O,τι συνέβη το μεσημέρι της Παρασκευής είναι φρικτό. Είναι η Κοινοτοπία του Κακού, είναι το τέρας της βίας της διπλανής πόρτας. Eχει την όψη του κυρ Νίκου απ’ το απέναντι μπαλκόνι που λέτε καλημέρα κάθε απόγευμα ενώ εσύ απλώνεις ρούχα. Eχει το χαμόγελο της Λίτσας από το ψιλικατζίδικο της γειτονιάς, που κερνάει το παιδί σου αυγουλάκια-έκπληξη. Έχει το σκεπτικό ύφος του Σταύρου του κρεοπώλη, την τσαχπινιά της Eλενας της κομμώτριας, το γέλιο του Γιάννη του φούρναρη, το κουρασμένο βλέμμα της Μαρίας της συνταξιούχας που μένει από κάτω. Μπορεί να έχει και το δικό σου βλέμμα.
Το τέρας έχει ντυθεί τη μορφή του απλού, καθημερινού ανθρώπου κι αυτό είναι φρικτό. «Κανονικοί» άνθρωποι κλωτσάνε, χτυπάνε, δέρνουν μέχρι θανάτου. «Κανονικοί» άνθρωποι με τόση βία μπολιασμένη μέσα τους, έτοιμη ανά πάσα στιγμή να εκφραστεί πάνω σε μύτες, πλάτες, γόνατα, θώρακες, πλευρά, κεφάλια και στομάχια. Τις προάλλες στο κεφάλι ενός αλλοδαπού, προχτές στο στομάχι ενός πολιτικού, χτες στα πλευρά ενός ναρκομανούς, που μπήκε σ’ ένα κοσμηματοπωλείο να κλέψει και προσπαθούσε να βγει τρεκλίζοντας.
Και μετά, είναι και οι άλλοι «κανονικοί». Εκείνοι που βλέπουν το τέρας της βίας μπροστά τους και κάθονται και παρακολουθούν. Δεν ξέρω τι με σόκαρε περισσότερο στο βίντεο που είδα, δεν ξέρω με τι ανατρίχιασα πιο πολύ: μ’ εκείνους που ξυλοφόρτωσαν έναν άνθρωπο ή με τους άλλους, τους παρατηρητές, που έστεκαν γύρω απ’ τη σκηνή αμέτοχοι, ακούνητοι και αποχαυνωμένοι, σαν ένα σμήνος κορακιών που κοιτάει ένα θήραμα ν’ αργοπεθαίνει;
Είδα και ξαναείδα το βίντεο, μόνο και μόνο για να δω πόσοι ήταν αυτοί, οι παρατηρητές του κακού, και ήταν πολλοί. Συγκεντρώνονταν γύρω-γύρω, πλησίαζαν σε απόσταση αναπνοής απ’ το ξέσπασμα της βίας αλλά δεν έκαναν κάτι για να το σταματήσουν. Μια εξέδρα θεατών που χάζευαν ένα λιντσάρισμα χωρίς να κάνουν ούτε την ελάχιστη προσπάθεια να το αναχαιτίσουν. Ούτε το μικρό τους δαχτυλάκι δεν κούνησαν, ήταν συγκλονιστικό.
Ευτυχώς, υπάρχουν και οι άλλοι παρατηρητές. Εκείνοι που σοκάρονται βλέποντας κάποιους να λιντσάρουν μέχρι θανάτου έναν άνθρωπο, ακόμα κι αν αυτός βγαίνει μέσα από ένα μαγαζί στο οποίο μπήκε για να κλέψει. Ευτυχώς υπάρχουν εκείνοι που βλέπουν τέτοιες σκηνές και λένε, όπα, εδώ τα όρια έχουν χαθεί, εδώ οι ανθρώπινες αξίες έχουν ποδοπατηθεί, εκείνοι που αντιλαμβάνονται ότι δεν μπορεί ο καθένας να παίρνει το νόμο στα χέρια του κι ότι όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, υπάρχει χοντρό πρόβλημα.
Είδα και ξαναείδα το βίντεο, αναζητώντας αυτούς τους ανθρώπους. Ένας βρέθηκε σ’ ολόκληρο πλήθος. Δεκαπέντε παρακολουθούσαν αμέτοχοι, ένας προχώρησε μπροστά και σήκωσε τα χέρια για να εμποδίσει το ξυλοκόπημα. Ένας ένιωσε την ανάγκη, είχε το θάρρος, τη λογική, την ψυχραιμία-όπως θέλετε πείτε το- να το κάνει. Ένας. Μόνο. Ένας.
«Oταν βλέπεις να επιτίθενται σε κάποιον, γιατί κοιτάς από την άλλη; Δεν λέω να παίξεις ξύλο γιατί ούτε εγώ το έχω με το ξύλο αλλά μπορείς να βάλεις μια φωνή. Να κάνεις κάτι, να αντιδράσεις με κάποιον τρόπο», έλεγε ο Ζακ Κωστόπουλος σε συνέντευξη που είχε δώσει στο 3pointmagazine.
Μάλλον πρέπει ν’ αρχίσουμε να το ρωτάμε όλοι: Γιατί στέκεσαι και παρακολουθείς το τέρας της βίας αμέτοχος;
Γιατί;
Υ.Γ.: «Σερνόταν κι έβριζε, ώσπου ένας ταβερνιάρης του ‘δωσε μια μ’ ένα καδρόνι». Α ρε Σαββόπουλε, πόσο μέσα στη ζωή είναι ο στίχος που έγραψες.