου-Διαμαντοπούλου.

Παρότι στην πρώτη του εμφάνιση σε πανελλαδικό κοινό, στο debate με τον κ. Μπακογιάννη, διατηρούσε πέρα από το φλερτ προς τον ΣΥΡΙΖΑ (Εξάρχεια, Λόφος Στρέφη κλπ.) και το προφίλ του τεχνοκράτη-καθηγητή, στη συνέχεια το πράγμα έγειρε επικίνδυνα. Η υποψηφιότητα για την αρχηγία του ΠΑΣΟΚ, χωρίς να έχει παράξει έργο στην Αθήνα, ξένισε πολλούς, ενώ λίγες ημέρες πριν την εσωκομματική κάλπη έφτασε να βραβεύσει ακόμη και τον ελληνικό λαό.

Κοντολογίς, η σιωπηλή πλειοψηφία που θα μπορούσε να φέρει την αλλαγή στο ΠΑΣΟΚ, και με 40,64% έμεινε εκτός β’ γύρου. Με δεδομένο το δίπολο Ανδρουλάκη-Δούκα, μοιάζει να αποσύρει ξανά το ενδιαφέρον της για τις εξελίξεις. Η ευκαιρία επέστρεψε στο ράφι και είναι λογική η σκέψη ότι θα μπορούσε να δημιουργήσει πρόβλημα στον κ. Μητσοτάκη.

Είναι τελικά no brainer (δεν θέλει και πολύ μυαλό) ότι «κέρδισε» ο κ. Μητσοτάκης από τη χαμένη ευκαιρία του ΠΑΣΟΚ; Εδώ υπάρχει και μια κόντρα ανάγνωση:

♦ Η θεωρία ότι η νίκη του κ. Ανδρουλάκη είναι προς όφελος του Πρωθυπουργού έχει κάποιες «τρύπες». Το ΠΑΣΟΚ πιθανότατα θα παραμείνει ακίνδυνο ακολουθώντας την ερμητική προσέγγιση του αρχηγού του (εφόσον τώρα θα αισθάνεται ότι δικαιώθηκε και από την κάλπη), αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν θα ενισχυθεί μια άλλη, επικίνδυνη για τη ΝΔ και τη χώρα αντιπολίτευση. Αυτή που ήδη διεκδικεί ήδη ένα 20% στα δεξιά της ΝΔ και ενισχύεται από τη στάση των Καραμανλή-Σαμαρά και των βουλευτών της ΝΔ που σχηματίζουν επιμέρους αντάρτικα.

♦ Η θεωρία της επανάληψης, ότι ο κ. Δούκας ως «νέος Τσίπρας» θα συσπείρωνε το μέτωπο της λογικής στη ΝΔ, αποδυναμώθηκε από τις εξελίξεις. Ο κ. Δούκας έχει μικρές πιθανότητες νίκης και στον β’ γύρο και δεν μπορεί πια να καλέσει τα Εξάρχεια και την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά «για την ανατροπή» καθώς οι πόρτες έκλεισαν: δεν επιτρέπεται να προσέλθουν νέοι ψηφοφόροι στον β’ γύρο.

Εχει ήδη αποδοκιμαστεί από τους δημότες της Αθήνας (και ευρύτερα της Αττικής) που πήγαν στις κάλπες του ΠΑΣΟΚ και αν θέλει να έχει κάποιες πιθανότητες θα πρέπει να προσεγγίσει το 40,64% των Γερουλάνου-Διαμαντοπούλου με το οποίο όμως μιλάει διαφορετική γλώσσα. Ακόμη κι αν κερδίσει, μοιάζει αδύνατο να τον αφήσουν οι υπόλοιποι να υψώσει το λάβαρο της δημαγωγίας κατά του κ. Μητσοτάκη, κάτι που θα βόλευε το Μαξίμου. Το ριμέικ του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου με τον κ. Δούκα στη θέση του κ. Τσίπρα έμεινε ήδη από βενζίνη.

Ενα τελευταίο σημείο αφορά το επίπεδο του πολιτικού διαλόγου. Γερουλάνος ή Διαμαντοπούλου θα επανέφεραν την αντιπολίτευση στο επίπεδο των επιχειρημάτων αντί για την πεπατημένη του συνδικαλιστικού τύπου «όχι σε όλα» που εκπροσωπεί ο κ. Ανδρουλάκης.

[the_ad id=”44343012746″]

Φαινομενικά, το συν για τον κ. Μητσοτάκη, είναι ότι δεν θα έχει αντιπολίτευση επιχειρημάτων στα αριστερά του και ότι το κοινό που έδειξε να προσδοκά κάτι τέτοιο θα του δώσει μια ακόμη ευκαιρία. Απο την άλλη βέβαια, η γραφειοκρατικού τύπου πεπατημένη της αντιπολίτευσης που μπορεί να υποστηρίξει ο κ. Ανδρουλάκης θα ηχεί «στέρεο» με τον λαϊκισμό και το «δώστα όλα» στις ερωτήσεις των βουλευτών της ΝΔ.

Το κεντρώο, λοιπόν, κοινό, που είναι λογικό να ενοχλείται από τον παλαιοκομματικού τύπου θόρυβο, ιδίως αν ηχεί «στέρεο» (από το ΠΑΣΟΚ και το εσωτερικό της ΝΔ), είναι λογικό να περιμένει ξανά κάτι από τον κ. Μητσοτάκη για μην… τρελαθεί. Το ερώτημα είναι αν μπορεί ο κ. Μητσοτάκης να απευθυνθεί ξανά σε αυτό το κοινό, της λεγόμενης σιωπηλής πλειοψηφίας του Κέντρου, ή αν είναι αναγκασμένος, από το ναρκοθετημένο εσωκομματικό τοπίο στη ΝΔ, να μοιράζει τράπουλα προς τα ακραία, παλαιοκομματικά και αποκρουστικά για τον κεντρώο χώρο στοιχεία.