Η στατιστική δείχνει ότι κάθε χρόνο στην Ελλάδα εκδίδονται γύρω στα 20.000 διαζύγια. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι, ετησίως, 16.000 ανήλικοι βρίσκονται αντιμέτωποι με την πίεση, ή και το τραύμα, που προκαλεί ο χωρισμός των γονιών τους. Η χώρα μας είναι παραδοσιακή σε αυτά τα θέματα. Ο μπαμπάς φεύγει από το σπίτι. Και τα παιδιά μένουν με τη μητέρα τους.
Στις περιπτώσεις που οι γονείς αντιδικήσουν για την επιμέλεια των παιδιών, τα δικαστήρια θα αποκλείσουν τη μητέρα μόνο αν υπάρχουν αδιάσειστα στοιχεία ακαταλληλότητας. Η Δικαιοσύνη ακολουθεί την κοινωνική επιταγή, την αντίληψη που ορίζει ότι το παιδί μεγαλώνει καλύτερα με τη μητέρα του. Η αντίληψη αυτή δεν είναι απαραιτήτως λάθος. Δεν σημαίνει όμως ότι είναι και καθολικά σωστή. Το αίτημα για «Συνεπιμέλεια» που εγείρεται από οργανώσεις πατεράδων δεν αμφισβητεί την ειδική σχέση και την εγγύτητα της μητέρας με το παιδί. Διεκδικεί μεγαλύτερη συμμετοχή και λόγο του πατέρα στο μεγάλωμα του παιδιού.
Τις προσεχείς ημέρες η κυβέρνηση αναμένεται να θέσει προς διαβούλευση τις αλλαγές στο Οικογενειακό Δίκαιο. Η γονική μέριμνα και η επιμέλεια των παιδιών αποτελούν θέματα αιχμής και τριβής. Και η αλήθεια είναι ότι χωρίς τον ακτιβισμό και την κινητοποίηση των μπαμπάδων δεν θα είχαν μπει με τόση ένταση στο τραπέζι. Η νομοθετική πρωτοβουλία θα αγνοούσε, όπως πράττει συνειδητά τις τελευταίες δεκαετίες, το κεκτημένο άλλων χωρών και τις εισηγήσεις του Συνηγόρου του Πολίτη. Πρόθεση της κυβέρνησης είναι να δώσει χρόνο και λόγο στους μπαμπάδες. Να μην εκχωρήσει, ας πούμε, το 50% του χρόνου, αλλά να «κλειδώσει» το 30%. Μετά είναι και το θέμα της γονικής μέριμνας όπου και εκεί ο νομοθέτης προτίθεται να δώσει ισχύ στην πατρική φωνή για θέματα που έχουν να κάνουν με την εκπαίδευση και την ανατροφή των παιδιών.
Οι γυναικείες οργανώσεις διαφωνούν. Υποστηρίζουν ότι η νομοθετική πρωτοβουλία θα οδηγήσει σε έξαρση των τριβών ανάμεσα στους γονείς, θα διαταράξει τη ψυχική ισορροπία των παιδιών (ειδικά αν θεσπιστεί η διαμονή τους εξ ημισείας και στους δύο γονείς), θα υπονομεύσει το δικαίωμα στη διατροφή. Και εν τέλει σημειώνουν ότι η νέα ρύθμιση δρομολογείται για να καλύψει το αίτημα και τις ψυχολογικές ανάγκες των πατεράδων, όχι τις ανάγκες των παιδιών.
Ποιος έχει δίκαιο; Δεν είναι απλό. Ίσως μάλιστα δεν υφίσταται η έννοια του δικαίου σε ένα θέμα όπου κάθε περίπτωση είναι διαφορετική. Ωστόσο θα αδικούσε την αλήθεια όποιος δεν διέκρινε τη μονόπλευρη στάση που υιοθετούν, εδώ και δεκαετίες, η κοινωνία και η Δικαιοσύνη. Όλοι μας έχουμε ακούσει για περιπτώσεις πατεράδων που αδυνατούν να έχουν επικοινωνία με τα παιδιά τους. Για παιδιά που ακολουθούν τη μητέρα τους σε άλλη πόλη ή χώρα, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του πατέρα τους. Για μονόπλευρες αποφάσεις σχετικά με την εκπαίδευση και τις δραστηριότητες τους. Και για καταγγελίες στην Αστυνομία, στην περίπτωση που παραβιαστεί το συμφωνηθέν ωράριο επικοινωνίας. Ναι, ασφαλώς υπάρχει και η άλλη πλευρά. Για καθάρματα που ευθύνονται για βία μέσα στην οικογένεια, για πατεράδες που δεν πληρώνουν διατροφή ή ασκούν πλημμελώς ή αμελώς τα καθήκοντά τους. Μπορεί, αλήθεια, αυτός ο τύπος να κατοχυρώσει συνεπιμέλεια; Και να την αποκτήσει, δεν θα ξέρει τι να την κάνει.
Από την άλλη, οι γυναικείες οργανώσεις υποστηρίζουν ότι ένα ζευγάρι που χωρίζει σε καλό πλαίσιο και ενδιαφέρεται για τα παιδιά του, θα βρει συναινετικό δρόμο. Όμως για αυτό υπάρχουν οι προβλέψεις του νομοθέτη. Για τα ζευγάρια που δεν χωρίζουν όμορφα και δεν διατηρούν διαύλους γόνιμης επικοινωνίας.
Δυστυχώς το μεγάλωμα των παιδιών είναι μία υπόθεση που δεν μπορεί να ρυθμιστεί με νόμους. Οι νόμοι μπορούν να περιορίσουν την αυθαιρεσία. Είναι όμως απίθανο να διασφαλίσουν αυτά που χρειάζεται ένα παιδί για να μεγαλώσει σωστά. Το πιθανότερο είναι ότι η κυβέρνηση δεν θα νομοθετήσει συνεπιμέλεια. Η μέριμνα θα δίδεται στον γονέα με τον οποίο διαμένει το παιδί, αναγνωρίζοντας στον άλλο γονέα το δικαίωμα να λόγου για θέματα εκπαίδευσης, δραστηριοτήτων κ.λ.π. Οφείλει όμως ο νομοθέτης να διασφαλίσει τουλάχιστον τον ελάχιστο χρόνο κατά τον οποίο το παιδί θα είναι με τον άλλο γονιό (δηλαδή τον πατέρα…) καθώς και τον ρόλο των δύο γονιών στις βασικές κατευθύνσεις για την ανατροφή του. Τα παιδιά χρειάζονται το ίδιο και τους δύο γονείς. Από 50% τον καθένα.